(Στον Γιώργο Δέδε)
Εικών αντρική: προπόνηση Motocross. Μια χωμάτινη πίστα, όλη πέτρα τσιμέντινη και μαρμάρινη γη, κάπου στην Αττική. Κάτι υστερικές μοτοσυκλέττες, όλο καπνίλα στριγκιά με κάτι λάστιχα τρακτερωτά και οι αναβάτες τους ντυμένοι απόκοσμα, για προστασία. Γέλια φωνές, βρισίδια γκαζιές, ιδρώτας και σκόνη, τούμπες πολλές και μερικοί γύψοι, αισθήσεις κορμιών και πτήσεις ψυχών – δεν είναι αυτά λίγα.
Ο πολεμικός κόσμος των ανδρών, προτού γεράσουνε τούτοι. (Γιατί υπάρχουνε κι αυτοί που σκύλες «στα τέσσερα» λυσσάρες γίνονται – αφού δεν βγάλαν βυζιά, αφού φάγαν λεφτά, αφού από πρώτες τσατσάδες, ξεφτίλες πόρνες γινήκαν.) Νέων ανδρών μάλιστα, ανάμεσα 15 και 30, τότε που νομίζεις ότι είσαι θεός αλλά δεν το ξέρεις και τότε που ξέρεις ότι είσαι βλαξ, αλλά ψοφάς να νομίζεις. Και δη θερμόαιμων πάντα, είτε με το ποδόσφαιρο είτε με τα όπλα, είτε με τις μοτοσυκλέττες είτε με τον αθλητισμό. Άμα μάλιστα η Μοτοσυκλέττα γίνεται και τα τέσσερα αυτά, τότε ο κρυφός οργασμός είναι σίγουρος, η νίκη εσωτερική μεν, μα βεβαία. (Η Μοτοσυκλέττα απαιτεί θεατές, είναι όπλο κι εντελώς αθλητικό μάλιστα, για όσους δεν την κάνανε μαγαζάκι-«μονάδα κάθετη», περιοδικάκι-«συγκρότημα χάρτινο», επιχείρηση-γίγας με τσεβδά λόγια. (We all know each other here, right?)
Μέσα εκεί, τότε εκεί, ένα παιδί μόνο 15 χρονών – ίδιος ο Brad Lackey – παλεύει πεισματικά σιωπηλά με το 85άρι το ΚΧ του. (Πεθαίνω ρε και για τα δερμάτινα, και για τα κυβικά, καθότι ΕΚΕΙ είναι ΟΛΗ η απόλαυση και η παρθενιά, προτού χαθούν διαλυθούν και εξατμιστούν όλα). Κάνει τούς γύρους του ταπεινά ενώ δίπλα του προσώπατα και κλεφτρόνια, μαλάκες και άρχοντες, γκαζιάρηδες τής πυγμής και πολυλογάδες κλανιάς οργιάζουνε – το παιδί είναι ΠΑΝΤΑ στον κόσμο του κι εκτός απ' αυτόν, ΔΕΝ υφίσταται άλλος. Η μοναξιά τού 15χρονου είναι απελπιστική, τότε και τώρα, ανέκαθεν και για πάντοτε – φέρτε στον νου σας εσείς τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο και όσοι έχετε αγόρια, θα πάτε να τ' αγκαλιάσετε άμεσα με ταπείνωση, από ενσυναίσθηση, για παρηγορία.
