Τριπλή σπήντα: δυνατή, κοφτερή και πανέμορφη
Τώρα που ήρθαμε ως εδώ, εσείς σβήστε. Γιατί αυτή είναι η μοτοσυκλέττα που την κατηγορία ξεκίνησε, οπότε εσείς δέστε. Ετούτη είναι η μοτοσυκλέττα που πρόβαλε τον εαυτό της τολμηρά ως «γυμνή» και συνέχισε μάλιστα να τον εκθέτει και ως «street-fighter», (αλί και τρομάρα στα φλώρια)! Τί λένε γι' εκείνην οι Εγγλέζοι που την κατασκευάζουνε; «The daddy. The legend. The best.» Και τί λέω εγώ που την θαυμάζω και ισόβια εραστής και ρέκτης της είμαι; Ότι το Triumph Speed-Triple 1050 είναι μία σημαντικότατη, μοναδική και λαμπρή μοτοσυκλέττα - όχι γιατί εγώ είμαι ερωτευμένος μαζί της από ετών και σταθερά, αλλά γιατί όταν το ήδη-καλό γίνεται άριστο, είναι σαν το μέλλον να έχει ήδη εδώ έλθει. Κάτω απ' τα πόδια μας. Και να μας καλεί να ζήσουμε σε τωρινό χρόνο μια μοτοσυκλέττα φανταστική, μια μηχανή δόνησης και απόλαυσης, μια δίκυκλη συσκευή ονείρων και πράξης. (Και πού να οδηγήσω το μοντέλλο 2018... δεν είμαι και τόόόσο σίγουρος ότι θα μου αρέσει!)
«Enters the Τriple»
Τούτο δω το μοτέρ, ΚΑΤΙ έχει. (Πώς ρώτησε έναν προδότη του ο ποινικός Παναγιώτης Βλαστός; «Δεν ξέρω τί κάνεις φίλε, μα κάτι κάνεις. Κάτι κάνεις».) Έτσι κάπως κι εγώ: δεν ξέρω τί έχει τούτος ο τρικύλινδρος κινητήρας, μα κάτι ατέλειωτα απολαυστικό, οργασμικά μοτοσυκλεττιστικό και ιδιοκτησιακά κυριευτικό μού κάνει. Είναι γεμάτος καργάτος σκαστός, έχει δύναμη σκόρπια άφθονη και παντού, στροφάρει αβέρτα σπάταλα και ψυχωμένα-τελείως στις χαμηλές, στις μεσαίες και τις ψηλές στροφές δεν υστεριάζει ως γκόμενα, πρέπει δε να τον πνίξετε βαθιά μέσα στο «κόκκινο» για να διαμαρτυρηθεί και να πλατειάσει επιτέλους λιγάκι. (Αφού εκείνος θα σας έχει ήδη κρεμάσει την συκωταριά στην μασέλλα.) Απ' την άλλη, ό,τι ταχύτητα και εάν έχετε βαρεθεί και ξεχάσει μέσα στο κιβώτιό του, με το όποιο άνοιγμα τού γκαζιού τα πιστόνια πιστά πρόθυμα και υπάκουα θα τραβήξουν μπροστά, προς τα πάνω και πέρα, με αυτήν ακριβώς την σειρά. (Γιατί τί να τα κάνετε τρομάρα σας-σεις τα 160+ άλ(λ)ογα τού ανταγωνισμού, στην φονική ελληνική ασφαλτίτσα; Στις ανύπαρκτες πιστάρες μας; Στην μηδενική οδηγική μας παιδεία; Και κλείνει η πικροτάτη παρένθεση.) Ο ήχος του; Ένα ύπουλο κοφτεροσφυριχτό βογκητό, ένα τζετοειδές ουρλιαχτό, ένα κουδούνισμα μπάσσο τού φιλτροκουτιού εσωτερικό - αφού after-market τελικά δεν θα χρειαστείτε καν: η μπουμπουνητή-βραχνή-στριγκή μελωδία του παραμένει υπόκωφη και σοβαρή, παρούσα και ουχί ενοχλητική, ένα ποίημα και μία άρια μαζί αν με εννοείτε και δεν έχετε βάλει ήδη τα κλάματα απ' την λύσσα ή την μανία.
