(Ένα σύγχρονο, αιγαιοπελαγίτικο διήγημα)
Εδώ που ζω, τα νέα φτάνουν με κάποια καθυστέρηση, αποκτώντας όμως έτσι ένα ζύγισμα ξεχωριστό, ειδικό, καθαρό. Σε τούτο το ανεμοδαρμένο και ξεχασμένο νησί του Αιγαίου, χωρίς τηλεόραση (κυρίως), με εφημερίδες (σπανίως) και με ελάχιστο – και πάντα κρατικό – ραδιόφωνο, τα νέα έρχονται και ακούγονται με διαφορετικό τρόπο. Και «τα νέα» σπανίως είναι νέα πραγματικά, πρωτότυπα, συγκλονιστικά, εκτός από τούτη την φρέσκια κι ανεπανάληπτη, καινή και γεμάτη μηνύματα ιστορία με την «απολογία» ή «εξέταση» του κ. Βγενόπουλου της MIG ενώπιον βουλευτών του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Λίγα πράγματα συγκράτησα, το εξής ένα πλέον σημαντικό, για όσους παρατηρούν πριν σκεφτούν, πριν μιλήσουν. Ο κύριος Βγενόπουλος – όποιος ή ό,τι κι αν είναι ο καλός άνθρωπος – μπήκε οργανωμένος και αποφασισμένος στην Επιτροπή, (συγκροτημένος έτσι κι αλλιώς είναι, πετυχημένος έτσι κι αλλιώς είναι). Νομίζω πως όλοι θα συμφωνήσουν ότι ο επαγγελματικός στίβος – ιδιαίτερα σήμερα – είναι απαιτητικότατος, δεν συγχωρεί, είναι εξαντλητικότατος και αμείβει (υλικά τουλάχιστον) άριστα. Επίσης δεν βλέπω πολλά χεράκια να σηκώνονται εις ένδειξιν διαφωνίας ή αντιρρήσεως ότι, ο πολιτικός στίβος ανέκαθεν ουδόλως απαιτητικός ήτανε, αυτός κι αν συγχωρεί, καθόλου δεν χρειάζεται να κουραστείς (άπαξ και εκλεγείς) και αμείβει κι αυτός (όχι μόνον υλικά) άριστα.
Ο λόγος του κειμένου ετούτου δεν είναι ο ύμνος προς τον κ. Βγενόπουλο ή τον κάθε κ. Μπαινόπουλο, βιομήχανο ή χρηματιστή, εφοπλιστή ή κεφαλαίων διαχειριστή. Ο λόγος του σημερινού κειμένου είναι ο θρήνος για τους κ. κ. βουλευτές μας οι οποίοι υπέστησαν μιαν ήττα, μια αιφνίδια και προσωπική πανωλεθρία μέσα στην έδρα τους, άνευ προηγουμένου. Οχυρωμένοι πίσω από τον τίτλο των εκπροσώπων του Έθνους και με την δύναμη που τους προσφέρει η ασυλία του λειτουργήματός τους, κάλεσαν – όπως δικαιούνται, οφείλουν και το μπορούν – τον πολυσυζητημένο, λόγω ημερών και λόγω συμφωνιών, επιχειρηματία και νομίσαν ότι θα τον κοντύνουνε – ποιον εκείνον που είχε την ιδέα(!) το θράσος(!) τα κότσια(!) να μηνύσει πολιτικούς αρχηγούς, ουδαμώς δίκην ιδιότροπου και μανουριάρη συνοικιακού συνταξιούχου που μοιράζει αγωγές κατά κεφάτων ενοίκων πολυκατοικίας, ενοχλούντων γειτόνων και θορυβούντων περαστικών.
Αμ δε. Που δε. Ουδείς παρατήρησε και ουδείς σχολίασε την εν χρω κουρά της κεφαλής του «απολογουμένου», δίκην βατραχανθρώπου στην διάρκεια της διαβολοβδομάδας στην ΜΥΚ. (Αντιθέτως προς τον Σαμψών, κόβοντας τα μαλλιά σου, αγριεύουν τα ένστικτά σου, αισθάνεσαι ασκεπής απροστάτευτος και ανυπεράσπιστος, πανταχόθεν βαλλόμενος και γίνεσαι αποφασισμένος – θες δεν θες – με τις τριακόσιες σφαίρες που σου χορηγεί το Πολεμικό Ναυτικό να τα κρατήσεις τα ρημάδια τα Ίμια – ουπς γλίστρησα, δεν θα επαναληφθεί, σόρυ.) Κοντά κουρεμένα μαλλιά κι ένα πρησμένο πρόσωπο – από το πάχος του άγχους και την έλλειψη άσκησης – συνέθεταν το «πρόσωπο του εκπροσώπου» της MIG. Και σ' ένα απόγευμα μέσα ο ασυγκράτητος αυτός κύριος «τους πήρε τα σώβρακα» (συγγνώμη κυρίες μου, δεν μπορώ να περιλάβω τα στρινγκ), τους έκλεισε το στόμα (ο θυμός δεν είναι ούτε απάντηση ούτε αντίδραση), τους έβαλε στην θέση τους (στην πρωτόγνωρη για τούτους γωνία) και κατέδειξε περίτρανα και περίλαμπρα στους ανά την επικράτειαν τηλεκαφενέδες ότι ιδίως-τούτοι «οι βασιλιάδες είναι γυμνοί». Και τους έριξε κάτι κροσέ ξεγυρισμένα, που τα αδέκαστα και ατσαλάκωτα σαγόνια των κ.κ. εκπροσώπων του ηρωικού ελληνικού λαού δεν είχανε ματαδεί, μα ούτε και ματανιώσει.
