Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

Από τί πεθαίνουν οι άνθρωποι; (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)


 

(11.07.19)

 

Ταξίδεψα και εγώ, τέσσερα συναπτά και αξέχαστα, μαγευτικά και «τρομακτικά» χρόνια, με αυτοκινούμενο. (Ένα απλό αυτοκινητάκι, ένα κοινό-οικογενειακό FIATάκι Doblō που το είχα μετατρέψει σε λιτό μου «σπιτάκι».) Γύρισα ΟΛΗ την Ελλάδα ΟΛΟΚΛΗΡΗ, από τριτεύοντες δρόμους και σε αυλές αδιέξοδες, μέσα σε πυρωμένους δρυμούς και σκιόφωτες παραλίες. Μακρυά από κάθε έννοια πολιτισμού, τον οποίον επισκεπτόμουν αποκλειστικά για προμήθειες, τράπεζα και βενζίνες.

Όσα ταξίδια πολλά με τις μοτοσυκλέττες μου και εάν έκανα, αυτά τα 30.000χλμ που με τον «Ζαχαρία» μου έγραψα, με τίποτα δεν συγκρίνονται, καν δευτερώνουν. Καθότι άλλη είναι η μαγεία τής μηχανοκίνητης άνεσης, άλλη είναι η δυνατότητα στέγασης όταν έχουν ανοίξει οι ουρανοί και αλλιώς καδράρεται το φεγγάρι έξω απ' το τζάμι σου, όταν μάλιστα σε λιμπίζονται εκατομμύρια αιμοδιψασμένα κουνούπια.

Λυπήθηκα πάρα πολύ – κάτι μέσα μου έσπασε – όταν είδα το αναποδογυρισμένο και διαλυμένο αυτοκινούμενο των δύστυχων Τσέχων συνανθρώπων μας, που βρήκαν αδόκητο θάνατο στις διακοπές τους εχθές. Καθώς κάπου – το ομολογώ – μέσα μου ειρωνευόμουνα στα ταξίδια μου, όταν έβλεπα ξένους φραγκάτους συνταξιούχους να κυκλοφορούν με off-road μεγαθήρια ή 4Χ4 «οροφοδιαμερίσματα» και να τα σπρώχνουν σχεδόν-μέσα στο κύμα. (Πήγα παντού, χωρίς να χρειαστώ τίποτε περισσότερο από ένα ταπεινό van των 1400κε και έζησα αυτά που καμμία μοτοσυκλέττα δεν μπόρεσε να μου δώσει...)

Όμως, με το αυτοκίνητο, έζησα περισσότερους τρόμους απ' όσους μ' οποιοδήποτε δίκυκλο! Είτε κινούμενος στο μέθυσο, τσαμπουκάδικο και αισχρό ελληνικό επαρχιακό δίκτυο, είτε αράζοντας στην λαθρεμπορική και βίαιη συνοριακή μας γραμμή, είτε διαθέτοντας ένα σε-ρόδες-κουτί... ήμουν πιο έρμαιος και ευάλωτος προσωπικών ή φυσικών φαινομένων και εικονογραφώ:

1/ Έβγαινα με 20χαω από βενζινάδικο στα Χανιά, όταν άνοιξε την στροφή του είς στουπί-Κρητικός, μπήκε δια-περαστικώς στο αντίθετο ρεύμα κι αν δεν έριχνα το Doblō στο χαντάκι – εκεί θα 'μουν ακόμη εγώ, (σε μορφή εικονοστασίου)!

2/ Είμαι κάπου «τέρμα Θεού» στα ορεινά Γρεβενά, κοντά στα 900μ υψόμετρο δίπλα σε βρύση και έλατα, όταν αποφασίζω να διανυκτερεύσω εκεί. Κι αμέσως εμφανίζονται τρεις φάτσες αμίλητες με «αγροτικό» και σκυλιά, με καραμπίνες εκτός-κυνηγητικής-περιόδου και παρκάρουνε «καραούλι και μπάστακες» δίπλα μου, για/επί 24 ώρες! Κι έπρεπε να τηλεφωνήσω σε έναν γνωστό μου στην Δίωξη, για να μ' ενημερώσει ότι τούτο οφείλονταν σίγουρα σε κοντινή δική τους... φυτεία!!