Μία εστία παραγωγής ίππων κι ενέργειας χωρίς δισταγμούς ή κομπασμούς είναι τούτο το διαμαντένιο μοτέρ, με έναν ψεκασμό δίχως σκαλοπάτια και αστοχίες, τρύπες ροπής και βούτες λειτουργίας. (Χωρίς να τον ελέγχουν και να τον φιμώνουνε τα ΥΠΕΡ-ΒΟΛΙΚΑ ηλεκτρονικά βοηθήματα, τα οποία για "βοήθεια" τα βάζουν τα εργοστάσια και νά οι εικονίτσες και τα τάματα οι έλληνες αναβάτες μετά, στου νοσοκομείου την κλίνη!) Τα λίγα περισσότερα άλογα που ξεγέννησαν εδώ μέσα οι Εγγλέζοι δεν τα στείλαν να καλπάσουνε στις υψηλές περιστροφές, μα τα στριμώξαν να τριποδίζουνε και να φρουμάζουνε στο παχνί των χαμηλομεσαίων – ΕΚΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ όπου ο μέσος, αληθινός και real-life ιδιοκτήτης περνά τον περισσότερό του καιρό. (Οι κύριοι «ινδιάνοι» και οι λοιποί «κάγκουρες» έτσι κι αλλιώς μια έκτη ταχύτητα βάζουνε, τραβάνε την τιμονάρα τους δυνατά, καρφώνουν αυθάδικα τον μπροστινό τους τροχό να κοροϊδεύει τον Κύριο κι από δω δεν πάνε όλοι. Παρά μόνον οι αποκλειστικοί δούλοι τής μαλακίας τους, κι όχι μόνον.) Και μια και περί ιπποφορβείου ο λόγος, πόσα άλογα βγάζει η Τρίπλα; Ενενήντα, τρέχει τίποτα; Εκατόν δέκα, θα πάτε εσείς πιο αργά; Εκατόν τριάντα τρία ολόκληρα πουλάρια, θα πάτε γρηγορότερα τώρα; Μην σκιάζετε λοιπόν προσφιλείς και αγαπητοί, είναι τα χέρια και η καρδιά, η τεχνική κι η τεχνολογία που το γκάζι ανοίγουνε κι οτιδήποτε ταχύτερο από την ανθρώπινη βάδιση είναι ήδη πολύ γρήγορα πλέον. Τούτη η μοτοσυκλέττα και δέκα ίππους να είχε – πάλι κουκλάρα θα ήτανε, πάλι καταπληκτική, πάλι προϊόν πάθους και έρωτα, γεννήτρια αδρεναλίνης ακόμα και σταματημένη, ένα όνειρο επί δύο τροχών και λέω να κόψω τον υπερθετικό βαθμό γιατί γαργαλάει ήδη τα ερεθισμένα αντανακλαστικά των κολλημένων και ψωνισμένων και δεν κάνει να τους αγριεύουμε, γιατί το Facebook πάλι θα "την πληρώσει". (Γι' αυτό λέω να τους προκαλέσω εγώ ευθαρσώς.) Αν η Τρίπλα εμένα με «χτύπησε» δυνατά και ισόβια, το ίδιο θα πάθει όποιος τής δοθεί και τής δώσει, τελεία. Αν κάποιοι μεμψίμοιροι εντόπισαν κραδασμούς στο μοτέρ, ή έχουν γεράσει και βράζουν στο τίλιο τους, ή οδηγούν πολύ αυτοκίνητο γιαπωνέζικο κι έχει πλαδαρέψει ο προστάτης τους. (Όχι ο άγιος, το αρσένιον όργανον εννοώ.) Αν κάποιοι κακόβουλοι βρήκαν το κιβώτιό της αραιό, clonky και δύσχρηστο, ή δεν ζεσταίνουν καν το μοτέρ, ή του συμπεριφέρονται λες και κλωτσάνε στην θέση του το χαλάκι τής πόρτας. Ναι, οτιδήποτε στην ζωή είναι παγωμένο ή κοιμισμένο, τσινάει σφίγγει και διαμαρτύρεται όταν το ξυπνάτε εσείς και το στρώνετε στην δουλειά και την τσίτα. (Την σύζυγο ρε λάβερς ακράτητοι, με την τσίμπλα στο μάτι την εισάγετε στα πελάγη τού πέους; Τότε το μηχανάκι το δύστυχο, γιατί το σκίζετε κρύο κι ανύποπτο, κοιμισμένο χαλαρωμένο;) Μόλις όμως κάπως προθερμανθεί, με αγάπη και λίγη στοργή, γίνεται βούτυρο κι αλοιφή για τις ψυχικές πληγές και τα τραύματα που εσείς τού πασσάρετε: το ST παίρνει ταχύτητες άνευ συμπλέκτη, ούτε που ακούγεται η αλλαγή και είναι κλιμακωμένο άριστα, εκτός από την δύστυχη την έκτη του σχέση. Η οποία κακόμοιρη είναι λίγο κοντούλα κοντή, λίγο mignone η κοπέλλα, έτσι που με υποχρέωνε να ψάχνω να της βάλω και μια έβδομη εγώ ο ιερόσυλος άπληστος, ο αξεδίψαστος λάτρης, ο παραλοϊσμένος της εραστής.
