Κριτικές για «Τα τρία μι»
Κριτικές (κριτικών)
Ένα bolero προετοιμασίας για την συνάντηση με την ουσία των πραγμάτων
Μια εισαγωγή στην fusion λογοτεχνία μέσα από το βιβλίο του Ντάνη Φώτου «Τα 3Μ»
από τον Μάκη Ανδρονόπουλο
Υπήρξα τυχερός γιατί σχετικά πρόσφατα, με ένα απρόσμενο τρόπο, είχα την τύχη να βρεθώ κοντά, μετά από δεκαετίες, ξανά με τον παλιό φίλο και συμμαθητή Ντάνη Φώτο και να μιλήσουμε και να ανταλλάξουμε βιβλία. Έτσι απέκτησα τα 3Μ. Και είμαι τυχερός γιατί ξεπέρασα το βάρος των πρώτων σελίδων -όλα τα σπουδαία βιβλία έχουν καμιά 80αρία σελίδες στην αρχή για να διώχνουν τους ανυπόμονους ή τους παρείσακτους-, και έτσι μπήκα στο Ιερό του βιβλίου και χάθηκα μέσα σε μια πρωτοφανή λογοτεχνία. Θα την έλεγα fusion λογοτεχνία, γιατί τα υλικά της είναι πάρα πολλά και ετερόκλητα και ρυθμικά επαναλαμβανόμενα, όπως σε μια suite minimale… διαμορφώνοντας έτσι ένα νέο στιλ. Η ιστορία είναι ιδιαίτερη, αν και δραματικά απλή, η γραφή είναι πάρα πολύ ξεχωριστή και το βιβλίο εμπεριέχει μια τελετουργία μύησης, η δε έκδοσή του από τον ίδιο τον συγγραφέα αποτελεί μια πράξη εσχατολογικής αγωνίας.
Ένας RŌNIN που ξιφασκεί με την πένα του
Αλλά ας δούμε πως συστήνεται ο ίδιος στο αφτί του βιβλίου: «Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και τέλειωσε πολιτικές επιστήμες στην Βοστώνη. Υπήρξε έμπορος, δύτης, συγγραφέας, διπλωμάτης, δάσκαλος πολεμικών τεχνών, δοκιμαστής μοτοσυκλετών, επιμελητής κειμένων και αναχωρητής. Αγαπά την άρση βαρών και το διάβασμα, τον Ζεν διαλογισμό και την ιαπωνική ξιφασκία. Προτιμά από υγρά το μπέρμπον Jim Beam, από τα καπνά τα άφιλτρα Pall Mall, από σκόνες τη βανίλια Whey Protein και από αρώματα το Chanel pour Monsieur. Έχει γράψει το Έρως Σωμάτων (διηγήματα 1985), το Εγκόλπιο Πάθους (διηγήματα 1990), το Ελένης νήσος (μυθιστόρημα 1995) και επιπλέον, τα τελευταία είκοσι χρόνια αρθρογραφεί –σε περιοδικά και ιστοσελίδα- για μοτοσυκλέτες και όχι μόνο». Περισσότερα, στο http://www.danisfotos.gr/
Εκεί λοιπόν ο Φώτος εξηγεί ότι είναι RŌNIN, που σημαίνει στα ιαπωνικά, τον εκπεσόντα σαμουράι, τον άνθρωπο των κυμάτων, τον γηραιό σοφό. Τόσο στην ιστοσελίδα, όσο και στο βιβλίο συναντάμε ένα σύμβολο που μοιάζει με το R, όπου το όρθιο πόδι είναι ένα σπαθί, η έλλειψη του Ρο είναι ένα κύμα και το πλαγιαστό πόδι είναι ένα μολύβι. Ο Ντάνης λοιπόν είναι Ρονίν, όπως δηλώνει, δηλαδή, ένας στεριανός ναυαγός, ένας αδέσποτος οπλίτης, ένας σιωπηλός συγγραφέας. Αυτά, λοιπόν, λέει αυτός για τον εαυτό του. Εγώ είχα την ευκαιρία να μείνω μαζί του πέντε ώρες στο ντότζο του στην Κυψέλη, όπου είπαμε σχεδόν τα πάντα. «Το βιβλίο αυτό δεν το έγραψα», μου είπε ο Ντάνης, «το κατέγραψα … σε δώδεκα μέρες στην Αμοργό. Τότε γράφτηκε το 90%... Με εξόντωσε…».
Οι τελετουργίες της μύησης
Κατ΄ αρχήν το βιβλίο δεν τόλμησε να το εκδώσει κανένας εκδότης για πολλούς διαφορετικούς λόγους και έτσι, ο Ντάνης υποχρεώθηκε να το εκδώσει το 2013 μόνος του σε 1000 αριθμημένα αντίτυπα. Πρόκειται για μια άψογη έκδοση υψηλού κόστους, η οποία μάλιστα βγήκε με δύο εξώφυλλα, τα μισά με άσπρο φόντο και τα μισά με μαύρο. Το βιβλίο συνοδεύεται από δύο σελιδοδείκτες που περιλαμβάνουν τις εικόνες και τα σύμβολα του βιβλίου.
Ο τίτλος του βιβλίου «τα τρία μι» μοιάζει με γιαπωνέζικο ιδεόγραμμα που μέσα στο κενό των γραμμάτων του φαίνεται μια άσπρη στολή μαυροζωνά του τάε κβον ντο (νομίζω ότι ο Ντάνης έχει δύο νταν), ένα κόκκινο σουτιέν και ένα περίστροφο. Όλα συνδέονται με την ιστορία και τον Ντάνη.
Το βιβλίο ξεκινάει με μια σελίδα που αναλώνεται σε ευχαριστίες που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ερεθίζουν από την πρώτη στιγμή τον αναγνώστη. Υπάρχει μια αυστηρή προειδοποίηση από τον συγγραφέα προς τον αναγνώστη πως είναι δικό του ζήτημα «τι θ΄ αντιληφθεί, τι θα ζυγίσει, θα λάβει» από την εμπλοκή του στην ανάγνωση. Το βιβλίο έχει μια αφιέρωση: Στο παιδί μέσα μου (που έχει άντρα κραυγή, γυναίκας τρυφή και πληγή ζώου).
Το βιβλίο τελειώνει με τρεις σελίδες bonus info, με την αγαπημένη δισκογραφία της ηρωίδας του, την φιλμογραφία και την βιβλιογραφία της, λες και ο συγγραφέας θέλει να την προστατεύσει από οιαδήποτε φαντασίωση του αναγνώστη. Στην ουσία την σκηνοθετεί εξουθενωτικά αυστηρά, προφανώς αποκαλύπτοντας τις δικές του προτιμήσεις, επιρροές, ορισμούς, δεσμεύσεις, πιστεύω, Είναι!
Ακολουθούν στο τέλος δύο σελίδες για την σχέση που έχει δημιουργηθεί με τον αναγνώστη/στρια μετά την ανάγνωση του βιβλίου, όπου μεταξύ άλλων τονίζει πως δεν πρέπει να το δανείσει σε κανέναν, γιατί είναι δικό του/της και επίσης, δηλώνει πως «με τούτο το παραναλωματικό κουαρτέτο (4 βιβλία) κλείνει την λογοτεχνική του παραγωγή». Η ανάγνωση του βιβλίου του είναι για τον Ντάνη μια καθαρή γνωριμία, καθώς «οι καρδιές ακουμπούν, οι ψυχές λευτερώνονται και οι ιδέες πετάνε»….
Υπάρχει κι άλλη σελίδα: με σφραγίδες γνησιότητας (το R και ένα γιαπωνέζικο ιδεόγραμμα), το κείμενο της αφιέρωσης σε αυτόν/η που αποκτά το βιβλίο, τον αύξοντα αριθμό και την ημερομηνία, χειρόγραφα). Το βιβλίο είναι 508 σελίδες, χωρισμένο σε 20 κεφάλαια. Η επιμέλεια του κειμένου είναι εξαιρετική και προφανώς ήταν επίπονη, καθώς η πυκνότητα του λόγου, η εναλλαγή γλωσσών και των προσώπων της αφήγησης, με διαφορετικούς τύπους γραμμάτων (πλάγια, μπολντ κλπ) την καθιστούν σπαζοκεφαλιά για αποκρυπτογράφους.