Πίσω του φρουμάζει ο Πρωταθλητής, ένας σβερκογίγαντας εκατό κιλών πάνω σε μια σουηδεζάρα των 40 ίππων, ένας έμπειρος αναβάτης και νικητής με δάφνες στο σπίτι του, γραμμάτια στο συρτάρι του, δεκάδες γυναίκες στο κρεβάτι του και πεντέξι μοτοσυκλέττες στο φορτηγό του. Φέρνει τούς γύρους του τούτος για ζέσταμα, τί να τού πει η Πεντέλη και ο Σχοινιάς, άμα ο αδελφός ενός «γορίλλα» έχει νικήσει Μαραθώνα Πανόραμα, Λάρισσα και Πετσαγκουράκη; Κι όμως. Τον ήξερα κι εγώ τον Πρωταθλητή, (ενώ ο 15χρονος, άγνωστος μού 'ναι). Είχαμε με τον Στέλιο μια κουβέντα ξεχωριστή ευγενική αστική, ο Στέλιος Σπυριδόπουλος ρε κρετίνοι και πάμπλουτοι, χασικλήδες και παραλήδες μιλούσε σε άπαντες στον πληθυντικό, όταν ούτε η pochette τού Δαρδούφα δεν καταδεχόταν να σε κοιτάξει! (Θα ξανάρθω εγώ εδώ, θα κατακαύσω την γη τούτην «επαγγελίας» ακριβώς, που την κάναν κάτι τσουτσέκια επάγγελμα and they gave Μοτοσυκλέττα a really baaad name!)
Tο kid νιώθει την ανάσα τού Champ πίσω του, ο Δαβίδ αισθάνεται το δέμας τού Γολιάθ πάνω του, μα το μικρούλι γκάζι του δεν το κλείνει. Ο 15χρονος Γιώργος Δέδες με το 85αράκι του έχει πίσω του-δίπλα του-πάνω του τον 30χρονο Στέλιο Σπυριδόπουλο με την 250άρα του, που το ατέλειωτο γκάζι της το έχει πνιγμένο. Χα! Αυτή είναι ρε η Ζωή, και χαίρομαι που γεννήθηκα άνθρωπος πριν 65 ολόκληρα χρόνια, όπως χαίρομαι που έφτασα 65 χρονών για να γράψω ετούτα απ' το block-pass τού Γιώργου στον Στέλιο.
(Τώρα θα σάς κάνω να βουρκώσετε.)
Δύο είναι οι λέξεις, εγώ έγραψα: «Ευγνωμοσύνη για την καλοσύνη» καταπώς ο Γιώργος ευλόγησε, (το επόμενο ρήμα θα το βάλω σε λίγο). «Ευγνωμοσύνη» είναι ο ύμνος και αίνος παιδιού, που θέλει να προπονηθεί και αυτό, να χαρεί και αυτό, να γίνει κάτι να νιώσει κάτι κι αυτό, μέσα σ' έναν κόσμο καννιβάλων μεγάλων. «Καλοσύνη» είναι τα αίσθημα κι η ευτυχία παιδιού, που γίνεται ισότιμα αποδεκτό, φιλικά συναδελφικό, μαγικά εισελθόν σ' ένα σύμπαν του άγνωστο, σκληρό, ματωμένο. Γιατί δεν τον κάνει η Γυναίκα άντρα τον Άνδρα ρε: αυτά τα διηγούνται μουνιά στα γεράματα και πουστάρες στα κέφια. Ο Άνδρας γίνεται αδήν και πυρήν μόνο στον Πόλεμο κι όποιος ξεφύλλισε-έστω Θουκυδίδη και Σουν Τζου και δεν κατετάγη στην Λεγεώνα των Ξένων, ας γονατίσει στα δεκάδες νεκροταφεία πολεμιστών για ν' αντιληφθεί τί εστίν ψυχής όρχεις.
Ναι, κοινώνησε ο ευτυχής Γιώργος Δέδες ως 15χρονος προικισθείς, απ' το δισκοπότηρο τού Πρωταθλητή Στέλιου Σπυριδόπουλου. (Δόξα τω θεώ τού Διτρόχου, γνώρισα ελάχιστους και Πρωταθλητές και Κυρίους, έναν θα πω: τον Τάσο Μυρογιάννη ή ΝΑΜΝΑ.) Όποιος πλημμύρισε απ' το μοναδικό τούτο και πλέον ευλογητό συναίσθημα τής ευγνωμοσύνης, έχει κοινωνήσει δια-βίου αχράντων ανδρικών, και πρωταθληματικών κιόλας. (Γιατί άλλη γεύση έχει η σφαλιάρα και η «δεκάρα» απ' τον λοχία σου και άλλον ήχο και καύλα η ποινή και «καμπάνα» απ' τον στρατηγό σου.) «Αμοιβαία τα αισθήματα μωρό μου» δεν σαχλοχιτοτραγούδαγε ο Αντύπας στην χυδαία 90ίλα; Το ακριβώς ολόϊδιο και ευγενικό διαβάσαμε ότι συνέβη εδώ: Ο Πρωταθλητής ψιλοακούμπαγε κι έσπρωχνε τον μικρό, τον οδήγαγε από πίσω, τον προπονούσε πιέζοντάς τον μαλακά-σταθερά, πατρικά-συναθλητικά, λυσσάρικα κι αποτελεσματικά, προαγωγικά. (Άντε μετά ρε συ όποιε άντρα να βρεις γυναίκα να σού τα πει τούτα, άσε δε να σού τα κάνει αυτά...)