Εν τω πλαισίω τούτω δεηθώμεν
Αν ψάξω λίγο την Ιστορία τής Ελληνικής Μοτοσυκλέττας – αυτήν που δεν θα γραφτεί ποτέ φυσικά από πρηξάρχιδους σχετικούς και τρόμπες ασχέτους – θα μάθω ότι κάποιες ψυχές τσιτωμένες-σπρωγμένες-ταλαίπωρες είχαν «σταυρώσει» το πρώτο πλαίσιο τής Triumph Speed-Triple T 509 ως «κοβόμενο» στον λαιμό! Χαχαχα! (Άντε μην ξύνω παλιές πληγές τώρα.) Τούτο όμως το νέο πιο μπροστόβαρο πλαίσιο - η μετε-μετεξέλιξη τού αρχικού - έφερε τον κινητήρα 3mm πιο μπροστά και τον ξάπλωσε κατά 7 μοίρες. Μπήκε κι η μπαταρία πίσω από τον λαιμό, μίκρυνε η γωνία κάστερ και μάκρυνε το μεταξόνιο κι όλα τούτα μεταφράζονται σε μιαν οδήγηση απολύτως σταθερή και πληροφοριακή, ακλόνητη στιβαρή, επιμελή κι απολαυστική πάντα. Το SΤ δεν σε υποχρεώνει – όπως έκανε το παλιό – να ανοίγεις την γραμμή σου στην στροφή, να αλλάζεις την τροχιά σου επειδή κάτι συνέβη, επειδή μπήκες λάθος ή επειδή αλλιώς αποφάσισες. Το ST τούτο υπάκουα εισέρχεται και κάθεται ως ταπεινός επισκέπτης μοναστηριού, διεκπεραιώνει κάθε καμπύλη ως πιστός υπηρέτης αυθάδους αφεντικού κι άμα αυτό τελικά τρελλαθεί, μεταβάλλει το αποστεγνωμένο νοικοκυριό του αυθωρεί σε τσίρκο κάθε καμπή, στροφή ή γωνία τού δρόμου.
