The flip-side of a Legend
Από τον Kowalski το 1951 (και τεκνό τού Elia Kazan), στο THE WILD ONE το 1953 (και ζετεμάκι τής Mary Murphy), στο ON THE WATERFRONT το 1954 (ως τσαμπουκάκος να στηρίζεται στον Karl Malden), στο GODFATHER το 1972 (όπου αποθεώνεται, πατώντας πάνω σε ένα ασύλληπτο cast), στο LAST TANGO IN PARIS επίσης το '72 (που τον σβήνει εξοντωτικά το ζουμερό και ξεβράκωτο, προθυμόπουτσο και αυθάδικο γαλλοκαυλάκι τής Maria Schneider), μέχρι την ανάστασή του στο APOCALYPSE NOW το 1979 (ως Colonel Walter E. Kurtz, μια περσόνα απλησίαστη αιωνίως στον κινηματογράφο).
Δασκαλεμένος απ' την Μεγάλη Stella Adler περπάτησε για λίγο το αμερικάνικο «σανίδι», αλλά ήδη το ταμπεραμέντο του ανατίναζε παραστάσεις και παραγωγούς, ηθοποιούς και ταμίες. Από πολύ νωρίς αρνιόταν ν' αποστηθίζει τούς ρόλους του, επενέβαινε παντού όπου άποψη είχε, τσατάλιαζε τα νευράκια των θηλυκών του ντιβών και χανόταν απ' τα γυρίσματα άνευ αιτίας.
Τελείως γκόμενα από-νωρίς ων, όταν ήθελε να παίξει, έπαιζε με τούς δικούς του όρους και όταν αρνιόταν να παίξει οτιδήποτε, πάλι τούς «έπαιζε» άπαντες με τους δικούς του «κωφάλαλους» όρους. Μετά την σκηνοθετική του αποτυχία, το box-office το είδε ως αγελάδα-για-φραγκοάρμεγμα, νομίζοντας ότι μόνον εκείνος θα «πίνει και θα τρώει»... (χαχαχα)! Κι αν δεν ήταν ο εμμονικός Κόππολα να πλακωθεί με τους monguls-παραγωγούς επιμένοντας να τον έχει στον ΝΟΝΟ του, ο Μπράντο θα σερνότανε δια-βίου τσακωνόμενος και βουλιάζοντας περισσότερο στην καταθλιπτική του παχυσαρκία.
Την ίδια χρονιά, ο Μπερτολούτσι τον βάζει να τρέχει πάνω-κάτω-δίπλα-μέσα-πίσω απ' την Μαρία Σνάϊντερ σε ένα σκονισμένο διαμέρισμα, σε ένα μουντώδες Παρίσι κι εκεί μείναμε ενεοί άπαντες, δίχως να ξέρουμε πού τέτοια «βουτυράτη» τέχνη να τηνε βάλουμε. Επιτρέψτε μου: εδώ ο Μπράντο κεντάει προσωπικά και εκθέτει en pleine forme την επερχόμενη κατάπτωσή του. Έχοντας μάλιστα απέναντί του την αυταναφλεγόμενη και αυτοερωτική Μαρία – την γαλλίδα «αντίστοιχη» τής Μαρίας Βασιλείου, στην ΕΥΔΟΚΙΑ τού Αλέξη Δαμιανού – καταποντίζεται στον εσωτερικό του λαβύρινθο και καταλήγει πιστολισμένος και διπλωμένος στο μπαλκονάκι τού κρύου Passy.
«Κύκνειο άσμα» του; Το ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΩΡΑ. Όπου με δυσκολία κατάφερε – και τελευταία στιγμή – να καπελώσει τούς άλλους τρεις Μέγιστους: τον Martin Sheen, τον Robert Duval και τον Dennis Hopper. Μα ήταν ήδη αργά – ο Ήρωας, ο Άντρας, η Μούρη, ο Λεφτάς, ο Καλλιτέχνης είχε βουλιάξει. Διεκπεραιωτικά και για το παχυλό μεροκάματο σερνόταν από συμβόλαιο σε ταινία, από σετ σε καρέκλα, από δίαιτες σε κραιπάλες. Ομολογημένα-μα-αδιάφορα ομοφυλόφιλος, τα είχε – και – με την Μαίριλυν Μονρόε, «πατέρεψε» ένδεκα παιδιά και τού φορτώσανε μετά τόσοι και διάφοροι πεινάλες-διαφήμισης σχέσεις κι ειδύλλια, μπάσταρδα και «επίσημα», που ο ίδιος γελούσε σαρδόνια τρανταχτά και με γλυκερά μαλαγανιάρικα χάχανα.