Το βιβλίο αυτό είναι λοιπόν γεμάτο τελετουργίες, συμβολισμούς και αποκαλύψεις, που μαρτυρούν μεν το μεγάλο θαυμασμό και σεβασμό του Ντάνη στις πολεμικές τέχνες, στον Ζεν διαλογισμό, στις φιλοσοφίες και στο πνεύμα της Ανατολής, ενώ ταυτόχρονα υπογραμμίζουν με τον πιο αιμάτινο τρόπο την κενότητα του δυτικού «τώρα» και την απουσία σκοπού. Έτσι, το έργο αυτό υπερβαίνει την κριτική της ελληνικής κοινωνίας και γίνεται βαθύτατα δυτικό. Είναι εν τέλει, για όποιον/α καταβυθιστεί στην ουσία του, έργο σύγχρονο και οικουμενικό με ελλαδίτικο χρώμα.
Το δράμα των τριών μι
Το πρώτο Μι συμβολίζει την τυπική ελληνική οικογένεια που λειτουργεί ως Μαφία, το δεύτερο Μι είναι η κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος, η κόρη της οικογένειας, η Μαρία και το τρίτο Μι είναι η Μανία , η κατάσταση στην οποία θα περιέλθει η ηρωίδα μέσα από τις περιπέτειές της. Το επίκεντρο της ιστορίας είναι η Μαρία, την οποία παρακολουθούμε από μικρό κοριτσάκι να μεγαλώνει σε μια μεσοαστική μεταπολιτευτική οικογένεια που λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία του οικονομικού και του κοινωνικού συμφέροντος, ως χώρος ανοχής ενοχών και μυστικών. Οι ήρωες, φορείς συμβολισμών και στερεοτύπων της νεοελληνικής χυδαιότητας, αντιμετωπίζονται με σκληρή τρυφερότητα από τον αφηγητή, ζουν ο καθένας μόνος του, στον κόσμο του, αλλά μετέχουν σε ένα υποκριτικό μπολερό αποδοχής και αναγνώρισης. Ο συγγραφέας συνομιλεί με τους ήρωες, τους εξηγεί ποιοι είναι, δεν τους αφήνει να βολευτούν με την εικόνα του εαυτού τους, τους αποκαλύπτει και τους εκθέτει. Οι ήρωες που απομυθοποιεί και εξουδετερώνει είναι αντικατοπτρισμοί του εμείς, κι αυτό καθιστά το βιβλίο δυσκολοχώνευτο.
… Η Μαρία μεγαλώνει και αναζητεί το είναι της, το σκοπό της ύπαρξής της μέσα από αλλεπάλληλες μαθητείες στο σεξ, στις ουσίες, στο αλκοόλ και στις πολεμικές τέχνες μέχρι που συναντά τη μοίρα της με την φυσικότητα της ολοκλήρωσης, αλλά και την ψυχρότητα του «Ξένου». Η Μαρία είναι ο αστάθμητος παράγοντας της Ιστορίας, είναι ο καταλύτης των αλλαγών και των μεταμορφώσεων. Το δράμα της είναι ότι ξέρει και ότι είναι εκπαιδευμένη στο πόλεμο.
Στην ιστορία υπάρχουν δύο φόνοι. Στον πρώτο φόνο, είναι εντυπωσιακό, ο συγγραφέας σπάει την σκηνή στα δύο. Την διακόπτει με ένα απότομο κινηματογραφικό τρόπο, σχεδόν την ξεχνάει, φεύγει, πάει αλλού την αφήγηση, στις εσωτερικές διεργασίες, στην προεργασία της πράξης. Εξηγεί το ρηθέν υπό των προφητών: «όσα δεν φέρνει ο χρόνος, τα φέρνει η στιγμή». Ο Φώτος εξηγεί τον αλγόριθμο που διαμορφώνει τη στιγμή. Αυτό είναι το βιβλίο του, αυτή είναι η σοφία του.
Γράφει ο ίδιος: «Η σιωπή είναι μια πέτρα στο στόμα. Η βία είναι μια σφαίρα στην ψυχή. Η αγάπη είναι η αρχή και η βάση όλου του κόσμου. Και η Μαρία θα περάσει σπαρακτικά από όλες τους, θα τις ζήσει δυνατά και πίσω της θ΄ αφήσει μια σωματική δίψα ακόρεστη, μια πνευματική πείνα απαρηγόρητη και μια άδικη ψυχική προδοσία»…
Λογοτεχνική κιβωτός
Υπάρχουν στην ιστοσελίδα του Φώτου δύο κριτικές για το βιβλίο. Μία της Τίνα Μανδηλαρά, η οποία τον χαρακτηρίζει «ετοιμοπόλεμο στοχαστή» και θεωρεί «καταιγιστική» την αφήγησή του, καθώς «ξεδιπλώνει τις βίαιες εναλλαγές της ζωής» με τη Μαρία, να λειτουργεί ως το «όχημα για την αποκάλυψη αρχετυπικών αληθειών» και ίσως της μόνης αληθινής: «γίνε επιτέλους αυτό που είσαι». Η δεύτερη κριτική είναι του Δημοσθένη Κούρτοβικ, ο οποίος κάνει λόγο για έναν «ιδιόμορφο μύθο», μια «παθιασμένη γραφή» … με «ασυμμάζευτη πληθώρα υλικού» που καταλήγει σε «αυτοηδονισμό της γλώσσας» του συγγραφέα.
Ναι, αλλά όλα αυτά έγιναν συνειδητά και επίτηδες, γιατί ο Φώτος έφτιαξε μια καινούργια γλώσσα, μια καινούργια γραμματική στην ελληνική λογοτεχνία. Κι αυτό δεν το τόλμησαν να το πάρουν πάνω τους ούτε οι εκδότες, ούτε οι κριτικοί που βολεύονται με το mainstream, με το χυλό και τις μόδες.
Δεν ξέρω αν ο Φώτος έχει επηρεαστεί, πόσο και πώς, από τον Οδυσσέα του Τζόις, ή τον Ροθ ή ακόμα καλύτερα τον Τζόναθαν Φράνζεν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Εμπειρίκο, τον Γ. Χειμωνά, τον Καραγάτση -αυτά τα ξέρουν οι ειδικοί-, εκείνο που εγώ ξέρω από τις πρώτες σαράντα σελίδες είναι πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάποιον που πήρε τη σκυτάλη του Καζαντζάκη. Εξηγούμαι. Αν ο Όμηρος έφτιαξε την κιβωτό της ελληνικής γλώσσας και των μεγάλων συμβόλων, ο Καζαντζάκης -μέσα από μια υπέροχη αλληλουχία σκυταλοδρόμων των λέξεων και της γλώσσας- παρέδωσε την Οδύσσεια, ένα έργο 33.333 δεκαεπτασύλλαβων στίχων, όπου αποθησαυρίζονται 7.500 αθησαύριστες λέξεις από όλη την ελληνική γραμματεία (μεσαιωνική, εκκλησιαστική, λόγια, δημώδη…) που μάζευε περισσότερα από δέκα χρόνια.
Ο Φώτος πήρε αυτή τη σκυτάλη. Δεν έγραψε στίχο, έγραψε αλλιώς, -θα πούμε μετά πώς-, και έφτιαξε ένα ειδικό λεξικό fusion που περιλαμβάνει λέξεις, παράγωγα, σύνθετα. Σύνθετες λέξεις, όχι με δύο, αλλά τρεις λέξεις μαζί, όπως στα γερμανικά: πχ. πισωπαλαιομαχαιράς… Φράσεις, κυριολεξίες και μεταφορές, ομώνυμα, παρώνυμα και συνώνυμα, συντάξεις και ατάκες, εξυπνακισμούς και βερμπαλισμούς, βρισιές και βωμολοχίες σε μία οργιώδη διάταξη λογοτεχνικής μαεστρίας, ψυχαναλυτικής διείσδυσης, νοηματικής πλοκής υψηλού επιπέδου, τεκμηρίωσης βαθέων νοημάτων μιας καταραμένης και χαοτικής ελληνικότητας.