Οι αναρτήσεις του είναι υπεράνω, απλώς. Η μοτοσυκλέττα τής δοκιμής μου ήταν ρυθμισμένη σκληρά και στημένη για πίστα, κάτι όχι τόσο πρακτικό, χρηστικό ή καν άνετο στους ελληνικούς δρόμους που την κατσικογενή καταγωγή τους και τα γιδόβια γονίδιά τους δεν λένε να κρύψουνε. Υπό Κ.Σ. λοιπόν εσείς ρυθμίστε κατά βούληση, επιθυμία κι αγάπη, εγώ θα παραθέσω απλώς εννέα επίθετα που τις χαρακτηρίζουν και θα «κλείσω» ως άλλη Λιάνη: σφιχτές απόλυτες αντρικές, αδιαπραγμάτευτες διαβαστερές φροντιστηριακές, απαιτητικές απόλυτες εξοντωτικές - με την ηδονική έννοια τούτο το τελευταίο. (Κι ύστερα με λένε λεξιλάγνο εμέ: βρε διαβάστε και πλουτίστε εσείς κι αφήστε τον Μπαμπινιώτη να του τρέχουν τα σάλια!) Μπορεί κάποια στιγμή να εμφανίζουν ένα hydraulic-lock που σημειώνουν σωστά σπαθάτα κι εξαίρετα οι Εγγλέζοι, μα οι σημερινές εργοστασιακές αναρτήσεις έχουν πλησιάσει επικίνδυνα τις after-market, πόσο μάλλον τις exotica. Και τούτο είναι καλό, πολύ καλό. Όταν μάλιστα ρύθμισα τις αναρτήσεις ακριβώς όπως τις ήθελα εγώ μ' ένα απλό-απλούστατο κατσαβιδάκι στην πίστα των Μεγάρων, τότε η Τρίπλα μεταμορφώθηκε εντελώς: σκληρή ανάρτηση δεν είναι η τσιμεντένια, πιστάτη ρύθμιση δεν είναι η ανυπάκουη, οι βίδες όμως και τα κλικ δεν υπάρχουν για να σκουριάζουν στις θέσεις τους πάντως!
Αισθήσεις, αίσθηση, αισθητική
Το Speed-Triple, ή το λατρεύεις και «τον κόβεις» για πάρτη του, ή το προσπερνάς σιχτιρίζοντας – τρίτος δρόμος για τον σοσιαλισμό υπάρχει, εδώ όμως απουσιάζει εντελώς. H σχεδίασή του συμπυκνώνει μινιμαλισμό και κτηνωδία, λεπτουργία τεχνολογίας και ζωώδη έκφραση, λειτουργία ξεσαλώματος και αίσθηση μιας ευαισθησίας παρεξηγημένης πολύ. Παρατηρείστε πώς «σουρώνει» το πλαίσιο και μαζεύεται εκεί που αρχίζει να κατεβαίνει προς το ψαλίδι, κάτω από την αρχή τής σέλλας δηλαδή. Θαυμάστε τα εκατέρωθεν «σκαψίματα» τού ντεπόζιτου μπροστά, για ν' αφήνει χώρο για το στρίψιμο τού τιμονιού. Για τα φωτιστικά σώματα τής μάσκας – δεν το συζητώ, αν εγώ ήμουν και είμαι κολλημένος χοντρά με τα προηγούμενα κι αξεπέραστα original φώτα, ήρθαν τούτα δω τα iconic καινούργια να φωτίσουνε τον 21ο αιώνα και να τυφλώσουν εμένα. (Είναι τέτοιο το σχήμα τους, που ούτε ο Ευκλείδης θα μπορούσε να τα περιγράψει.) Με δυό ελεύθερα τελικά, καρίνα και μάσκα, βγαλμένα τα μαρσπιέ τού συνεπιβάτη και καπάκι μονόσελλου, το κέλτικο πλάσμα κινδυνεύει να μπει σε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, (κατά την γνώμη μου πάντα). Καθότι μοτοσυκλέττες-κοσμήματα δεν φτιάχνουνε μόνον οι υπερφίαλοι και κόμητες Ιταλοί, είναι και οι μπυρρόβιοι κι εργατάντζες Αγγλάρες που έχουν ψυχή και δη μοτοσυκλεττιστική και "κεντάνε" σε δυό ρόδες επάνω. (Απόδειξη; Είδε κανείς το φιλμ Closer to the edge και δεν σταμπάρισε ως φίνα μούρη τον Guy Μartin;)
Η ποιότητα και το φινίρισμα είναι πλέον υποδειγματικά. Η μοτοσυκλέττα αστράφτει εκεί που πρέπει, είναι understated εκεί που αρμόζει και «σβήνει» γλυκά τις δικές της υπερβολές, εκεί που πιθανώς θα έβγαζε μάτι. Τώρα μάλιστα που αλλάξανε τα χονδροειδή κοψοκομμένα κι απαράδεκτα-για-μένα παλαιά στρογγυλά τελικά και Husqvarnoειδώς τα ζουμπήξανε, ΤΩΡΑ ψωνίζω. Η προέκταση των πίσω φλας και βάση τής πινακίδας, έτσι λιμασμένη και αραχνοϊστοειδής που είναι μοιάζει να 'ναι παρμένη από κάποιο Monster DUCATI και δεν βάζω το χέρι μου στην φωτιά, καθώς οι σχεδιαστικές ιδέες πατρίδες και αποκλειστικότητες δεν διαθέτουνε πλέον. (Ο λόγος που δεν αγόρασα το προηγούμενο "κοψοκώλικο" Speed-Triple ήταν ακριβώς-τούτος ο ανύπαρκτος κώλος τους, τέλος.)
