(Από μένα, τον βαθύ κι ισχυρό λάτρη της) (30 ΝΟΕ 21)
Είναι πλέον αλήθεια πασιφανής και μη χρήζουσα αποδείξεως: το Facebook μου πλημμύρισε από πικρά σχόλια, (αυτό, στο οποίο μετά βίας δέκα νομάτοι μού γράφουν). Το Instagram μου ξεχείλισε από φωτογραφίες μαινόμενες, (αυτό, που δεν είχα ποτέ μου). Και το Twitter μου κατεπνίγη στα δηλητηριώδη τσιτάτα, (αυτό, που δεν πρόκειται ποτέ μου να αποκτήσω).
Το ομολογώ και το δέχομαι: το παράκανα. Τί ΦΩΤΟΣ θα ήμουν πάντως εγώ, εάν δεν το 'χα κάνει και παρακάνει; Και ποιός Ντάνης θα ήμουν επίσης, εάν δεν βουτούσα στην υπερβολή, ουχί μόνον συγγραφική-τη-αδεία;
Το σκάω λοιπόν αυθωρεί και παραχρήμα, εδώ:
Η ζωή, στην Ελλάδα την χάλια-χώρα μας, δεν θα είχε ΟΥΤΕ αξία ΚΑΝ σημασία, εάν δεν έβοσκε έθαλε και δεν μάς έθαβε άπαντες-σούμπιτους-αύτανδρους όλους εμάς, η περιώνυμη ελληνίδα γκόμενα. Μπορεί να τής έχω σούρει εγώ, όχι μόνον τα παροιμιώδη «εξ αμάξης», όχι μόνον να την έχω κάνει βούκινο και τούμπανο ταυτοχρόνως, μα το δηλώ ευθέως κι ηδέως: δίχως αυτήν, άξιοι τής τραγικής τύχης μας θα 'μασταν – ως άνθρωποι και ως Έλληνες, ως άνδρες και ως ημισέλληνες, ως πεοφόροι έως μυστακοφόροι.
Λοιπόν, κυρίως κύριοι και καναδυό κυρίες που αντέχουν να με διαβάζουνε – εσύ μωρό μου ξέρω ότι στη ζούλα με μελετάς – I doubledare you: Η ελληνίδα γκόμενα είναι το εκ-Θεού ΜΟΝΑΔΙΚΟ δώρο στους Έλληνες – κι εμείς, όχι μόνον είμαστε αχάριστοι, όχι μόνο την βρίζουμε και την σιχτιρίζουμε, όχι μόνο την παντρευόμαστε και την χωρίζουμε, μα την χτυπάμε την τραυματίζουμε, την βιάζουμε και την σκοτώνουμε, την εξουδετερώνουμε και με χαμόγελο την θάβουμε κιόλας, σαρδόνιο και πούστικο, απάδον ανδρός και απάνθρωπο προπαντός.
I rephrase, και με κεφαλαία γράμματα μάλιστα, ώστε να κοπεί εκ προοιμίου κάθε πονηρού βήχας: Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΓΚΟΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΑΓΙΟΥΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΥΣ ΘΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ, εδώ, τώρα, κάποτε, σίγουρα, ανυπερθέτως. Διότι είναι τόσον εμφανώς και πανηγυρικώς «μπάζο υπερτιμημένο» αυτή, που έτσι-κι-αλλιώς εάν εμείς οι δειλοί πέσουμε στην δουλεία και δούλεψή της, ταχύτατα ημίθεοι και σοφοί, μάρτυρες άγιοι, φωτισμένοι κι αναστημένοι θα καταλήξουμε – there is NO OTHER way, anyway.