Χειμαρρώδης, με μακρόσυρτες προτάσεις, δευτερεύουσες, τριτεύουσες, παρενθέσεις, αλλά με κόμματα, στίξεις, τελείες. Δύσβατος, κουραστικός, αλλά απολαυστικός ο Φώτος είναι θησαυροφύλακας παλιών ξεχασμένων λέξεων, της λόγιας και της δημώδους παράδοσης, της καθαρεύουσας και της δημοτικής, των διαφόρων σύγχρονων αργκό, αλλά και λέξεων και φράσεων αγγλικών, ιαπωνικών, γαλλικών, ακόμη και ισπανικών ή και σανσκριτικών… Παραθέτει όρους των πολεμικών τεχνών, του ινδουισμού, του αϊκίντο, της σκοποβολής, μοντέλα πιστολιών, τεχνικές βαλλιστικές λεπτομέρειες δημιουργώντας μια ποίηση δραματικά διεισδυτική και επιθετική. Μια αέναη μίξη που καταλύει το γενικό νόημα και δημιουργεί ένα άγαλμα δεκάδων νοημάτων σε κάθε σελίδα. Μια μυστική σπηλιά, μια καταβόθρα, όπου με φρενήρη ρυθμό αποθησαυρίζει χιλιάδες λέξεις, φράσεις, συντάξεις, παρατάξεις, μεταφορές, νοήματα και σοφίες. Φοβερός name dropper, ο Φώτος συλλέγει ατάκες από ταινίες, βιβλία, τραγούδια, από σοφίες της Ανατολής, από εξυπνάδες της Δύσης. Λέξεις, φράσεις, συντάξεις, παρατάξεις, μεταφορές, νοήματα και σοφίες που επαναλαμβάνονται δύο, τρεις, τέσσερεις φορές σε όλες τις δυνατές παραλλαγές, σε όλες τις δυνατές εκδοχές, θετικές, αρνητικές, ουδέτερες , εμμονικά, πιεστικά, πειστικά.
Καταιγίδες του νου
Ας πάρουμε μια ιδέα από τον γλωσσικό πλούτο που καταθέτει ο συγγραφέας, από την ακρίβεια και το βάρος των περιγραφών του, των καταστάσεων που πρόκειται να συναντήσουμε στο πυκνό και ενίοτε εξουθενωτικό αυτό βιβλίο που είναι φτιαγμένο για εκπαιδευμένους αναγνώστες με γερό στομάχι, χιούμορ και υπομονή.
- Σελ. 78: Τώρα αν θέλαμε εδώ να την πούμε την κουβέντα την εύκολη, να το στάξουμε το πόρισμα πρόχειρα βιαστικά θα λέγαμε ότι τον γαμήσανε τον Χρυσόστομο στο χωριό, όσο του σακατέψανε ψυχή και καρδιά, χεριών ζεστασιά και φωνής μοιρολόι, τόσο και ιδιαίτερα-τώρα αυτός έπαιρνε το αίμα του πίσω. Εκείνη η τότε διψασμένη και τραυματική έλλειψη επαφής κι επικοινωνίας που τόσο του στοίχησε και του άφησε μια στυφή ξινή γεύση ανικανότητας και ασημαντότητας, απουσίας και ανυπαρξίας, τώρα τούτος στο γύρισμα πάνω στην αναστροφή, στην εκκίνηση και τον εκσφενδονισμό της σταδιοδρομίας του την τρύγαγε την γαμούσε, την εξεβίαζε την ξεκώλιαζε, την βούλωνε βιαστικά επιθετικά λιμασμένα, την χόρταινε ασυλλόγιστα αδιάφορα διψασμένα… ξεκινώντας από τις γυναίκες. Που τις κυνηγούσε γοητεύοντάς τις, τις πηδούσε βασανίζοντάς και τις ανατίναζε ξεφτιλίζοντάς τις…
- Σελ 103: Από τότε, από εκείνη την πρώτη φορά η μηνιαία επίσκεψη των γυναικολογικών σου υποχρεώσεων ήταν μια αναγκαία - μα καθόλου δυσβάσταχτη – αγγαρεία για σένα. Καθόλου «πακέτο» μάλιστα – αντιθέτως τα περίμενες τα έμμηνά σου όπως η παλίρροια τη σελήνη, όπως οι άνεμοι τα σύννεφα, όπως τα χελιδόνια τα πρωτοβρόχια. Μια φορά, άπαξ και τακτικά του μηνός εκείνη ή «ευαίσθητη» - όπως κόβονται κι επιμένουνε να την λένε – περιοχή τα έβαφε άπαντα κόκκινα.
- Σελ 104: Ανέμελη αναπτύχθηκες και ασύδοτη μεγάλωσες Μαρία εσύ, ψήλωσες και γρήγορα έχασες όλα τα λίπους παχάκια του φαγανιάρικου βρέφους, της υπερφυσικής μπέμπας που όλες οι γιαγιάδες λιμπίζονται, μπουκώνουνε και παιδεύουν … Τα έριξες μπόι λοιπόν αυτά τα κιλά, πήρε να στρώνει το προσωπάκι σου να μακραίνουν τα μαλλάκια σου – ορίστε και τα βυζάκια σου πετάχτηκαν κώνοι και αμμόλοφοι, βιτρίνα προμετωπίδα κι οικοδομικά πέδιλα συνάμα. Κριοί κοχλίες και πυραμίδες δειλές στην αρχή, αργότερα γέμισαν πήρανε σχήμα και βάρος ιδανικό, ήταν κι εκείνες οι ρόγες σου λείες πλατειές μαλακές, μια ροζ τελεία σάρκινη πάνω σε μιαν άλω σωμόν, ένας διαβήτης ακόμα – κλειστός πάνω από έναν υπέρχο ζεστό κύκλο- μετά εσύ κατάλαβες τι έκαναν και τι κάνουν και μπορούνε να κάνουν οι ρόγες σου γενικώς και ειδικώς στη ζωή σου.
- Σελ 121: …Η ελληνική οικογένεια ως πυρήν και κοκό, νιονιό και αυγό της ελληνικής κοινωνίας –πιο καλά και από τη Μαφία είναι στημένη, η σιτσιλιάνικη Κόζα Νόστρα ένα απλό περίπτερο είναι, η Ντραγκέτα ένα αρχίδι καλαβρέζικο, η Καμόρα μια πίτσα νατολιτάνα κρύα μπροστά της. Η Σάκρα Κορόνα Ουνίτα μια βαλίτσα παραθαλάσσια για ξεκάρφωμα των δημοσιογράφων, να γράφουν αυτοί συνεχώς κι επί κυβερνητική πληρωμή ότι στο «δόκανο των Φορολογικών Διωκτικών Αρχών οι έχοντες και κατέχοντες», «στην κρεμάλα του Διαδικτύου οι πλουτοκράτες φοροφυγάδες»…
- Σελ 223: …Κι όταν είδα και τις τρεις ταινίες-σειρά, αυτό το αριστούργημα των αδερφών Γουατσόφσκι, ονειρεύτηκα ότι ξέρω τί σημαίνει να είσαι Γυναίκα. Κάτι άχρονο και απροσδιόριστο κι άυλο, κάτι που όσο πιο έντονη και υλική μορφή έχει, τόσο πιο άπιαστη ασύλληπτη και ποιητική είναι. Όταν βγήκα για πρώτη φορά από μέσα της (τρόμαξα), όταν μπήκα για πρώτη φορά μέσα της (χάθηκα) κι όλο το μεταξύ αυτών των δύο ρημάτων διάστημα ήταν και είναι μια αγωνία, μια ζωή παλλινδρόμησης και μαρτυρίου, μια στιγμή ακαριαίας εκτίναξης κι μια λυσιτελής πτώση διαρκείας, θανάτου σκουντούφλημα απ΄την μια και φιλί ζωής απ΄ την άλλη.
- Σελ 370: …«Τίποτα δεν έχει ανακαλυφθεί, τίποτα δεν έχει λυθεί, επειδή τίποτα δεν υπάρχει» κλείνει το θέμα οριστικά ο Consigliere – τέρμα τα λόγια και τα συνέδρια και τα πανεπιστημιακά θησαυρίσματα τα πανάκριβα αφιερώματα, τα ανάγλυφα εκτοπίσματα της Επιστήμης τα υπέρλαμπρα κτερίσματα της γνώσης…
- Σελ 439: «Εσένα δε σου έχει έρθει λογαριασμός της ΔΕΗ, του ΟΤΕ, της ΕΥΔΑΠ. Εσένα σου έχει έρθει λογαριασμός συνείδησης» αναφώνησε κάποια στιγμή ο Σιντ Μπάρετ της Κυψέλης, ο μέγιστος μα απολωλώς μοναχός, ο εμπαθής ανήρ και κεκληκώς αστήρ Αντώνιος Μάρτιν…
Μαγεία του βιβλίου
Η διαχείριση των λέξεων από τον Φώτο είναι μαγική και συχνά ποιητική, με έντονο εσωτερικό ρυθμό έτσι ώστε να εκλαμβάνεται ως έμμετρη, με τις επαναλήψεις, με τις συνηχήσεις, με την παραληρηματική γραφή του. Μέσα σε αυτό το χείμαρρο λέξεων, εννοιών, εικόνων, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί το ισχυρό κράμα ενός ταλέντου που παραδίδει αποτέλεσμα και μιας αφομοιωμένης καλλιέργειας που ζωγραφίζει.