Me, myself... and her
Η αγαπημένη μου Τρίπλα, σε 2011 έκδοση, ήταν ακριβώς όπως την φανταζόμουνα, όπως την περίμενα και όπως την πεθυμούσα. Το ίδιο παλιό καλό και γνώριμο συναίσθημα, feeling και πάθος, αγάπη τρυφερή κι αισθαντικότητα ανθρώπινη που έχω κρυμμένη μέσα μου για τούτη την τόσο-δική μου μοτοσυκλέττα – την άφησα λοιπόν αυτήν πλήρως ελεύθερη και με κατέκλυσε, με έπνιξε, δεν λέει να φύγει. (Καθώς κατείχα και τα δύο προηγούμενα μοντέλλα προσωπικώς, το πρώτο industrially-muscular καρμπυρατεράτο Τ309 με το Big-Ben για φανάρι και το επόμενο αλήτικα-εργατικό ψεκαστό Τ509 με τα εξώφθαλμα φώτα.) Σταμάτησα στην παραλία τής Ιτέας όπου συχνά πηγαίνω για δοκιμή – ίδιος ήλιος, ίδια εταιρεία, ίδια πέρλα σε άλλο χρώμα όμως απ' το φανταστικό Daytona 675 που είχα προ μηνών οδηγήσει. Κι εδώ, στο 1050, το μαύρο-ματ-σαγρέ πλαίσιο ταιριασμένο με ένα περλέ-σατινέ-γαλακτερό άσπρο χρώμα, να κάθεσαι να το κοιτάς και να σηκώνεις τα μάτια σου μόνο για να χαρείς μιαν αφράτη μανούλα που σπρώχνει το καρρότσι με τον μπέμπη της μεσημεριάτικα για βόλτα στην προκυμαία. Να στραφταλίζουν τα ελάχιστα πλαστικά, να μουχρώνουν τα σιδερικά, να γυαλίζουν τα τελικά – σαν μια οπτική ορχήστρα κλασσικής μουσικής ήτανε την στιγμή που ενώ κουρδίζει τα όργανά της, συγχρόνως παράγει μια συμφωνία από νότες διαφορετικές μεν, ταιριαστές δε. Καπνίζω το απαραίτητο ένα τσιγάρο μου κι έχω βυθιστεί στις σκέψεις: γιατί δεν κυκλοφορούν περισσότερα Speed-Triple; Γιατί η ελληνική μοτοπιάτσα και άσφαλτος δεν έχει πλημμυρίσει από άσπρες, κόκκινες και μαύρες «νέγρες» όπως εγώ τις πρωτοαποκάλεσα; Γιατί η μοτοσυκλέττα ετούτη δεν έχει σφηνώσει για τα καλά στο ερμαφρόδιτο – κάποτε θα το εξηγήσω αυτό – μοτοσυκλεττιστικό DNA τής δίτροχης φυλής μας; Ίσως επειδή τέτοιες κούκλες είναι κάπου απλησίαστες και σχεδόν απόλυτες στο ποιός θα τις καβαλλήσει. Ίσως επειδή η αντιπροσωπεία αποφάσισε να "επενδύσει" στις χιπστεράδικες Bonneville και τα φθηνότερα Street-Triple - μπας και "βαρέσει" τα αντίπαλα Monsterάκια! - και ποτέ της δεν πίστεψε σε αυτούς που πιστέψαν σ' εκείνη. (Την μοτοσυκλέττα αυτή, όχι την αντιπροσωπεία ετούτη!) Ίσως επειδή ΤΕΤΟΙΕΣ μοτοσυκλεττάρες απορρίπτουν αυτές-προκαταβολικά άψητους και περαστικούς, αντιγραφείς κι εύκολους, ψευτοκασκαντέρ τής μοτοσυγκέντρωσης και φρησταϊλάδες εναλλάχτες, τάχαμου γαμπράκους και bouncers, βαρύμαγκες τού μεσημεριανάδικου