(Τώρα θα σάς κάνω να κλάψετε.)
Κι απαιτεί η στιγμή έναν – ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΓΝΩΣΤΟΝ ΜΟΥ – Γιώργο Δέδε να στάξει την λέξη που ξεκίνησε την Ζωή: «καλοσύνη». Μέσα απ' το ζουρλό το καρμπυρατέρ, πίσω απ' την στριγκή την εξατμισούλα τού ΚΧ να εκμαιεύσει την ιερή και σεπτή Λέξη αυτή που κρύβεται μία ζωή, πολλές ζωές, δισεκατομμύρια ζωές πάντα ώστε να εκφραστεί και να επιφανεί – απολαύστε εσείς φίλοι μου λέξεις ζυμωμένες γλυπτές, λέξεις θαυμαστές και ελληνικές, προτού σάς μογγολιάσουνε υβριστές ράππερς σαν τον Φύσσα (στην καλύτερη) ή σας αρχιδολειώσουνε νιαουρίζουσες τραγουδίτσες σαν την Μόνικα (στην χειρότερη). Θα το πω, ξαναπώ, ξαναλέω: η καλοσύνη είναι το κλειδί κι ο λαμπτήρ τής ζωής και για τα δικά μου μάτια-μυαλά, ο Γιώργος Δέδες είναι ο... Πατριάρχης Δικύκλων Ιεροσολύμων: καθότι ΑΥΤΟΣ-ΜΟΝΟΣ-ΠΡΩΤΟΣ την Λέξη τούτη θάρρεψε και κατέγραψε, εκείνος άναψε τον φανό που κατεσκόρπισε το σκότος τής και ερασιτεχνικής και μαλακίας που έχει δηλητηριάσει τα χρόνια μας και τούς έχει κάνει άπαντες ως like-followers οπαδούς, να θαλασσοπνίγονται στις βλαμμένες κουβέντες. (Εντελώς κλούβιων.)
Αλλά δεν σταμάτησε ο Γιώργος εδώ. Όπως πάντα συμβαίνει στις κρυπτές περιπτώσεις αυτές, άφησε και ίχνος απλό διακριτό, έστρωσε ένα ρήμα πονετικό, μίτο υγείας και περιπετείας. Και εκφώνησε το ρήμα που δεν έχει ρεύσει καν, γιατί ανήκει κι αρμόζει σ' αυτούς που ρεύση δεν έχουν πάθει ποτέ, γιατί τούτοι χύνουν από αιώνων: «νοιάζομαι» λέγεται η Λέξη αυτή που το Σύμπαν κρατεί, και με τις πολλές έννοιές του. (Δυναμώνει συσφίγγει κυριαρχεί, τρομάζει συσπειρώνει οργανώνει...) Στην αγγλική γλώσσα μάλιστα το ρήμα «νοιάζομαι» γίνεται πιο ανθρώπινο, ψυχικά υλικό, σωματικά δοτικό, πνευματικά απλησίαστο κιόλας. Στους βίαιους μεθύστακες Βρεταννούς "care" σημαίνει και ενδιαφέρομαι και φροντίζω κι εδώ Η λέξη φθάνει στον ατομικό της τον οργασμό, που τον είδε η Αίτνα και έσβησε, τονε μπάνισε ο Βεζούβιος και σε θράκα για κοκορέτσι εσβέσθη.