Η διαχείριση των λέξεων και των εννοιών είναι χωνεμένη, βιωματική, ερωτική, πολύ ερωτική. Η ευρυμάθεια και η κουλτούρα του συγγραφέα είναι σχεδόν εξιμπισιονιστική. Οι πρώτες 350 σελίδες είναι χωρίς ιστορία, αλλά με δέκα ιστορίες μαζί σε κάθε σελίδα. Καθώς κατέβαινα λοιπόν αυτόν την επικίνδυνη λαγκαδιά, είδα -φευγαλέα- σε αυτό το έργο του Φώτου, μεταξύ πολλών άλλων, την λόγια λογοτεχνία της Ηπείρου. Η γραφή του έχει, και δεν ξέρω από ποιους υπόγειους διαδρόμους συντελέστηκε αυτό, από το νατουραλιστικό μυστικισμό του απλού, του straight βιωματικού νοήματος, αυτής της αδιαμεσολάβητης αμεσότητας που υπάρχει στη δημώδη ποίηση. Ναι! μέσα στην έκδηλη και ενίοτε ακραία modernitè της γραφής του, υπάρχει μια οφθαλμοφανής σχέση με την μεγάλη παράδοση της ελληνικής γραμματείας.
Δύσβατος, κουραστικός, αλλά απολαυστικός, πυκνός, πηχτός, εξαντλητικά ψυχαναλυτικός… ο Φώτος με μια γλώσσα φαρμάκι, -σαράκι στη σκέψη του αναγνώστη-, με εξαιρετικά πικρόχολο χιούμορ, στα όρια του σουρεαλισμού, αποδομεί τα πάντα ως ασταμάτητος οδοστρωτήρας. Παιγνιώδης, αλλά χλευαστικός και ακατάπαυστα επικριτικός, όχι μόνο έναντι των ηρώων του, της περιβάλλουσας κοινωνίας, των καταστάσεων, της ιστορίας, του έθνους, χτίζει ένα τοίχο πάνω στον οποίο θα γίνει η καραμπόλα και θα έρθει η μομφή κατακούτελα στον αναγνώστη.
Η δομή του βιβλίου είναι δομή τραγωδίας. Ο αφηγητής είναι ο χορός. Η υπόθεση είναι η εθνική μας ψυχανάλυση. Αδίστακτος αναζητητής του απόλυτου, τα δοκίμασε όλα ή τέλος πάντων πάρα πολλά, για να καταλήξει RŌNIN, ένας πρίγκιπας χωρίς πριγκιπάτο, ένας ξιφομάχος με αντίπαλο τον εαυτό του που εξομολογούμενος τα πάθη του θέλει να γίνει Consigliere μπας και αυτά αποκτήσουν χρησιμότητα σε κάποιον από μας τους αναγνώστες του. Το κάνει από αγάπη.
Κατανοώ απόλυτα αυτό που γράφει στο τέλος, ότι δηλαδή …δεν θα ξαναγραφτεί κάτι τέτοιο.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
«Τα τρία μι» μιλούν για την αγάπη του αύριο
Τίνα Μανδηλαρά, εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 20.10.13
Τι ενώνει έναν Ιάπωνα πολεμιστή με μια νεαρή φοιτήτρια του Χημικού; Η απάντηση στο μυθιστόρημα – ή μήπως μανιφέστο; – του Ντάνη Φώτου, που σκοπό έχει να φωτίσει όλα όσα έμειναν για χρόνια στο σκοτάδι και να μετατρέψει τον αναγνώστη από ιδανικό συνένοχο σε ετοιμοπόλεμο στοχαστή.
Όταν ένα βιβλίο κάνει τον κύκλο του, βρει τις κατάλληλες λέξεις, ανταγωνιστεί το μεγαλείο της έκφρασης και εντέλει καταλήξει στα δικά σου χέρια, τότε δείχνει να πραγματοποίησε – με τους τρόπους μιας παράδοξης ενδελέχειας – το δικό του ταξίδι. Πόσο μάλλον όταν το ίδιο βιβλίο έχει γραφτεί για να μη διατεθεί στο εμπόριο, αλλά για να καταλήξει στα χέρια κάποιου που θα μεταμορφωθεί από απλός διαμεσολαβητής αυτού του ιδιόμορφου κύκλου σε ιδανικός αναγνώστης του. Αποκρυπτογραφώντας «Τα τρία μι» του Ντάνη Φώτου ανακαλύπτεις ότι πέρα από ρέκτης μιας καταιγιστικής αφήγησης, καταλήγεις να γίνεσαι συνένοχος μιας αναγνωστικής νομοτελειακής αναζήτησης – αντίστοιχα αρμονικής όπως τα ιαπωνικά ιδεογράμματα ή οι πλατωνικοί συμπαντικοί αριθμοί.
Μέσα από την ιστορία της Μαρίας – που μπορεί εκ των υστέρων να φανεί διδακτική, ερωτική, τραγική, δραματική, ακόμη και πολιτική, ανάλογα με τα γούστα και την ερμηνεία του αναγνώστη – ξεδιπλώνεται μια άλλη για την αρχή και το τέλος του κόσμου, τις βίαιες εναλλαγές της ζωής, τη μανία του έρωτα ή ακόμη και την λύτρωση, που μπορεί να φανεί εκεί όπου δεν υπάρχει προοπτική. Τυπικά η Μαρία είναι μια ατίθαση νεαρά, μεγαλωμένη στο νεοελληνικό μεσοαστικό σύμπαν ενός ευκατάστατου δικηγόρου και μιας αυστηρής μάνας – Αρβανίτισσα γαρ – που δεν επιλέγει αυτό για το οποίο την προορίζει η ανελεύθερη ελληνική πραγματικότητα: δεν μαγαρίζεται από κοριτσίστικες παραμυθίες, δεν βολεύεται στην ασφάλεια της φορεμένης σχέσης, δεν φορά κομματικές ετικέτες – παρότι συχνάζει στα Εξάρχεια – δεν ζει με τα λεφτά της μαμάς και του μπαμπά.
Και πίσω από αυτή τη σύγχρονη Μαρία Νεφέλη με έφεση στις πολεμικές τέχνες, που απολαμβάνει το σεξ και οτιδήποτε αποπνέει δύναμη και ελευθερία, αποκαλύπτει κανείς έναν «άλλο» τρόπο να βρει τον ήρωα μέσα του. Η Μαρία είναι το όχημα ώστε να αποκαλυφθούν οι πλέον αρχετυπικές αλήθειες, να ανακαλυφθεί η χαρά της καταφατικής δύναμης και το αγέρωχο σθένος του πολεμιστή, να κατακτηθεί η κορυφή του βουνού και το περήφανο κλέος του μοναχικού και ανένταχτου στρατιώτη.
«Γίνε επιτέλους αυτό που είσαι», φαίνεται να είναι η φωνή του συγγραφέα-αφηγητή που κρύβεται πίσω από τις εναλλαγές αφηγηματικών τρόπων και παρεμβαίνει προτρεπτικά μέσα από τα πολλά προσωπεία που παραθέτει στην αφήγηση – μεταξύ των οποίων ο Consigliere – για να υποκλιθεί τελικά στη Μαρία του, αυτή την εκπρόσωπο ενός ιερού σύμπαντος που ενώνει το σκοτάδι με το φως.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Δημοσθένης Κούρτοβικ, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 11.01.14
Ένα πιο ιδιόμορφο μυθιστόρημα, το αχανές «Τα τρία μι» του Ντάνη Φώτου, εκθέτει την καταστροφική επίδραση μιας τυπικά ελληνικής μεγαλουσιάνικης οικογένειας στη μοναχοκόρη της, που οι σπασμωδικές προσπάθειές της να λυτρωθεί από τα αόρατα δεσμά της κορυφώνονται με το πέρασμά της στην τυφλή τρομοκρατία.