και καλησπερτζήδες αιδοίων. (Ψχωχ, αρχίσαμε!) Ψυχές διάφορες και αδιάφορες που μπορεί δίπλα τους να περάσουνε και να μην συγκινηθούνε – δεν κάνουν γι' αυτές, όλα τα βασικά κι ουσιαστικά παίζονται μέσα κι αλλού, δεν είναι όλα - και όλες - για όλους. Και χαίρομαι ιδιαίτερα όταν θα δω έναν νέο επάνω σε Speed-Triple, όσο είχα χαρεί μ' εκείνη την χοντρή και ξεφωνημένη λεσβία που έσκασε με το καρροτί της μαλλί στο νησί, με το μανουριάρικο μωρό της ραμμένο στην σέλλα τού Street-Triple 675 R της-παρακαλώ, υπάρχει λέω μέλλον στην χώρα. Γιατί όσο πιο ετερόκλητο είναι τουλάχιστον το παρόν, τόσο πιο μπερδεμένο το αύριο θα 'ναι. Κι όσο πιο τουρλού είναι το αύριο, τόσο η τράπουλα δεν θα κάτσει σε σχήμα χάρτινου πύργου, οι μοτοσυκλέττες αυτό μαρτυρούν όταν επιβιώνουν και ζουν σε πολλά κι ετερόκλητα χέρια - κάτι παρόμοιο ψέλλισε κάποτε ο ποιητής Νίκος Καρούζος. (Αλλά πάντοτε πύρκαυλα και ζεστά.)
Ride on, dream on
Πάντοτε ξεκινώ την δοκιμή μου, την σέλλα τής μοτό σχολιάζοντας. Στο 1050 τούτη είναι σωστά στενή μπροστά και σωστά πλατιά πίσω, καλουπώνει την λεκάνη τού οδηγού, την στηρίζει με υλικό άριστο και την συνοδεύει μ' ένα πλαστικό καπάκι μονόσελλου, ιταλικής απομίμησης στον σχεδιασμό του. Η θέση οδήγησης είναι βασικό θέμα τόσο για τον δοκιμαστή, όσο και για τον ιδιοκτήτη και στα 825mm δεν είναι ψηλή καν! Σωστή θέση δεν σημαίνει δυσκαμψίες ιταλικές ή αμερικάνικες ξαπλωσιές, γερμανικές μπερζέρες και γιαπωνέζικους καναπέδες – μια μέση και προ πάντων φιλική προς-το-αθλητικό θέση δεν σημαίνει αυτόματα και νερόπλυμα η βύνη τού Ήνγκλισμαν! Στα συνηθισμένα μου ημερήσια 400χλμ ούτε πιάστηκα, ούτε κουράστηκα, δεν δυσανασχέτησα καν. Κοπανήθηκα βέβαια περισσότερο, μα έτσι ακριβώς πίνεται και το σωστό dry martini. (Το λέει εξ άλλου κι ο Bond, James Bond: «Shaken, not stirred».) Κι απ' τα κλασσικά 1.500χλμ δοκιμής μου, ένα έχω να πω: το ST δεν είναι μια απλή και συνηθισμένη μοτοσυκλέττα. Μπορεί για κάποιους να είναι κοντό και νευρικό στην άτσαλη οδήγηση, μα εγώ λέω ότι τούτο επιθυμεί μαλακές γραμμές, σωστές ρυθμίσεις στις αναρτήσεις και τα κατάλληλα ελαστικά φυσικά. Το εγγλέζικο εργοστάσιο το βγάζει ασυμβίβαστο και απόλυτο για να κερδίσει την μάχη των εντυπώσεων και των πωλήσεων, πρέπει όμως από την άλλη και οι ιδιοκτήτες-καταναλωτές να είναι έτοιμοι κι ικανοί να το καταλάβουνε, να το δουλέψουνε και/για να το χαρούνε. Γιατί