Εδώ ευχολογήθηκε κι ευλογήθηκε ο Στέλιος Σπυριδόπουλος, κι απ' τις ουράνιες πίστες χαμογελά. (Τί νομίζετε ρε; Ότι επειδή βάλατε άνδρα στο χώμα, πέθανε έλειωσε και χάθηκε τούτος;) Εδώ ευλογήθηκε και χαριτώθηκε ο Γιώργος Δέδες που και ένιωσε και κράτησε, και έγραψε και μετέδωσε, κι από τις γήινες σκέψεις του χαιρετάει. (Τί νομίζετε ρε; Ότι επειδή κανείς δεν αναγνωρίζει κανέναν στην χώρα μας, δεν υπάρχουνε νήματα και ιστοί, λεπτά πνεύματα και κιρσοί σαρκικοί που δεν έχουν δέσει και αναστήσει άνδρες, μοτοσυκλεττιστές και ανθρώπους;)
Ιδού λοιπόν η Αγία Τριάς κατ' εμέ, (που και συγγραφέας και μοτοσυκλεττιστής, και ψυχή αγνή και ιερέας στυγνός είμαι): «Ευγνωμοσύνη και καλοσύνη και νοιάξιμο» επιγράφεται ο υπότιτλος τής «Αρένας» μας, και καλύτερο soundtrack ο Γιώργος – μέσω Στέλιου – δεν θα μπορούσε να βάλει. (Και τον ευχαριστώ για αυτό, ιδιαίτερα καθώς άγνωστός μου μού είναι.) Γιατί τα μηχανάκια για χέσιμο τα 'χω εάν δεν μεταφέρουν κι αναδεικνύουν Στιγμή και Πνοή, Σκηνή και Πυγμή – τ' άλλα είναι για λιβανιστήρια τού Κάλχα και ψαλτήρια τού Χάχα. Ώπα ρε! Εδώ είναι αρένα ακριβώς, δεν είναι κλαψιάρικο πάλκο τού κάθε αποτυχημένου λεφτά, που τα λεφτά-ως-σκατά του θέλει να κρύψει. Εδώ είναι «χώμα και άμμος», πλήρες "blood sweat and tears" και όχι λεκανάκι-για-λεζαντάκι τού κάθε παπατζή και φαλιριτζή, που επιμένει να κουνά την αποψιλωμένη ουρά του, επειδή λέει κάάάποτε καβάλλησε, κάάάποτε καβλάντησε και τώώώρα στα μνημόσυνα μάς έχει φλομώσει.
Η Ελλάδα είναι η μοναδικά-μαλακισμένη χώρα στον πλανήτη Γη όπου οι αληθινοί ήρωες είναι οι σιωπηλοί, κι αυτοί που στις επέτειους συνωστίζονται είναι για καμμιά Γιάννα Αγγελοπούλου κάνα στρατηγό Φράγκο, καμμιά Ραχήλ Μακρή κάναν Καββαθά Κώστα. Για μένα ο – πάντα άγνωστός μου – Γιώργος Δέδες είναι ο παιδικός μου μοτοσυκλεττιστικός ήρωας και για μένα ο – απολύτως γνωστός μου – Στέλιος Σπυριδόπουλος ήταν ο νεανικός μου μοτοσυκλεττιστικός ήρωας, οι υπόλοιποι να πάνε να μυξοκλαφτούν σε διαδικτυακά κλαμπάκια-συναγωγές, θερμοκοιτίδων τεκέδες και μαγαζιά-μπιντέδες.
Χα! Ντάνης ΦΩΤΟΣ λέγομαι και – χαίρομαι που εδώ θα το πω – περιέχω και νταν και φως, ξέρετε γιατί; Διότι ποτέ δεν εφείσθην λόγων καλών για καθέναν. Όσο η λογοτεχνική ρομφαία μου κατέκαιγε τον κάθε γυριστρούλη μαλάκα, τόσο η ιδία ρομφαία καίγεται τούς σπανίους ημίθεους να λαμπαδεύσει, που εδώ-σήμερα έχουν και όνομα: Στέλιος Σπυριδόπουλος και Δέδες Γιώργος – καλά να 'στε.
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2021