Ξεχωριστή περίπτωση συγγραφέα ο Ντάνης Φώτος, απογοητευμένος από την μη ανταπόκριση κριτικής, κοινού, αλλά και εκδοτών στην παθιασμένη γραφή του, έκανε σχεδόν είκοσι χρόνια να ξαναβγάλει βιβλίο (και το έβγαλε "ιδίοις αναλώμασι"). Το φιλόδοξο σχέδιό του προσέκρουσε στην ασυμμάζευτη πληθώρα του υλικού του και, προπαντός, στον αυτοηδονισμό της γλώσσας του, οργιαστικής, άκρως ευρηματικής και σε σχετικά μικρές δόσεις συναρπαστικής, αλλά κουραστικής και αποπροσανατολιστικής ακόμα και σε έκταση μικρότερη των πεντακοσίων πυκνοτυπωμένων σελίδων αυτού του βιβλίου.
Σχόλια αναγνωστών
Μάνος Μ.
Ό,τι έχει γράψει ο Ντάνης έχει ειδικό βάρος, όπως τα στοιχεία του περιοδικού πίνακα και την προσωπική του σφραγίδα στο στυλ. Διαβάζεις "Ντάνη" και καταλαβαίνεις ότι είναι Ντάνης, χωρίς να χρειάζεται καν να γράφει πουθενά ότι είναι Ντάνης. "Τα τρία μι" έχουν το ασύλληπτο ειδικό βάρος ενός καινούριου στοιχείου στην λογοτεχνία. Θα μπορούσαμε να το ονάσουμε "Φώτιο". Θα ανήκει στην κατηγορία "Ακτινίδες" φυσικά. Εκεί βρίσκονται τα στοιχεία που κρύβουν απίστευτη και ασύλληπτη δύναμη μέσα στους πυρήνες τους. Ο Ντάνης, είναι άκρως συλλεκτικός, σαν τα μεγάλα διαμάντια που είναι μετρημένα και έχουν όνομα. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που τον "ανακάλυψα" διαβάζοντας τα υπέροχά του πάντα μοτοσυκλετιστικά, λογοτεχνικά, καυστικά και απολαυστικά μονοσέλιδα τότε, στο περιοδικό μοτοσυκλέτας που έγραφε πριν 25 χρόνια. Κάποια στιγμή χάθηκε για χρόνια πολλά και τον αναζητούσα. Τελικά τον βρήκα να ακτινοβολεί! Γειά σου ΝΤΑΝΗ ΦΩΤΟ Δάσκαλε!
Έλενα Γ.
- Στην αρχή είπα, τί ιστορία είναι αυτή; Τί γράφει, τί ετοιμάζει πάλι ο Φώτος;
- Η αφιέρωση: «Πληγή ζώου μέσα μου». Και το νιώσαμε κι εμείς που τα διαβάσαμε. Γιατί λίγο-πολύ έτσι όλοι μας νιώθουμε και περισσότερο αυτός που το έγραψε.
- Διαβάζοντάς το, έλεγα: «Τί μας ενδιαφέρει αυτή η αστική οικογένεια;».
- Μετά μιλάς πολύ για την γυναίκα: «πολλά λέει και πολλά δείχνει να ξέρει για τις γυναίκες». Το τέλος τού 1ου κεφαλαίου είναι μια τιμητική αναφορά στην γυναίκα.
- H παρουσίαση τής Μαρίας είναι σκληρή, κυνική. Η οπτική είναι πολύ ενός άντρα.
- Ξυπνάς μνήμες και συνειδήσεις με έναν λόγο αιρετικό και αγανακτισμένο. Η θύελλα τού λόγου πρέπει να χτυπάει συνείδηση.
- Σαν να μη βλέπω καλά και το βιβλίο αυτό να είναι τα γυαλιά για να δω.
- Στην σελίδα 31 έκλαψα. Ψυχή, μετά μάτια, λυγμοί, ένα βούρκωμα ψυχής. Όχι πόνος, σαν κάτι να πάλλεται μέσα στο στήθος και να σε στενοχωρεί. Ένα ζέσταμα, κάψιμο πικρό και μετά λυγμός.
- "Θ.Ε.Ο.Σ." [σ.24]: αναφέρεσαι σε μια πίστη θρησκευτική – ναι βρίζεις, όχι καμουφλάζ στις σκηνές αλλά εσύ έχεις βαθιά μέσα σου έναν σεβασμό για κάτι πέρα από όλα αυτά.
- Ο λόγος τού αφηγητή θα ταίριαζε σε αιρετικό ιεροκήρυκα, σε άμβωνα, που απευθύνεται σε ένα ποίμνιο που έχει χάσει τον δρόμο του ή μήπως τους στόχους του; Είναι μία εικόνα.
- Το πνεύμα τής γραφής είναι σαρκασμός; Είναι καταγγελία; Είναι ψυχογραφία; Είναι περιγραφή εξέλιξης φλεγμονής σε πληγή...;
- Ο λόγος είναι Τέχνη που δεν την κατέχουν όλοι.
- Είναι τρομερό/σκληρό έργο να τακτοποιείς ΣΚΕΨΕΙΣ.
- Κυριακή πρωί: βουρκώνω, αρχίζω να κλαίω αλλά δεν κλαίω. Αν κλάψω, θα σταματήσω το διάβασμα και θ' αναλογιστώ. Μα συγκινούμαι έντονα, θυμάμαι και βουρκώνω.
- Έχω δικαιωθεί που το αγόρασα το βιβλίο, αφού βρήκα σ' αυτό ό,τι ήθελα.
- Θα αναφωνήσω αντικειμενικά: «Ντάνη, μας έστειλες!»
- [σ. 47] Διαβάζω, περνάω καλά, από την θέση τού αναγνώστη απολαμβάνω χιούμορ που υπάρχει σ' αυτές τις σελίδες.
- Καυστικές, οι «πορνογραφικές» καταγγελίες αλήθειας. Γυμνές δίχως λογοτεχνίας καμουφλάζ. Αν το διάβαζε η μάνα μου, δεν θα άντεχε μεν τέτοια περιγραφή, θα έλεγε όμως: «Πες τα Χρυσόστομε! Πες τα!!».
- Αυτές οι προφητείες – γιατί έτσι μού μοιάζουν - μού δημιουργούν μια απροσδιόριστη ανησυχία.
- [σ. 76] Στο εξής σιωπώ, αφουγκράζομαι τον συγγραφέα. Μέχρι πριν διάβαζα τί λέει ο Ντάνης, τώρα διαβάζω το βιβλίο. Δεν θα σημειώσω, θέλω να διαβάσω.
- [σ. 112] Ο αφηγητής είναι Άντρας, η αφήγηση είναι υπερρεαλιστική. Είναι σκληροί οι χαρακτηρισμοί, είναι κυνικές πολλές περιγραφές. Μα έχω μια ένσταση: λίγη τρυφερότητα για την ψυχή τής Μαρίας;
- Ο επιτυχής ορισμός τού Κονσιλιέρε: αυτό κάνει ο καλός συγγραφέας. Ο κονσιλιέρε μού θύμισε παλιό μπράβο. Οι σύγχρονοι μπράβοι είναι ΟΙ κουτσομπόληδες. Γιατί όταν έχεις "αυλή" γύρω σου, ως αρχηγός, αυτή θα σε "δώσει".
- «Το ταξίδι του ΕΓΩ σε βάρος τού κόσμου τελειώνει σε αυτοκαταστροφή» είναι η κεντρική ιδέα τού βιβλίου.
- Μέσα σε τούτο το γραπτό παντρεύονται ΟΛΕΣ οι γενιές. Π.χ.: Μαρία και Μανιαδάκης, Εξάρχεια και ΜΕΤΡΟ.
- [σ. 166] Γεγονότα ΜΑΡΦΙΝ: εδώ γράφεται η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, η Ιστορία, η Αλήθεια.
- Εγώ, αυτά που γράφεις, ξέρω ότι είναι αληθινά.
- ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ.
- Τα σπαθιά και οι Πολεμικές Τέχνες είναι μια γνώση που την μαθαίνει κανείς, επιμορφωτικός ο ρόλος τού κειμένου. Με εκστασιάζει το πώς λειτουργούνε: περιγραφή, κόψη-άγγιγμα, σημασία.