άλλο πράγμα είναι να παραμιλάνε οι δημοσιογράφοι και οι αγωνιζόμενοι, και άλλο πράγμα να μην έχουν γεμίσει οι δρόμοι τριπλάρες (sic). Σε έναν ελληνικό εθνικό ή επαρχιακό, αστικό ή δευτερεύοντα δρόμο όπου τρακτέρ στήνουνε κόντρες ποιό θα σκορπίσει τις περισσότερες λάσπες, ταρίφες που κάνουνε σφήνες εκεί που δεν χωράει παπί, θείες που φρενάρουν μόλις δούνε βιτρίνα και γκόμενες που βάζουνε ρίμμελ στα μάτια τους κρατώντας το τιμόνι στα μπούτια τους - τί να σου κάνει μετά και το έρμο το ST; Βάλ' το σε πίστα σε ένα track-day ή βγάλ' το ένα χάραμα ερημικό να το χαρείς απόλυτα κι απολύτως εκεί, τούτες είναι δυό μόνον από τις πάμπολλες «εσωτερικές» χρήσεις και εξωτερικά χαρίσματα που 'χει. (Προσοχή, ακολουθεί παραδοξολογία.) Το ST για την πόλη αντενδείκνυται, επειδή ενδείκνυται απολύτως! Είναι η κλασσική και διαχρονική μοτοσυκλέττα για «αλητεία και μοιχεία» όπως ο ελευσίνιος Μελέτης είχε κάποτε πει, καθώς διαθέτει ήχο και δούλεμα, στρίψιμο και γκάζια, μούρη προκλητική και ουσία ζωϊκή – μοναδικά όλα. Θέλει όμως και προσοχή, γιατί αν κάνετε εσείς λίγα μόνο καθημερινά χιλιόμετρα μαζί της, τα λάστιχα δεν ζεσταίνονται, εσείς οδηγείτε ανύποπτοι – τα άλογα είναι όμως πάντα εκεί, οι φρενάρες κρύα αστεία και άτσαλα δεν σηκώνουνε κι έτσι ίσως βρεθείτε προ εκπλήξεων δυσαρέστων. «Φρένα» είπα; Εδώ να υπογραμμίσω ότι οι λέξεις τελειώσανε, σώθηκαν, έχουν απωλέσει το νόημά τους. Brembo γράφουν οι δαγκάνες-δίσκοι-τρόμπες επάνω τους και θέλετε εσείς να κάτσω εγώ να ασχοληθώ περαιτέρω; Από όποια χιλιόμετρα κι αν τα ακουμπήσετε, με όσα χιλιόμετρα και εάν τα αρπάξετε, γονατίζουν το 1050 «σεμνά και ταπεινά» που έλεγε ένας φαρδυκάπουλος κι εξαφανισμένος τέως πρωθυπουργός, Ραφήνας και Μπαϊρακτάρη γωνία. Για το ABS από την Nissin δε που μπήκε φέτος στην διδακτέα ύλη των Triumphικών μαθημάτων, «μην κάνει κανείς συζήτηση» που έλεγε κι ο Ζαμπέτας. Η σημερινή τεχνολογία ΚΑΙ σε σώζει, ΚΑΙ δεν το καταλαβαίνεις ότι σε έσωσε - αυτό είναι πρόοδος μηχανολογική και ευτυχία τεχνολογική. Να είναι το σύστημα σωστά παρόν και σωστά απόν, να υπάρχει και να μην νοιώθεται, να εργάζεται και να σε δουλεύει ότι δουλεύει, την στιγμή που δουλεύει ακριβώς. (Ρε Ντανάκο, τί χρυσό παιδί θα 'σουνα, να μην έπαιζες με τις λέξεις σου τόσο και τους αναγνώστες σου "κούραζες", που είπε και είς διευθύνων μιαν επιχείρηση, μέχρι αλάνθαστα να τηνε ρίξει στα βράχια!)
