[1998 ]
«Ντάνη, άντρα, Ντάνη.
Θαρρώ πως ήρθε η ώρα να σου πω το ταπεινό μου ευχαριστώ, έστω και μέσα από αυτή την 'άψυχη' σελίδα. Εξάλλου και εσύ μέσα από 'άψυχες' σελίδες μιλάς. Σ' ευχαριστώ ρε Ντάνη για τις αναπνοές που μου χαρίζουν τα σκαλίσματα του μυαλού σου, οι μουτζούρες της καρδιάς σου. Σ' ευχαριστώ γιατί βλέπω πως, ευτυχώς, υπάρχουν ακόμη άντρες που σέβονται τα ρημάδια τα λόγια που ξεστομίζουν, που πονάνε τις χαρακιές που τραβάνε στις σελίδες τους, που κοιτάνε και τραβάνε μπροστά πολύ.
Κράτα Ντάνη, κράτα, έχοντας γνώση πως υπάρχουν παιδιά που βλέπουν κάτω απ' τα γράμματά σου, παιδιά που σε διαβάζουν, σε νοιάζονται και ας (μη) σε ξέρουν. Κι αν κουραστείς, αν νοιώσεις πως το σχοινί αρχίζει και κουνιέται επικίνδυνα (να 'ναι καλά αυτοί που βαδίζουν σε λεωφόρους και νομίζουν πως είναι κατόρθωμα να κουνάνε τα σχοινάκια των νοικοκυριών), τότε φέρε στο νου σου τον φίλο σου, φέρε στο νου σου τα παραπάνω. Όταν θα πέσεις από ψηλά πολύ, και για κακή σου τύχη θα εξακολουθείς να 'αναπνέεις', τότε Ντάνη, είναι η στιγμή που θα μετρήσεις τη φιλία. Και για αυτή την υπέροχη κουβέντα δεν έχεις σκαλίσει ακόμη στη σελίδα σου, δεν έχεις ζωγραφίσει, δεν έχεις γλύψει ρε Ντάνη. Κι όμως στα 22 χρόνια που μετράνε οι αναπνοές μου, θαρρώ πως είναι το πιο μακρύ ταξίδι του ανθρώπου, το πλέον δυνατό στήριγμα, ο αληθινός πλούτος, για να σ' το γράψω όπως το νοιώθω. Μας γράφεις, όπως θυμάμαι, για τρία πράγματα, για γυναίκες (θείο δώρο), για μηχανές (ανθρώπινο δώρο), για έρωτες (δε θέλω να βγω από δω μέσα). Κι όμως για τη φιλία δε χαράζεις, δεν ξεστομίζεις κουβέντα. Κλέβω λοιπόν απ' τον γκουρού της Κυψέλης σου και σου γράφω ό,τι μου έγραψες πριν καιρό. 'Το πόσο πολύ μετράει κάποιος δε φαίνεται από το πόσους πολλούς γνωρίζει, μα το πόσους λίγους γνωρίζει και το πόσο πολύ γνωρίζει αυτούς', σημείωσε αυτή την κουβέντα.
Θαρρώ λοιπόν – κι αν είναι παιδική αθωότητα τότε δε θέλω να ξεφύγω από αυτή – πως η φιλία η αντρίκεια, που ο χρόνος μπροστά της φαίνεται λιγοστός για να τη φθείρει, οι ανύπαρκτες καταστάσεις και οι κακομοιριές δεν έχουν χώρο στις μηχανές σου, στους έρωτές σου, στις γυναίκες σου. Του Παρθενώνα τα στηρίγματα είναι Ντάνη, ο φίλος, ο αληθινός. Αυτός που σε κάνει να ξεχωρίζεις από τους μικρούληδες, 'φτωχούληδες', από τους κερατάδες της ζωής. Δε θέλω να σε κουράσω άλλο, ούτε να σου γράψω δε θέλω, να σου πω την αλήθεια, αλλά είναι ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ που προσπαθώ να το κρατήσω εδώ και 30 μήνες περίπου, και πλέον με βαραίνει πολύ-πολύ. Το ευχαριστώ με σπρώχνει σ' αυτές τις μουτζούρες.