- Αυτό που σαν κοπέλα το αρνιόμουνα, έπρεπε να το αντιμετωπίσω σαν γυναίκα. Στα τριάντα της, η γυναίκα είναι ακόμα κορίτσι. Η γυναίκα που αγαπάει την ζωή έχει περιθώρια να μείνει κορίτσι, και στα πενήντα και στα εξήντα της. Αλλά έρχεται ο άντρας μετά και σε σακατεύει. Γιατί νιώθεις νέα κι ο άλλος σε θεωρεί μεγάλη. Οι γυναίκες βγαίνουνε πια κι ο σύζυγος-σύντροφος κάθεται σπίτι στην τηλεόραση, παντοφλίτσες-εφημερίδα...
- Οι γυναίκες είναι σε μια συνεχή εξέλιξη, άρα ο χρόνος τις αδικεί.
- Έχεις εκμυστηρευτεί δημόσια ότι σου λείπει η αγάπη και σου λείπει αυτό. Η σιγουριά, η ασφάλεια. Τα στερείσαι εσύ τώρα, συν τις συγκυρίες της κρίσης, συν την αγωνία για το βιβλίο. Γι' αυτό έχεις ένα ψυχολογικό ρίξιμο. Μα εκεί που νομίζεις ότι όλα χάνονται, ένα φως έρχεται.
- [σ. 196] Στόμα-ψυχή, καρδιά-κραυγή. Αν τα 'λεγε αυτά η Μαρία, μέσω διαλόγου, θα ήταν φλύαρος ο λόγος της. Εδώ όμως ο λόγος είναι περιγραφικός, δομημένος, ακριβής. ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ο λόγος.
- [σ. 199] Πολύ sex αναφορές. Σαν να εξορκίζονται εφιάλτες.
- Το κύκνειο άσμα της είναι, το ενδιάμεσο κομμάτι, της Μαρίας. Σαν μοιρολόϊ.
- Εδώ ο συγγραφέας κι ο αναγνώστης δουλεύουνε με την περιέργεια. Μαθαίνεις-ενημερώνεσαι-εκφράζεσαι.
- [σ. 234] Ο ήρωας ΕΤΣΙ γίνεται: την μόνη στιγμή που δεν σκέφτεται. Ο ορισμός τού ήρωα.
- Η αληθινή ζωή εφορμά. ΠΡΟΣΕΞΕ Μαρία...
- Νίτσα-Αναστάσης, απόλαυση βιαιοπραγίας.
- Κάθε παιδί είναι ένας διχασμός για την μάνα/γονιό. ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΕΥΕΙ Ο ΕΝΑΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ.
- 1ος φόνος: όχι κινηματογραφικό μα τηλεοπτικό, μια αμερικάνικη βραδυνή ταινία στην τηλεόραση.
- «Σκήνωσε εν εμοί...»: Το μόνο που αγάπησε η Μαρία είναι το Υπέρτατο, ο Χριστός, ένας θεός δικός της. Όταν φτάνει πια ο άνθρωπος εδώ, αν δεν φτάσει να σε σηκώσει ένας Κύριος, τότε θα πάρεις μαζί σου κορμιά, με το δικό σου μαζί.
Το μόνο που θα την έσωζε θα ήταν να πάει κάπου να αφιερωθεί, στον έναν Κύριο και Θεό της. Αν δεν την είχαν σκοτώσει, κάπου θα αφιερωνότανε.
- [σ. 242] Ο διαλογισμός, ωραίο κομμάτι. Μόνο εδώ βρίσκει γαλήνη, αν αφιερωνόταν στον μόνο Κύριό της που είναι ο Θεός της.
- Όταν αρχίζει τα εγκλήματα, αρχίζεις ν' αναρωτιέσαι ποιά θα είναι η κατάληξη. Θα μπορούσε να επιβιώσει και να καταλήξει εκεί – αισιόδοξο, αλλά είναι ένα σκληρό βιβλίο, όπως σκληρή είναι η ζωή.
- Το τέλος της είναι μια τεράστια αλληγορία, γιατί δεν σκοτώνεται αυτό που θέλει να κάνει η Μαρία, αλλά ούτε σκοτώνεται αυτό το ίδιο. Κι αυτό δεν πρόλαβε να το καταλάβει. (Και ξαφνιάζεται κι ο αναγνώστης.)
- Στους άμυαλους ανθρώπους, οι αλήθειες τούς ξεφεύγουν.
- Είναι αντιδραστική εγωίστρια, με ένα στόμα αλλά συνάμα παθητική η Μαρία. Είναι ένα ερωτηματικό, ένα σκοτεινό, μην της κάνεις υπόδειξη. Αν θα βγει, θα ξοδευτεί με αμφίβολες παρέες. Έχει μια άφεση, «εγώ θα το κάνω με τον τρόπο μου», κάποιο ένστικτο.
- Η συμπεριφορά της δεν τον κρατάει τον άντρα. Μέσα στα αδιέξοδά της είναι επικοινωνιακή στην απόσταση. Βράζει μέσα της, έχει ένα απωθημένο. Είναι ρόλος από μόνη της.
- Εγώ επαναστάτησα σ' αυτό που υιοθέτησε η κόρη μου.
- Στο ιστιοπλοϊκό: Αχ, πόσο θα κρατήσει ο έρωτας τής ζωής μας. Κάπου φτάνουμε εδώ.
- Της παρακράτησε λίγο όμως της κακομοίρας. (Αν μπορούσαμε να σταματάμε εκεί που πρέπει.)
- Πολλές εικόνες, διαβάζεις και έχεις εικόνες, εικόνες.
- Αυτή, δεν πρόλαβε κιόλας.
- Τον έρωτα τον έχεις μέσα σου, αναβλύζει από μέσα σου και ψάχνεις να βρεις αντικείμενο. Εκεί είναι ο καημός μετά, όταν νιώσεις ότι δεν είναι αυτός.
- Ο συγγραφέας είναι σε όλα εντός, σε όλα σοφός, τα 'χει ψάξει και μας εκφράζουνε και μας δίνει απαντήσεις στα ερωτηματικά μας. Είναι γράψιμο ενός εκλεπτυσμένου διανοούμενου.
- Άπαξ και διάβασα 520 σελίδες, πήγα την ζωή μου 520 σελίδες πίσω. Άφησα την ζωή μου 520 σελίδες πίσω.
- Στο 15ο κεφάλαιο: εδώ είναι που λες, "μη χτυπήσει το τηλέφωνο". Εδώ σιωπούνε και τα φύλλα να θροΐζουνε. Έχω μπει σε μια φάση σοκ. Η Μαρία σκότωσε τον ίδιο της τον εαυτό. Ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς της με την αρσενική κοινωνία. Λειτουργεί μόνη της, δεν φέρνει κανέναν κοντά της. Γιατί την άφησες Ντάνη τόσο μόνη της;
- Στο 16ο Κεφάλαιο – πάνε κι οι σημειώσεις, τα post-it, κόμπλαρα. Εδώ. πωπω η αδρεναλίνη. Έχω διαλυθεί, γιατί έρχεται το τέλος μιας ολόκληρης ιστορίας.
- Τόση αφήγηση... Σκηνές γρήγορες, κινηματογραφικές, έγχρωμες και ένας πόνος βαθύς, μια στενοχώρια μέσα στο στέρνο, φρύδια που σμίγουν από την έκπληξη για το αποτέλεσμα και τ' αυτιά πάλλονται από εύηχο Dolby Stereo θρόισμα κυπαρισσιών... ΠΟΝΕΣΑ ΠΟΛΥ.
- Ένα κύκνειο άσμα σίγουρα. Τί να πεις, τέτοιες ώρες τέτοια λόγια.
- Η αλήθεια της στις Σκιές, στην σκιά της. Αλαφροΐσκιωτη.
- Ένα παιδάκι παρενοχλημένο απ' τον πατέρα του, που έχασε την αθωότητά του τόσο γρήγορα.
- Ω! Ντάνη Τί γράφεις, τί γράφεις; ΤΊ ΓΡΑΦΕΙΣ.
- Η σωτηρία μας – εντός της ζωής και στο τέλος της – είναι η φυγή.
- Στο τέλος δεν χρειάζεται να τα δώσεις όλα του αναγνώστη αναλυμένα.
- Μια πρόκληση, ένα χαστούκι ηχηρό. Κάποιοι θα σε στοχοποιήσουν.