Εγώ ήμουν και είμαι αυτός, που την έχω «δυσφημήσει»; Ε λοιπόν, εγώ είμαι και θα 'μαι εκείνος που από τούδε και στο εξής, λαμπάδα στο μπόϊ τής μεγαλειώδους «φόλας» αυτής καθημερινώς θα ανάβω. Γιατί τόση γενναία απλοχεριά και μεγαλείο ψυχής, (θα ρωτήσετε); Διότι φίλοι και φίλοι μου, φαντάζεστε να ζούσαμε στην Ελλάδα και οι μητέρες μας/οι γυναίκες μας/οι γκόμενές μας/οι κόρες μας να ήταν Γαλλίδες στην κουζίνα και τον πεοθηλασμό, Γερμανίδες στην δουλειά και το BDSM, Αμερικανίδες στα δικαιώματα και το gangbang, Ιταλίδες στο πρωκτικό και το κόρτε, Εγγλέζες στην πουτίγκα και το missionary, Σπανιόλες στις παρτούζες και τον χορό, Σουηδέζες στο πρόσωπο και το δέρμα, Σομαλές στους γλουτούς και το βλέμμα, Ινδές στο Γάμα-Μούτρα και το κάρρυ, Γιαπωνέζες στο αναποτρίχωτο εφηβαίο και το kinbaku, Ρωσσίδες στον οργασμό και την βοτκαποσία, Βραζιλιάνες στα εσώρουχα και το sex-grappling – να μην συνεχίσω, μού επιτρέπετε επιτέλους;
Oυδείς και κανείς μας θα απομακρυνόταν από «αυτές». Έβερ, ποτέ του, ζαμαί. Ούτε για δυό δευτερόλεπτα, για κατούρημα ή στο περίπτερο, να διοικήσει την General Motors ή το ΚΙΝΑΛ να ξαναβουλιάξει. Να γράψει, να δουλέψει, να τονε παίξει. Να καφριάσει, να πιεί μπύρρες, να πάει στο γήπεδο. Να παίξει με τα τραινάκια του, να τον ξαναπαίξει με το Youporn, να παίξει το μπασκετάκι του. Να βγάλει λεφτά, τα βγάλει τα μάτια των άπιστων, να βγάλει κι άλλο πετρέλαιο. Να πολεμήσει, να εφεύρει, να φανταστεί και φυσικά να τον ξαναπαίξει. Έβερ, ποτέ του, για πάντοτε – did I make myself clear?
Η ελληνίδα γκόμενα είναι ΑΥΤΗ, που μιαν ώρα αρχύτερα θα μας αποκάνει Βούδδες, (του Ρασούλη οι οπαδοί, ας μείνουνε Κούδες). Η ελληνίδα γκόμενα είναι ΑΥΤΗ, που μιαν ώρα αρχύτερα, θα μάς κάνει Παΐσιους, (του Χριστόδουλου οι οπαδοί, ας μείνουν ντελίριους). Η ελληνίδα γκόμενα είναι ΑΥΤΗ, που μιαν ώρα αρχύτερα θα μας κάνει μωαμεθανούς, (του Προφήτη οι οπαδοί, ας γίνουν λογιστάκια καμμιάς ΜΚΟ-ημιθανούς).
Έχουμε περάσει τόσα-και-τόσα λόγω αυτής ακριβώς κι ακριβά, που όταν βλέπει έλληνα άντρα έμπροσθεν Πύλης ο Άγιος Πέτρος – κατευθείαν boarding-pass για το Παυσίλυπον τού δίδει αυτός. Έχουμε τραβήξει τόσα-και-τόσα λόγω αυτής ακριβώς και πανάκριβα, που όταν βλέπει έλληνα γκόμενο στον Παράδεισο ο Κύριος – κατευθείαν voucher για την Τζάννα τού δίδει εκείνος. Έχουμε πάθει τόσα-και-τόσα λόγω αυτής ακριβώς κι ανεκτίμητα, που όταν βλέπει αρσενικό εξ Ελλάδος ο Μωάμεθ – κατευθείαν one-way ticket για Πουργατόριο τού δίδει ο άνευ ονόματος Θείος.