3/ Είμαι αραχτός-μόνος μου σε εγκαταλειμμένο-αδειανό camping στην Χαλκιδική κι ο καιρός αρχίζει να μουχρώνει, να χαλά, να φυσάει – σημασία δεν έδωσα. Καβώνω το Doblō κάτω από κάτι στέγαστρα, κάτω από κάτι λεύκες θεόρατες και φτιάχνω κάτι να φάω. Για πότε άρχισε να βρέχει, για πότε άπαντα κολυμπήσανε από σταγόνες βροχής μεγέθους χειροβομβίδας και για πότε άρχισε να φυσά τυφώνας κι ανεμοστρόβιλος μαζί – ίσα που πρόλαβα να βάλω μπροστά και να φέρω τον «Ζαχαρία» καταμεσής έρημου, ασφαλτοστρωμένου και ξέσκεπου parking! Kουνιότανε το Doblō πέρα-δώθε που τύφλα να 'χε ο Εγκέλαδος, δεν ήξερα εάν θα πάθαινα μικρότερη ζημιά εάν άνοιγα τα παράθυρα... την στιγμή που εγώ είχα ξαπλώσει μέσα στην γη σαν Γάλλος στρατιώτης στα χαρακώματα τού Βερντέν, περιμένοντας απλώς να πεθάνω!!!

Και μόλις είδα την φωτογραφία αυτήν τού διαλυμένου αυτοκίνητου, ξανάζησα τον τρόμο εκείνον θανάτου που μ' επισκέφθηκε, και μού 'κανε την χάρη ο Χάρος να τα κάνει άπαντα γύρω μου ρημαδιό, χαρίζοντάς μου επιεικώς την ζωούλα. Κινδύνεψα και άλλες φορές στα ταξίδια εκείνα, κι ο μεγαλύτερος κίνδυνος ήτανε ακριβώς όταν εγώ ήμουνα χαλαρός και αμέριμνος, ήρεμος ξένοιαστος ανενόχλητος, χαρούμενος ευτυχισμένος παραδομένος. (Μα ΑΥΤΗ δεν είναι η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ώρα για να σε πάρει ο θάνατος;)


Πάντοτε και κάθε στιγμή μπορείς να πεθάνεις. Να πέσει ταβέρνας το στέγαστρο την ώρα που τρως, σκαρφαλώνοντας σε καταρράκτες να καρφωθείς σ' ένα σίδερο που δεν το 'δες ότι εξείχε, να κατασκηνώσεις ανύποπτος μέσα στο δάσος εσύ, αλλά πάνω στο μονοπάτι διακίνησης λευκής σάρκας και μαύρου χόρτου. Έπλενα τα ρούχα μου σε μία πηγή, όταν σφύριξαν δίπλα μου βλήματα .45 ACP από γαμπριάτικους σκνίπες. Μάζευα κάτι μαγευτικές παπαρούνες σε μία πλαγιά, όταν είδα παππούλη να ξεκινά εν ψυχρώ-εμπρησμό. Πλακώθηκα με βοσκό που έδερνε αλύπητα σκύλο του κι οπισθοχώρησα αργά-με τα χέρια ψηλά, όταν απ' το ταγάρι του έβγαλε το πουσταλβάνι ένα αρχαίο Kalashnikov δίχως κοντάκι.

Μπορείς να πεθάνεις απ' οτιδήποτε, ιδίως εκτός πόλεων. Eκτός πρωτευούσης και συνηθισμένης ζωής, μακριά από αστυνομίες-νοσοκομεία, ασφαλιστικές κι αποκλειστικές, μανουριασμένους συνταξιούχους και πιτσιρίκια νομίζοντα – μπορείς να πεθάνεις πανεύκολα, στην στιγμή και αναίτια και δεν ξέρω ποιό είναι χειρότερο απ' τα τρία!

Τελικά ο θάνατος είναι πικρός ή γλυκός; Είναι τυχαίος ως δώρο και αναπάντεχος, ή μοιραίος ως σφαίρα και κανονισμένος; Τον Μαρινάκο που νταλίκα τον πάτησε, την Τέτα την θεία μου που ο καρκίνος τηνε σακάτεψε, ο Θόδωρος που πέθανε από βαθύ γήρας – ποιός κανονίζει τί και πώς, πότε και γιατί, ποιά στιγμή και σε ποιόν χώρο;


Ένα θα πω, θα το γράψω εδώ κι ας δανεικό είναι:

ΖΕΙΣ.
ΕΧΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ ΣΟΥ, ΕΣΥ, ΤΩΡΑ.
ΜΕΙΝΕ λοιπόν ΕΥΘΥΣ ΗΡΕΜΟΣ και ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΣ ΜΕΣΑ ΣΟΥ>>
και τα άλλα είναι τού άλλου των άλλων.

(Εστέ λοιπόν σίγουροι ότι το χώμα είναι η πλέον στιγμιαία-ζεστή-μαλακή κουβέρτα ζωής, αφού η ζωή είναι η πλέον αιώνια-ελαφριά-δροσερή χωμάτινη κουβερτούλα.)


 

 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2019

Διαβάστηκε 252 φορές Τρίτη, 12 Ιουλίου 2022 12:01