Δεν θα μπω στην ουσία της ιστορίας. Της συμφωνίας. Της Οικονομίας. Της Δημοκρατίας. Δεν έχω τον λόγο, δεν έχω συμφέρον ούτε καν ενδιαφέρον, έχω κι αυτούς τους γλάρους απ' έξω που μου 'χουνε πάρει τ' αυτιά, είναι η ώρα που τους ταΐζω κι οι γλάροι δεν τρώνε – δυστυχώς και ειρωνικώς – γλαρόσουπα με την οποία τόσοι και τόσοι συμπολίτες μας έχουνε μεγαλώσει. Αυτό που θα πω όμως είναι ότι ο κ. Βγενόπουλος αποκλείεται στην Γενική Συνέλευση των μετόχων «του» να μιλά έτσι, καθώς σ' εκείνους τελικώς απολογείται για την διοίκηση, την πολιτεία και τα αποτελέσματά του. Στους βουλευτές φρονώ ότι μίλησε ως στοργικός και αυστηρός πατέρας, λίγο σε πατερούλης και πολύ σε ινστρούχτορας, γι' αυτό τσουρώσανε οι λίγοι από τους τριακόσιους που τονε λούστηκαν όλον. (Θυμήθηκαν φαίνεται παλαιά τραύματα απ' τα βασανιστήρια των κομματικών εγκάθετων, σε φοιτητικές και συνδικαλιστικές συνελεύσεις.) Και επιπλέον τούς πόνεσε ιδιαιτέρως το γεγονός ότι η όλη ανεξέλεγκτη παράσταση βγήκε προς τα έξω, καρφώθηκαν οι πολλοί και ξεκαρφώθηκε ο ένας, άλλο αν ο κάθε επιχειρηματίας δαγκώνει όσο είναι για να κάνει την δουλειά του – και λίγο περισσότερο για τον φόβο των Ιουδαίων – και ουδέποτε για να διαλαλήσει τα κατορθώματά του, κλασικές τεχνικές τούτες μανατζεροφερέλπιδος πρωτοετούς.
Η μόνη στιγμή προσωπικού tour de force ήταν όταν άφησε ένα διακριτικό, αρωματικό μα και σφαγιαστικό ερώτημα από λακαρισμένου άμβωνος να αιωρείται, (σε δικό μου σπηκάζ): «Κύριοι, με λίγα λόγια γιατί έχουμε και δουλειές, εσείς δεν μπορείτε να πατάξετε την κερδοσκοπία και την αισχροκέρδεια στις λαϊκές αγορές, θεωρείτε εαυτούς ικανούς να ακυρώσετε επιχειρηματικές συμφωνίες υψηλότατου έως δυσθεώρητου επιπέδου και μεγέθους;»
Ο άνδρας αυτός το είπε το σύνθημα, παρέδωσε τον κωδικό της επιτυχίας, έστω και «μετά το πραξικόπημα». (Όπως ο Παττακός υποστήριξε ότι η Χούντα ειδοποίησε: «Ναι, αλλά μετά την Επανάσταση».) Και είπε επί λέξει και σε άπταιστα φάρσι: «Την ζεστασιά της Deutsche Telekom την αισθάνθηκα στις πρώτες ημέρες και την θέρμη κατά τις επόμενες διαπραγματεύσεις» (εφημ. ΠΟΝΤΙΚΙ, 29.05.08, σελ.19)! Και σαν να τους κάρφωσε τους κ.κ. βουλευτές ότι, παρ' όλες τις παραδοσιακές-σχεδόν κλασικές σχέσεις Κυβερνήσεων και Επιχειρήσεων, «εγώ δεν είμαι σαν κι εσάς. Τα θέματά μου τα ξέρω πολύ καλά, όπως πολύ καλά ξέρω να κάνω τη δουλειά μου. Σοβαρά και στεγνά, άλλο αν εσάς των αβροδίατων σάς φαίνεται στυγνά». «Δεν είμαστε όλοι ίδιοι» θεωρώ ότι βροντοφώναξε εμμέσως πλην όμως σαφώς, ο των ντηλιών αρχηγός. «Αυτό που λαός και πολιτικοί αλληλοκατηγορούνται από καταβολής Λόγου, Πολιτευμάτων και Λασπών – όχι κύριοι, δεν θα το κολλήσετε έτσι αβάδιστα κι αβασάνιστα και σε εμάς τους επιχειρηματίες, και