Σ' ευχαριστώ για όλα, και για τα χειμωνιάτικά σου και για τα καλοκαιρινά σου, και για τα βιβλία σου και για τα περιοδικά σου. Να είσαι ζωντανός και περήφανος όπως σου αξίζει, όπως σε φαντάζομαι. Καλά ταξίδια και με τη μηχανή σου στους δρόμους σου, και με την πένα σου στις σελίδες σου, Ντάνη, φίλε, Ντάνη. Σ' ευχαριστώ, Μηνάς»
Αγόρι μου φίλε μου μ' έπιασες, you got me άντρα δικέ μου. Μου έστειλες τούτο το γράμμα στο περιοδικό πριν καιρό και το 'χω φυλαχτό κρατημένο στο γραφείο μου πάντα επάνω. Και το διαβάζω συχνά, τώρα ήρθε ο καιρός να το βγάλω. Να το μεταφέρω αυτούσιο στην σελίδα μου, να προσθέσω – επίτρεψέ μου – δυο-τρία σχόλια δικά μου κι άσε τα αναλφάβητα και αγάμητα τσόλια να κογιονάρουν το γράμμα σου ως ομοφυλόφιλο ως ερωτικό ως προσωπικό, ως τολμηρό ως αληθινό ως στημένο.
Και μόνο για σένα Μηνά θ' άξιζε να εκδώσω όλα τα κείμενά μου ετούτα σε ένα βιβλίο, μα δεν θα το κάνω. Τα κείμενα οι λέξεις και οι σκέψεις τους φευγαλέα πετούμενα είναι, «έπεα πτερόεντα» και έτσι πρέπει να μείνουν. Όπως όλα τα πράγματα στην ζωή, ανάλαφρα και αιθέρια, δίχως βάρη κι υποχρεώσεις, αιρέσεις και ενοχές – έτσι πρέπει να είναι. Σαν τις αναπνοές σαν τις μουτζούρες σαν τις χαρακιές, όπως ακριβώς κι εσύ γράφεις.
Δεν κρατώ πια Μηνά, δεν κρατώ τίποτα πια, όλα τα έχω αφήσει. Το σχοινί έχει αρχίσει και κουνάει από καιρό επικίνδυνα κι ασκήσεις ισορροπίας δεν κάνω, ποτέ μου δεν έκανα και δεν πρόκειται τώρα να μάθω. Λυπάμαι που θα σε στενοχωρήσω, μα φιλία δεν υπάρχει. Υπάρχουνε ναι, τρία βασικά πράγματα όπως τα αναφέρεις (γυναίκες, μηχανές, έρωτας), υπάρχουν και καναδυό άλλα (άσκηση, γράψιμο) κι ύστερα είναι η ζωή απέραντη μόνη, απλησίαστη ασυνόρευτη και αφύλαχτη, τρυφερή και ευαίσθητη, άγνωστη παράλογη και περίεργη, σκληρή και απάνθρωπη, αδιάφορη και πουτάνα. Και ιδίως πανέμορφη. Έχεις απόλυτο δίκιο, κακομοιριές δεν χωράνε στην μοτοσυκλέτα στην αγάπη στην γυναίκα, μιζέρια νταουνιά και σιχτίρι στα τρία αυτά θηλυκά δεν τους πρέπουνε, στην ζωή δεν αρμόζουν.
Δημοσιεύω το γράμμα σου Μηνά για δυο λόγους: πρώτον γιατί μιλάς αγόρι μου, μιλάς στην καρδιά μου άγνωστε φίλε μου και δεύτερον, για τις λέξεις σου. Για το χρώμα το πάθος τους, την φλόγα την δική τους και όχι γιατί για μένα μιλούν. Γιατί δεν μιλάς για μένα Μηνά. Με αφορμή τις γυναίκες τις μηχανές και τον έρωτα – για την Ζωή μιλάς Μηνά, την ίδια την Ζωή που διαπερνά ξεπερνά προσπερνά την φιλία την αξία την ουσία, τα πάντα. Για το Ταξίδι μιλάς Μηνά, της ζωής το ταξίδι που η δική μας ζωή είναι τελικά, αυτή που προσπαθούμε να κάνουμε, αυτή που κυνηγάμε και χάνουμε, αυτή που όπως την θέλουμε δεν μας κάθεται, δεν θέλει να γίνει. Γιατί γι' αυτό ακριβώς πρόκειται boy oh boy μου, γι' αυτό γίνονται όλα, τα λάθη και τα σωστά, τα όνειρα τα εγκλήματα, η απόγνωση και η τρέλα. Για να 'ναι κανείς «ζωντανός και περήφανος» όπως του αξίζει, όπως ο καθείς τον εαυτό του επιθυμεί, τον φαντάζεται και τον αναζητάει. Γι' αυτό μόνο Μηνά και γι' αυτό μόνο, αγόρι μου πάντα. Γιατί τίποτα άλλο – πολύ απλά λέω εγώ – δεν υπάρχει, δεν αξίζει να ζεις.
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2013