Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

R.I.P. Μαρινάκο. (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)


 

Τώρα γύρισα από την κηδεία τού Μαρινάκου

 

Ένα παλικάρι τριάντα πέντε χρονών σεμνό φιλήσυχο και κλειστό, με χιούμορ στικτό και μηχανολογικές γνώσεις, με KTM Duke και HONDA Fireblade έχασε την ζωή του ακαριαία στο Σχιστό, επιστρέφοντας από την δουλειά του.

Έκλαψα άγρια και βουβά όταν τον είδα στο φέρετρο, κίτρινο μα ήρεμο, ακίνητο κι άψυχο, πνιγμένον στα λουλούδια και τυλιγμένον στους κοπετούς. «Πάει ο Μαρινάκος ρε;» ρώτησα δίχως απάντηση να ζητώ, ο καθένας μόνος πεθαίνει μόνος απόλυτα – γι' αυτό σφαδάζουν από πόνο γνωστοί και συγγενείς, φίλοι και φίλες: γιατί ο νεκρός είναι πια ευτυχής και εμείς έχουμε ξεμείνει εδώ στην ζωή, να φοβόμαστε την ζωή μας.

Πριν είκοσι χρόνια είχα γράψει για τον Μαρινάκο ένα κείμενο και θα ήθελα να το επαναφέρω εδώ, ως ύστατο φόρο τιμής και άνθος αγάπης για το παιδί τούτο που είχα γνωρίσει στο συνεργείο τού θείου του και για τον άνδρα αυτόν που τού είχα κάποτε δωρίσει έναν Zippo δικό μου.

 

[[[[[[[[[[[[[[[[[


Στα τριανταπέντε χρόνια που μπαινοβγαίνω στα συνεργεία, έχω δει πολλά. Δεν αναφέρομαι σε φάσεις και γεγονότα, μαλακίες κι εγκλήματα, δουλειές και αριστουργήματα. Δεν μιλώ για μηχανάκια κι επισκευές, ούτε για πλάκες κι επιπλοκές, όχι. Ούτε καν μιλώ για μεγάλους μαστόρους – εγώ γνώρισα τρεις απ' αυτούς και γι' αυτούς έχω γράψει: ο ένας έχει αποδημήσει, ο άλλος στην Πάτρα παλεύει την αρρώστεια του και τον τρίτο τον έχω εδώ δίπλα μου, μια γκαζιά μέχρι το Περιστέρι.

Σήμερα όμως θέλω να γράψω για τα «παιδιά». Τους «μικρούς» όπως κακώς τούς λένε, τους μαθητευόμενους νεαρούς, τους «βοηθούς» που δουλεύουν στα συνεργεία. Γιατί όσο μεγάλο κι αν είναι το μαγαζί, όσο φίρμα κι αν είναι ο τεχνικός ο ράνινγκ δε μπίζνες, το συνεργείο ΕΙΝΑΙ οι βοηθοί: γιατί αυτοί ακριβώς είναι που ξεχωρίζουν και ξεφωνίζουν τί είναι και τί γίνεται εκεί, τί φτιάχνεται τί χαλάει, τί κλοπή και τί χαρά μαζί πάνε πάντα.

Έχω λοιπόν – στα πενήντα μου χρόνια μοτοεπισκευαστικής εμπλοκής – γνωρίσει και πέσει πάνω σε μούλους και σε τεκνούς, σε σκέτα καθίκια και σε λαμπρούς, σε στραβάδια αγύριστα και σε διάνοιες σκέτες. Άλλος κράταγε το πιστόνι κόντρα μέσα από την μπουζότρυπα μ' ένα αιχμηρό κατσαβίδι, κι άλλος φορούσε γαντάκια απ' την δεκαετία τού '80 κι ας τονε βρίζανε. Άλλος ερχόταν νωρίς, εργαζόταν στρωτά κι έφευγε τελευταίος, κι αλλουνού πέντε η ώρα τού πέφτανε τα πολύγωνα απ' τα χέρια. Άλλος έπαιρνε την μοτοσυκλέττα για δοκιμή κι έσκαγε δυό ώρες μετά με την περιουσία τού άλλου ρετάλι, κι άλλος όταν ανέβαινε είχε τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά, να μεταφέρει στον μάστορα ό,τι δει, ό,τι ακούσει.

Ένα τελευταίο και σπάνιο δείγμα τού κόσμου αυτού, των νέων αυτών είναι ο Μαρινάκος. (Και χρησιμοποιώ τρυφερό υποκοριστικό για αυτόν, γιατί στον πυρήνα τής ανθρώπινης συμπεριφοράς κρύβεται ο αληθινός χαρακτήρας τού κάθε ανθρώπου.) Ο Μαρινάκος λοιπόν είναι όχι μόνον το δεξί χέρι και βοηθός τού μηχανικού, όχι μόνον ανηψιός τού αφεντικού αλλά και ο μοναδικός, πολύτιμος και καταπονημένος φρουρός τού μουρλού όσο κι αγαπημένου ιντζενιέρε τής ψυχής και των κινητήρων ημών, μπάϊ δε νέημ οβ Γιάννης Λάζαρης. Ο Μαρινάκος είναι ένα ψηλό, ξανθό και λεπτό παιδί που χρωστά ένα μάθημα στην Σχολή του κι όπου να 'ναι θα πάει φαντάρος – τίποτα διαφορετικό, τίποτα το ξεχωριστό και τίποτα το ιδιαίτερο έως εδώ. Αυτό που διείδα εγώ είναι αυτή η ειδική σχέση προσοχής και στοργής που σιωπηλά στηρίζει, προμηθεύει και ακτινοβολεί ο νέος αυτός σταθερά προς τον εργοδότη κι αφεντικό του, προς τον θείο και κολλητό του, προς τον άνθρωπο τον οποίο «υπηρετεί», τον μηχανικό τον οποίο παραστέκει, τον τεχνίτη από τον οποίο μαθαίνει αυτά που τον ευχαριστούν, αυτά που του αρέσουν να φτιάχνει. Καθώς κατέχει – αλλά σπανίως οδηγεί – έναν ΚΤΜ Δούκα μπούνια φτιαγμένο, τις ελεύθερές του ώρες θα μπει στο Διαδίκτυο να ψάξει να μάθει, να ενημερωθεί να χαζέψει, να ρωτήσει να πει, να επικοινωνήσει... τέλος πάντων έτσι όπως τούτα τα νέα παιδιά μπορούν και σήμερα κάνουν.