- Θέλω να σου τηλεφωνήσω και να σου πω: «Μας τελείωσες». Ευχαριστώ για την τιμή που μου το εμπιστεύτηκες. Το διάβασμά του μου έχει δημιουργήσει μεγάλη ένταση. Χρειάζομαι χρόνο αποσυμπίεσης. Τώρα που το τελείωσα, πρέπει να ξαναπροσαρμοστώ στην ζωή.
- Πολύ δυνατό βιβλίο, τρομερές αλήθειες. Είναι τεράστιο έργο αυτό. Έχεις τόσο πολύ αξιοποιήσει τον εγκέφαλό σου. Διαθέτεις μια εκπληκτική παρατηρητικότητα σε όλο το γίγνεσθαι. Δεν έφτασες ως συγγραφέας τυχαία έως εδώ.
- Έντονη αφήγηση, ο συγγραφέας είναι παρών, είναι το κύριο πρόσωπο. Είναι κοντά σου σε όλη την πορεία. Το μοιράζεται και σου το περνά στον εγκέφαλο, στην ψυχή σου.
- Όλα τα Όσκαρ: σεναρίου, φωτισμών, σκηνοθεσίας, ηθοποιών.
- Αν δεν το τελειώσεις, νιώθεις ότι ήταν φτωχές οι σκέψεις σου.
- Θέλει διάβασμα το βιβλίο. Απ' την πρώτη σελίδα ως την τελευταία. Έχει πλοκή, αφήγηση, χαρακτήρες, δέσιμο, κλείσιμο, όλα.
- ΔΥΝΑΜΙΤΗΣ. Πολύ δυνατό σε συναισθήματα και σκέψεις.
- Πολλά συναισθήματα. Γίνεσαι κι εσύ μέρος τής πλοκής.
- Αιρετικό βιβλίο, μιλά απροκάλυπτα. Μα στο τέλος ο συγγραφέας τα απαλύνει όλα, μας προσφέρει γλυκύτητα και ευαισθησία, όχι μόνο σκληρότητα όπως στις προηγούμενες σελίδες.
- Οι Ψυχές κι οι Σκιές – ένα θεατρικό από μόνο του.
- Μια τοιχογραφία εποποιίας.
- Ας αναλάβουν οι αναγνώστες τις αναλύσεις των συναισθημάτων των πρωταγωνιστών.
- Φέρει στοιχεία πολιτισμού. Αιρετικό-οξύ-σεξιστικό, χωρίς να χάνει από/σε πολιτισμό. Τα λέει χύμα, αλλά δεν βρίζει. Γιατί στο τέλος βγάζει αγωνία, πόνο ψυχής, συναίσθημα.
- Σήμερα οι νεώτερες γενιές έχουν απογυμνώσει τον λόγο.
- Ό,τι κι αν πει, μόνο αλήθειες περιέχει.
- Με άλλαξε αυτό το γράψιμο: πώς αισθανόμουν όταν το άρχισα, πώς όταν το τελείωσα. Κάτι μου πρόσθεσε, κάτι μου αφαίρεσε. Η αποτοξίνωση ΑΥΤΟ είναι: θα πεινάσεις, θα πονέσεις αλλά το αποτέλεσμα-θεραπεία θα φανεί αργότερα, στο τέλος.
ΑΥΤΟΣ είναι ο στόχος του συγγραφέα: ν' αλλάζει προς το θετικό τους ανθρώπους.
- Τούτο δω είναι η πραγματικότητα, η ζωή.
- Πώς μπορεί και γράφει τόσο πολλά και τόσο καλά για τις γυναίκες; Οι γυναίκες κρύβουνε την αλήθεια τους, δεν μιλάνε.
- Οι γυναίκες-συγγραφείς παραμυθιάζουνε το κοινό τους για τον γυναικείο οργασμό: εσύ αναφέρεις ακριβώς κι αληθώς τί είναι. Αυτές μιλάνε για επιθυμίες. Μόλις αγκαλιαστούν, κλείνει η αυλαία, σαν τα τούρκικα σήριαλ.
- Με τα bold ο συγγραφέας σε συντροφεύει.
- Τελειώνοντάς το, δεν έχεις να πεις κάτι.
- Έχει θεατρικά-ντοκυμανταίρ-κινηματογραφικά στοιχεία το βιβλίο. Είναι σαν μια ταινία.
- Προσδιορίζει μια προσωπική και κοινωνική επανάσταση το βιβλίο.
- Λάφυρα πολιτισμού και όχι πλιάτσικο.
- Έχει τόσο πόνο, πικρία και πίκρα το βιβλίο αυτό.
Σπύρος Κ.
- Σημειώνω από το πρώτο ξεφύλλισμα του πλέον πρόσφατου βιβλίου σας - κι αρνούμαι ακόμα να το πω τελευταίο:
- Το "Le Cercle Rouge" είναι αυτό που μου γνώρισε τα Gitanes - εκ SEITA παρακαλώ, μόνον. Τη δική μου προσωπική, ή απλή, ξεκάθαρη προτίμηση. Που δεν υπάρχουν πια, παρά μόνον "καμμένα" σε κάτι φιλμ μουντά και αποπνικτικά, βαριά και πυκνά, με περιεχόμενο και ισχυρό aftertaste, σαν τα ίδια ένα πράμα.
- Οι πενιές του Blues Boy, μου θύμισαν ξανά την κιθαρίτσα μου, αυτή που κάποτε είπα πως θα με μαθαίνει-αυτή-όσο-ζω, αργά-αργά. Μέχρι ασπρομάλλης και "γεμάτος" να μπορώ να παίζω μόνος μου στο υπόγειο, ξημερώματα, κανα δυό τραγουδάκια, τελικά. Ας είναι.
- Τα "Κίτρινα Γάντια". Ήταν ποτέ έτσι η γωνίτσα μας; Με αυτούς τους Άντρες και αυτές τις Γυναίκες; Έχω βαρεθεί να ακούω γύρω μου τη φράση "ρε μαλάκα", από γυναίκα προς γυναίκα μάλιστα...
- Αυτά σημείωσα, τότε, όταν το ξεφύλλισα για πρώτη φορά, πράγμα που το κάνω κάπου-κάπου. Εγώ το δήλωσα, δεν είναι για "όποτε λάχει", θέλω να το διαβάσω όταν θα μου έρθει η φωτιά του, όταν συγκεντρωμένος και αφοσιωμένος θα απορροφηθώ, όταν θα ξέρω ότι θα του δώσω την αξία που του πρέπει.
Ευγενία Λ.
- Ο συναισθηματικός ιστός της αφήγησης με την λεκτικοποίηση είναι πολύ κοντά. Η πυκνότητα με τον λόγο είναι συναφείς και μπαίνεις αμέσως.
- ΄Εχει ένα ρυθμό σαν να διαβάζεις ποίηση, έχει ένα έμμετρο.
- Θέλει ένα "κώδικα" το βιβλίο. Η εικόνα είναι τόσο συνυφασμένη με τον λόγο, που αν δεν την έχει βιώσει ο αναγνώστης, δεν μπορεί να την αποκωδικοποιήσει.
- Πρέπει να μεταφραστεί αυτό το βιβλίο, στα αγγλικά. Γιατί οι ξένοι είναι πιο εγγενείς μ' αυτά που ζουν.
- Το μεγάλο του ατού είναι ότι δεν έχει σνομπισμό, γιατί δεν βγαίνει από έναν διανοούμενο.
- Έχει ροή και ρυθμό. Έχει κάτι μέσα του, δεν μπορείς να προβλέψεις το τέλος του. Σαν μια σκιά νερού που δεν έχει λούκι, έτσι αισθανόμαστε οι Έλληνες σήμερα.
- Ο τίτλος εκκρεμεί μεταξύ του "μη" του απαγορευτικού και του "μι" του αέναου του γράμματος. Γι' αυτό δεν είναι ο συγγραφέας καθόλου διδακτικός.
- Δεν βγάζει καμία οργή το βιβλίο, βγάζει τρυφερότητα. Ενώ οι λέξεις είναι οργισμένες, ο συγγραφέας ή πολύ τρυφερός είναι ή πολύ έξυπνος. Απ' τη στιγμή που σου κλείνει το μάτι, είναι τρυφερός.
Κάτια Χ.
- Με την πάροδο των ημερών διαλύεται η βαριά ατμόσφαιρα του βιβλίου, όμως όταν κλωθογυρίζει στο μυαλό μου, με "χαλάει", είναι σαν να έχει μια δική του δυναμική, που απελευθερώνεται σιγά σιγά, όπως το λες.