Τί έμεινε; Ένας τέτοιος «ογκόλιθος» καλλιτέχνη κι ανδρός, να τσουλά μ' ένα ηλεκτρικό τού γκολφ αμαξίδιο που οδηγούσε ο «μέντοράς» του-πια... Michael Jackson! Και πού; Μα στην Neverland! Με αφρίζον το ζάχαρο και πρησμένος στο λίπος, με μάσκα οξυγόνου και το μυαλό του θολό, καμμένος πέρα-ως-πέρα και μέσα-έξω. Τα έβαλε με όλους κι απ' όλους έχασε, προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τούς εκμεταλλευτές του (το δύσκολο), καταγοήτευσε τούς θαυμαστές του (το εύκολο) και κατασκύλιασε τούς εκπορνευτές του (το ακόμα πιο εύκολο).
Τί μένει; Η ΜΟΝΗ σωτηρίας οδός – λέω εγώ –είναι το «Λάθε βιώσας», το να μη σε ξέρει κανείς, να μη σε πάρουνε καν οι ύαινες και τα τσακάλια χαμπάρι. Γιατί αν γεννηθείς κούκλος κι αφεθείς στο «παιχνίδι» τους-αρχικά ώστε απλώς μέρος να λάβεις, είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ αδύνατον κατόπιν-μετά για να βγεις. Είτε με τα λεφτά είτε με τα συμβόλαια, είτε με τα ναρκωτικά είτε με τα ποτά, είτε με την φήμη είτε με την δυσφήμιση, είτε με τις γυναίκες είτε με τα τεκνά, είτε με τα λόγια είτε με τα περίστροφα – you will be fucked, έτσι για να νιώσεις κι εσύ ρε μεγάλε μας μαλακοπουτσαρά, πώς ένιωσε το Μαράκι το Σναϊντεράκι όταν εσύ κι ο Μπερτό το ξεκωλωξεφτιλίσατε στα πατώματα τότε.
A bitter lesson this is indeed, και χθες που ξανά 'δα ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΝΓΚΟ, δεν μπορείτε ν' αντιληφθείτε πόσο δυστυχισμενοχαρούμενος ένιωσα. Δυστυχής για το μαρτύριο των διάσημων συνανθρώπων μου και χαρούμενος που είχε υγρασία 80% και θερμοκρασία 30C στην σπηλιά μου. Η φόρμα μου στον πάγκο στέγνωνε, ο γάτος κοιμόταν απ' το πρωί, στο πορτοφόλι μου είχα 20 μόνον ευρώ και μόλις αποφάσισα ν' αρχίσω να καίω τα πλεονάζοντα «τα τρία μι».
Χα! Η νέα-ξανθιά-ερωτευμένη "μου" τον εαυτό της επιτέλους παντρεύτηκε, το ΝΒ μου θέλει καινούργιο ψυγείο-βεντιλατέρ, το δεύτερο εμβόλιο-covid παρενέργειες μού 'κανε και η Εφορία με ξανάσφαξε, πάντα ΑλεξοΚούλη-χορηγία. Αν λοιπόν ο Μάρλον Μπράντο σε αναπηρική κυκλοφόραγε, μύθοι-λαπάδες στήθηκαν πάνω του και το Χόλλυγουντ κανονίζει πότε και ποιός θα «πεθάνει» σταθερά και ακλόνητα, προτιμώ να ψοφήσω σαν τον σκύλο-Τανάγρας άσημος, άσκημος, ξεχασμένος.
Έτσι λοιπόν, κάτι λίγες λέξεις μου ακόμη μού μείνανε, συντροφιά να μού κάνουν. Κι ελπίζω και εύχομαι, αφού άπαντες θ' αναστηθούμε πεθαίνοντας, μήπως η μοναξιά σε γλυτώνει από βαρύ cargo φήμης και χοντρού πλούτου container; Από μαρτύρια συνανθρώπων σου και βασανιστήρια αφεντικών; Από ερωμένων σπαζαρχιδιά και συζύγων πεοσωτάρισμα; Από Τέχνης φαλίρισμα και Ζωής φιλαυτία;
Ερωτώ, μα δεν ξέρω... και δεν με νοιάζει καν να μάθω τί πια.
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2021