Η ελληνίδα γκόμενα άνδρες μου είναι η FERRARI τού φωτισμού, της επιφοίτησης κι έκλαμψης, της θεού-θέασης και σίγασης έκαστου τρόμπα. Η ελληνίδα γκόμενα άνδρες μου είναι η LAMBORGHINI τής βιαίας προόδου, της αναγκαστικής βελτίωσης, της αναποφεύκτου εκτόξευσης, της λυσιτελούς απογείωσης, της ανυπερθέτου σωτηρίας. Η ελληνίδα γκόμενα άνδρες μου είναι η MASERATI τής εγκατάλειψης των επίγειων και ανόδου εις τα ουράνια, της απάλειψης κάρμα και λογαριασμών επί γης και ανάληψης μηδέν-λογισμών, εντός των νεφών θεσπεσίων. (Και, πού 'στε; Άλλα αυτοκίνητα από αυτά τα ιταλικά, δεν υπάρχουν.)
Οπότε.
Καλά θα κάνετε – εγώ το «μάθημα» έλαβα, και το πέρασα, γι' αυτό και σάς γράφω ετούτα – τυφλά και πιστά να την ακολουθήσετε, ανιδιοτελώς κι αυτοθυσιαστικά να την υπηρετήσετε, αρσενικά κι υπαρξιακά να τής χαριστείτε. Κι όσο εκείνη σάς ανταμείβει με ασύλληπτες μαλακίες και ζουζουνιές, ανείπωτες ξεφτίλες και γρατζουνιές, ακατανόητες σαχλαμάρες και γουρουνιές – εσείς σταθείτε Οδυσσείς ακλόνητοι και αδιάφοροι, ο «μισθός» σας σάς διαβεβαιώ θα είναι όχι μόνον βέβαιος, αλλά και πέραν πάσης συλλήψεως ανθρωπίνου.
Και για να μην νομίσετε ότι σάς δουλεύω κι επεξεργάζομαι εγώ, ορίστε απόδειξη για το τί πρακτικώς έχω κάνει, (προς την οδόν τής μοναδικής αυτής σωτηρίας): Διάλεξα μία φωτογραφία τής πιό απαράδεκτης κι ακατάλληλης, της πιό χύμα και χάλια, της πιό παρτάκι και παρτάλι γκόμενας που είχα ποτέ μου και την μεγέθυνα, σε ολόσωμη διάσταση μάλιστα. Κι αφού κατέβασα τον ξιφοβαστό μου, ανήρτησα το πόστερ τής δικής μου «ελληνίδας γκόμενας», στο προσωπικό μου-χειρότερό της. Και κάθε-μα-κάθε πρωΐ την προσκυνώ την ευχαριστώ, την φιλώ την αγκαλιάζω την ευχολογώ, αναμιμνήσκομαι τί μού έκανε και παρακαλώ τον Θεό, δευτερόλεπτα να κόβει από με και να τής τα δίνει σ' αιώνες εκείνης.
Δεν θέλω να πω άλλο τί και να βαρύνω την εορταστική και τιμητική, εκθειαστική και υμνητική ατμόσφαιρά μου ετούτη. Εύχομαι μόνο και συνάμα σάς παρακαλώ, να αναλογιστείτε και να συνταχθείτε με το «κάλεσμά» μου ετούτο και μόλις τώρα κι απόψε, τουντέϋ εντ τουνάϊτ το ελληνικό γκομενάκι σας συναντήσετε, να τού φερθείτε λατρευτικώς-αναλόγως. Και κυρίως, ανεξάρτητα από ό,τι συνήθως-και-πάλι σάς κάνει αυτό. Γιατί – για όσους ενδιαφέρονται να τελειωθούν και όχι να τελειώσουν – θα πω ότι ο ταχύτερος δρόμος για την φώτιση και την λύτρωση περνά απ' το στόμα και τα χέρια και το άνοιγμα ποδιών-της-ανάμεσα ΑΥΤΗΣ ακριβώς, που πριν εγώ έβριζα και τώρα εγώ προσκυνάω. Σάς ευχαριστώ.
(Και ραντεβού στον Παράδεισο, αυτόν που πρώτος ανέφερε ο Ξενοφών – το όνομα τού πατέρα μου! – στην «Κύρου Ανάβαση», ως άφρακτο κήπο και λειμώνα αιώνιο ευωχίας κι αναψυχής, των Περσών έστω!!)
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2022