Παναγιώτης Α.
- Το βιβλίο αυτό δεν πρέπει να το διαβάσεις απλώς. Πρέπει να το αφήσεις να σε διαβάσει.
Γιώργος Σ.
- Πρέπει να το διαβάσεις την πρώτη φορά απνευστί. Την δεύτερη, όπως θέλεις.
Ναρκησία Μ.
- Είναι δύσκολος ο λόγος σου, μα με συνεπαίρνει. Εγώ έχω μαγευτεί. Είναι συγκλονιστικό το βιβλίο.
Όλγα Τ.
- Συγκινητικό. Και τολμηρό, πιο πολιτικοποιημένο απ' το «Ελένης νήσος». Πιο ανθρώπινη η γραφή.
- Η όλη ζωή της Μαρίας με συγκίνησε, όχι το τέλος. Η μεγάλη της ανατροπή ως προς τον εαυτό της.
- Η γυναίκα, στη ζωή, το θέλει το ερωτικό το ρομαντικό. Στο διάβασμα, το μπινελίκι το θέλει γλυκανάλατα.
- Νόμιζα ότι μπορεί η οικογένεια να την προστατεύσει, μα δεν.
Βασίλης Τσ.
- Ο συγγραφέας ασκεί μια τέχνη που δεν την ασκεί κανείς. Σαν το ξυλουργό-μαιτρ που φτιάχνει ένα βαρύ έπιπλο βαρύ, ροκοκό, που λίγοι εκτιμάνε και θέλουν.
Μάριο Ν.
- Αυτό δεν είναι βιβλίο, είναι μια σαμάνικη εμπειρία. Είναι ένα βιβλίο διορατικό-προορατικό.
Αντώνης Μ.
- Το βιβλίο είναι όρθιο, δυνατό, νοήμον κι εξέχον. Αρσενικό, προνομιούχο, υπεύθυνο, αυθεντικό, άρειο, χριστό, φωτισμένο.
- Κάθε τρεις λέξεις είναι πλήρες νόημα. [Κάθε έξι λέξεις ένα τρομερό θεώρημα, κάθε εννιά λέξεις ένα κρυπτό αξίωμα] Πέφτει το ένα πάνω στο άλλο και δεν προλαβαίνεις το μήνυμα. Θέλει μελέτη προσεκτική.
- Είναι μια απογραφή φύλων, ζωής, νοημάτων.
- Ο συγγραφέας έχει γυρίσει απ' το μέλλον στο παρελθόν.
Μάκης Α.
- Ο όγκος της δουλειάς αυτής είναι έργο ζωής.
- Η απάντηση στην γυναικεία λογοτεχνία.
- Ο συγγραφέας είναι κατά πάντων, γιατί όλοι φταίνε.
- Είναι πολύ απαιτητικό απ' τον αναγνώστη.
Θανάσης Π.
- Ένα haiku:
Rōnin
«Φθινόπωρο, πες / ποια της γης το φόρεμα / βροχή κεντάει»
Ώρες περισυλλογής, σιωπής, στάσης
Πήρε την λεπίδα
Και αργά την ξεφύλλισε
Δέκα χιλιάδες νύχτες έκρυβε
Δεκαοχτώ κοψίματα μέτρησε
Στη θήκη της την έβαλε πάλι
Δεν έχουνε σπίτι οι rōnin.
- Καταιγισμός στοιχείων, ένα βιβλίο ζωής. Μια ιστορία που τα λέει όλα.
- Είναι σκληρό βιβλίο: πρέπει να το γνωρίσεις για να το καταλάβεις.
- Με τελείωσε το βιβλίο
- Χαρακτήρες επιβλητικοί και αινιγματικοί, όχι ως πρόσωπα αλλά ως θέση. (Όπως ο Consigliere: εξηγεί στοιχεία, ξέρει να βάζει φράσεις-δηλώσεις-χαρακτηρισμούς και να δένει τον μύθο.)
- Συνεχής αναφορά σε θέματα ζωής, με ένα δέσιμο προκλητικό. Αρνητικό; Ο καταιγισμός λέξεων.
- Έξω από τα δόντια, για όλα, συμπυκνωμένα κι εκεί που δεν το περιμένεις.
- Πολιτιστικό σοκ, η ιστορία του ραφτάκου. Ιδιαίτερη μοναδικότητα η ιστορία του Δημήτρη Σενσέι.
- Σαν μια ΟΔΥΣΣΕΙΑ του Καζαντζάκη το ίδιο το βιβλίο: σου βάζει ό,τι είναι εφ' όλης της ύλης. Νέκυα: οι ψυχές που σηκώνονται. Όπως ο Καζαντζάκης φωνάζει τους συντρόφους του. Εδώ δένουν ο μύθος, η σκέψη και η πραγματικότητα.
- Η γραφή είναι αρχαιολογική. Ένα νήμα αφήγησης που πατάει στα δρώμενα και δίπλα είναι τα ευρήματα των ανθρώπων.
Σταύρος Β.
- Δεν είναι ένα βιβλίο 520 σελίδων, είναι ένα βιβλίο 3.000 σελίδων.
- Πρέπει να έχει κανείς εικόνες και εμπειρίες από διάφορους τομείς για να το διαβάσει.
- Έχεις πολλές όψεις για το ίδιο πράγμα.
Αλίκη Ρ.
- Το βιβλίο αυτό σού πετάει τα εντόσθια έξω.
- Οι πολλοί δεν έχουν τον χρόνο ν' ακούσουνε την ανάσα τους, για να διαβάσουν και να νιώσουν ΑΥΤΟ το βιβλίο. Εμένα, αυτή η δυναμική του, μου ξυπνάει τον εγκέφαλο.
Γιώργος Χ.
- Tο βιβλίο σου είναι σχολή, ταυτότητα, είναι Ντάνης Φώτος.
- Το αποτέλεσμα είναι λογοτεχνία, ΑΥΤΟ είναι το βασικό.
- Τον παίζεις κόντρα τον αναγνώστη, δεν τον αφήνεις σε διαβαστερή νηνεμία.
- Μ' έναν αξιοπρεπή εγωισμό μπόρεσες να συνομιλήσεις με την φύση σου.
- Είσαι αυτός, δεν έχεις πρόθεση.
- Όταν περάσεις το κόκκινο της έπαρσης, περνάς σε μια σμίκρυνση προσωπικοτήτων.
- Ο φυσικός κόπος είναι μέσα στον ψυχικό εαυτό σου.
- Θάνατος-πόθος: οι δυο σταθερές αλήθειες.
Γιώργος Μ.
- Kαι μόνο ότι το φοβήθηκαν οι εκδότες δείχνει πόσο ζωντανό και δυνατό είναι το βιβλίο. Σε βάζει ΜΕΣΑ στην ιστορία, σε παρασέρνει, ζεις τόσο έντονα την πλοκή που νιώθεις κι εσύ ένα φόβο, ενοχές, αγωνία. Γι' αυτά που γίνονται εκεί μέσα, γι' κείνα που γίνονται έξω.
- Δεν ταιριάζει η αυτοκτονία στην Μαρία. Η Μαρία είναι αγωνίστρια, ο θάνατός της κι ο τρόπος του δείχνει ότι μάχεται, δεν παραδίδεται, δεν παραιτείται. Η αυτοκτονία είναι παραίτηση.
Διονύσης Μ.
- Είναι φανερό ότι αυτός που εκφράζεται δεν είναι η Μαρία, είναι ο συγγραφέας.
- Το καταιγιστικό παίρνει μεγαλύτερη διάσταση, γίνεται ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ.
- Οι αποστροφές του λόγου, τα αποφθέγματα, οι ιδεολογίες που συμπλέκονται – όλα αυτά φτιάχνουν ένα προσωπικό μανιφέστο.
- Είσαι καταιγιστικός, ο ρυθμός είναι καταιγιστικός.
- Δεν αρκείσαι σε μια περιγραφή. Εσύ αναλώνεσαι στα γινόμενα, στο διαρκές γινόμενο. Μια ροή συναισθηματικών καταστάσεων, στον ψυχισμό των ηρώων.
- Παράγεις συνέχεια αποφθέγματα.
- Απίστευτα βιογραφικό. Προδίδει ένα είδος προσωπικής νοσταλγίας.
- Ίσως αρνητικό του, ο ίδιος ο καταιγιστικός του ρυθμός. Ίσως δύσκολο για το γυναικείο κοινό.
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2013