Αυτό όμως που επιτελούν τούτα των συνεργείων «παιδιά», δεν είναι εύκολο ούτε λίγο. Έχω περάσει το ένα-τρίτο τής ζωής μου εκεί μέσα, το δεύτερο-τρίτο το έχω φάει στα γυμναστήρια και το τρίτο-τρίτο το 'χω λειώσει στο πληκτρολόγιο πάνω: άρα γνωρίζω και δικαιούμαι να πω ότι και μόνον η ορθοστασία επί δωδεκάωρο μπορεί να τραγανίσει αργά αλλά σταθερά και του πιο μάγκα τούς όρχεις. Όσο νέος κι αν είσαι, όσο κι αν αγαπάς την δουλειά κι όσο κι αν τρελλαίνεσαι με τις μοτοσυκλέττες, έρχεται η στιγμή που απλά γονατίζεις από την κούραση. Το συνεργείο είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά, είναι όμως και μοναδικός χώρος ανάπτυξης χαρακτήρων – σημειώστε το τούτο. Γιατί αυτά που γίνονται και λέγονται εκεί, σε πολύ λίγους άλλους χώρους μπορούνε να γίνουν. Κι όποιος έχει τα μάτια και κυρίως τ' αυτιά ανοιχτά, να 'ναι σίγουρος ότι πολλά σκαλοπάτια θ' ανέβει, σκαλοπάτια κρυφά και μοναδικά, πολύτιμα κι απλησίαστα, απλώς τελευταία.


Ο Μαρινάκος απ' το πρωί μ' ένα τσιγάρο στο στόμα κυκλοφορεί κι άλλοτε γονατιστός κάτω από ένα παπί ή δίπλα σε μια μεγαλοεντούρο – πώς λέμε «μεγαλοκοπέλα»; – μοτοσυκλέττα, την εξαίρετη αυτή τέχνη θεραπεύει. Πάντοτε πρόθυμος, πάντοτε σιωπηλός, πάντοτε παρατηρητικός ρουφά κι αποταμιεύει, διαλέγει και κρίνει, συλλέγει και προχωρά - όλα αυτά και λίγα είναι για έναν νέο μέσα σ' έναν χώρο τόσο εκρηκτικό και δημιουργικό, όπως είναι το συνεργείο. (Πόσο μάλλον το συνεργείο τού θειού και αφεντικού και δικού μας μηχανικού.) Δεν θα μιλήσει πολύ ο Μαρίνος, όταν όμως ανοίξει το στόμα του, ή τον μαλάκα θα κόψει σε σωστές, λεπτές κι όρθιες φέτες στεγνές, ή τον σωστό θα κεντήσει με γλυκές, χοντρές κι απλωτές παγιέτες αστραφτερές. Διαθέτει ένα κρυφό χάρισμα αυτό το παιδί να «πατάει» απαλά και σωστά, που άμα το φροντίσει αυτό και δεν τού το πάρουν, τότε να 'ναι σίγουρος ότι δεν έχει κανέναν άλλον ανάγκη σε τούτη την μαλακισμένη – έτσι όπως κατάντησε – ζωή. (Κι ας πιστεύει εκείνος αλλιώς, απλά δεν πιστεύει ακόμα.)

Δεν με νοιάζει να μιλώ για ζωές άλλων, γιατί προτάσσω ψυχής σεπτής το κριτήριο κι αντισπαθίζω κάθε έναν παπάρα. Με ενδιαφέρει να φέρνω στο φως ψυχές άλλων όταν κρίνω ότι αυτές λάμπουν και θέλγουνε, ενίοτε τυραννάνε τον εαυτό τους αλλά εμμέσως το μάθημα θέτουνε και μοιράζουν. Και κυρίως δεν μπορώ να συγκρατηθώ άμα πρόκειται δυό κουβέντες να πω, που αξίζει ως υπόδειγμα να τσουλήσουν. Γιατί μέσα στην κοχλάζουσα κόλαση σήμερα των Αθηνών, ξανθές αναπνοές σαν κι αυτές, ματιές πανάλαφρες και κουβέντες στρωτές σαν τού Μαρινάκου σπανίζουν. Όταν μάλιστα μετρούν είκοσι-κάτι και μόνο χρόνια, το μελάνι μου τελειώνει εδώ, εγώ κρατώ την χαρά τής ομιλίας με ανθρώπους σαν και αυτόν, την ευτυχία τής επαφής των διακριτικών νεαρών - ιδιαίτερα σήμερα, ιδιαίτερα τώρα. Γι' αυτό και μόνο το δώρο του τον ευλογώ τον ευχαριστώ - να είναι εκείνος πάντα καλά, καλά να 'ναι πάντα.

 

]]]]]]]]]]]]]


 


 


 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2018

Διαβάστηκε 525 φορές Σάββατο, 13 Αυγούστου 2022 13:46