πολύ περισσότερο σε εμένα», συμπλήρωσε ο βοών μπίζνεσμαν. Και ακολούθως άρπαξε τον πήχυ από τα χέρια των αμέριμνων, λόγω κοινοβουλευτικών όσο και υπνωτικών παραδόσεων, βουλευτών και δεν νομίζω ότι διατίθεται – καθ' ότι τον αφορά – να τους τον δώσει πίσω. Ίδιο. Και άνευ ακριβού παύλα προσεκτικού ανταλλάγματος. Ως νέος πλουτο-Ρόμπιν Χούντ, Σπάρτακος των χρηματιστήριων και πρώτος μεταξύ πρώτων των – μελλόντων να (τον) ακολουθήσουν – Προφητών, τους το ψιθύρισε πονετικά στο μικρόφωνο το προειδοποιητικόν κοντάκιον: «Απλώς, για κάποιο λόγο που δεν γίνεται πιστευτός, σε αυτή την χώρα έχω πολύ ψηλά την τιμή και την αξιοπρέπειά μου. Με θίξατε και πάω στα δικαστήρια. Αν μου δώσετε μια άλλη επιχειρηματολογία, πιθανότατα να μου δώσετε κι εμένα μια διέξοδο». (Εφημ. ΠΟΝΤΙΚΙ, idem) Και σηκώθηκε κι έφυγε ο ακατάβλητος μάνατζερ μόνον αφού σουρούπωσε, όχι εκτός Βουλής τόσο, μα εντός Βουλής πολύ. Και πέσανε του προβληματισμού αρχηγοί και υπαρχηγοί, βουλευτές και κομματικοί, για το τι ήθελε να πει ο επιχειρηματίας. (Λες και δεν τους το 'πε ξεκάθαρα ο άνθρωπος. Αλλά φαίνεται δεν τους έφτασε, θέλανε κι ανάλυση, επεξήγηση και διύλιση για να κρύψουνε την ουσία.)
Η ταπεινότης μου ένα έχει να πει, (μια κι οι γλάροι μού τραβάνε το πληκτρολόγιο απ' τα χέρια, τρόπους δεν έχουνε τα πουλιά, όπως μερικοί άνθρωποι βεβαίως-βεβαίως). Προσέξτε κύριοι πολιτικοί, γιατί ήγγικεν η ώρα που τα κόζα – ήδη δείξανε ότι – αλλάξανε. Το επιχειρείν δεν ζει και δραστηριοποιείται σε άλλη χώρα, σε άλλον πλανήτη, σε άλλη διάσταση. Εδώ αναπνέει και μάχεται, δίπλα μας εργάζεται κι αγωνίζεται και μάλιστα πολύ σκληρά. (Το επιτυχημένο αποτέλεσμα το υφιστάμεθα, μέσω ακρίβειας της ζωής εκατομμύρια Έλληνες τώρα.) Ελπίζω μόνο να μην έρθει η μέρα που άπαντες θ' αναμιμνησκόμεθα ημερών Βγενόπουλου, στον οποίο έπεσε ο κλήρος – και τον άρπαξε με δύναμη και καπατσιτά – να βγει μπροστά, πρώτος και μόνος και να ειδοποιήσει. Να περιγράψει "the shape of things to come" που θα 'λεγαν Βρυξελιώτες κομματικοί και Χαρβαρδιανοί επενδυτικοί, γι' αυτό ας λάβουν οι δέοντες παραλήπτες το μήνυμα κι ας διαλογισθούν σθεναρώς επί τούτου. Εμένα συγχωρείστε με που σας κούρασα, πάω να ταΐσω τους γλάρους κάτι ψιλόψαρα, οι μικροί την πληρώνουνε πάντα όταν κρώζουνε οι μεγάλοι. (Έτσι γινόταν, έτσι γίνεται, μήπως έτσι δεν θα συνεχίσει να γίνεται πάντα;)
ΥΓ1: Μακράν εμού, ενός απλού, ασήμου και πτωχού γραφιά η προσπάθεια αγιογραφίας, πόσο μάλλον αγιοποίησης, άστε δε διαφήμισης του συγκεκριμένου ανδρός/επιχειρηματία/πολίτου.
ΥΓ2: Για τον big Mr. MIG και την Παναθηναϊκή ψιλοκρεμαστή και μπανανοειδή – με όλες τις ερμηνείες η λέξη – σέντρα του, προσεχώς.
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2013