Άμα μιλάει ο λαός...
Στις στροφές και δη τις γρήγορες – ως κλασσικό και διαχρονικό Triumph – θέλει γνώση κι απόφαση, επιβολή και πυγμή, ανοιχτό γκάζι και πολεμική κραυγή μέσα απ' το κράνος. (Μην με παρεξηγήσετε, το 1050 θα κάνει πολλά και πολύ περισσότερα από εσάς, ακόμη και αν το οδηγήσετε κοιμισμένος. Ή ναρκωμένος. Ή διονυσιασμένος επιεικώς.) Οδηγείται αποκλειστικά με το γκάζι, το τιμόνι βρίσκεται εκεί για να κατευθύνει απλώς την δέσμη των φώτων! (Ρε τί έχω φτάσει να γράφω το άτομο, απ' τον Tριουμφικό ενθουσιασμό μου!) Όσον αφορά σε «κρεμάσματα» και «πλαγιάσματα», παρακαλώ σας 1ον/ αυτά αφήστε για κάνα διευθυντή σύνταξης ελληνικού μοτοπεριοδικού που κογιονάρει εαυτόν και τον κόσμο ολόκληρο και 2ον/ εάν επιμένετε, εκτελέσατε απαλά και ευγενικά, με μέτρο σύνεση και διακριτικά, γιατί τα naked και δη τα Triumph και μάλιστα τα Speed-Triple... πλαγιάζουνε επικίνδυνα εύκολα και παραπειστικά απολαυστικά. Ένας νταλικιέρης – με αριθμό κυκλοφορίας Ρ 4563 παρακαλώ – που με συνάντησε στην πηγούλα νερού στον Ελαιώνα τού Μπράλλου, σχολίασε: «Ρε ποιος είπε ότι το Σπηντ-Τριπλ είναι άσκημο; Οι άσκημες γυναίκες είναι που το καλύτερο κρεβάτι σού κάνουνε» και περί ορέξεως σεξουαλικής, άσε δε μοτοσυκλεττιστικής προτιμήσεως... fish n' chips! (Κι ήταν καργάτος μηχανόβιος ο truckie αυτός, καθώς είχε πάει δύο φορές Βόρειο Ακρωτήρι με το Africa-Twin του.) Στις παρατεταμένες και «πλακωμένες» στροφές το 1050 είναι σκέτος παλαμικός βράχος, στις φουρκέττες δε, αν βάλετε τις μύτες των ποδιών σας στα μαρσπιέ, ανοίξετε το γκάζι απότομα και φιλήσετε το μπροστινό φτερό ως άλλος Chris Pfeiffer, θα διαγράψετε ένα τέλεια παντιλικιασμένο τόξο που θα το ζήλευε κι ο καλύτερος master τού Shodō, της παραδοσιακής ιαπωνικής καλλιγραφίας. Οδηγώντας το επί μία εβδομάδα αλύπητα και ακούραστα, στην εξοχή και την πόλη, στην Εθνική και τα στενά, δεν το χόρταινα. Και το ξαναλέω: δεν το χόρταινα. Όποιος θέλει μία μοτοσυκλέττα να κάνει τα πάντα – να πάρει Honda, αλλά όποιος θέλει μοτοσυκλέττα να τον κάνει άντρα, να πάρει πάραυτα το Triumph αυτό. (Όχι φυσικά ότι δεν υπάρχουν και Honda που σε κάνουν man-enough στην στιγμή, μην υπερβάλλετε όλοι όπως υπερβάλλω εγώ, γιατί απλώς δεν μπορείτε.) Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως γράφω για την – πολύ εξελιγμένη – μοτοσυκλέττα που την κατηγορία ξεκίνησε και αρκεί να αναφέρω ότι, όταν ο John Bloor έδωσε την εντολή στους σχεδιαστές και μηχανικούς για τού Speed-Triple το φρεσκάρισμα, ένα πράγμα φέρεται να τους είπε: «Don't fuck it up»! Γιατί αυτό το λάθος το κάνουν οι Ιάπωνες συχνά (ξαναλέγε με Honda): προσπαθούν να βολέψουν όλον μα όλον τον κόσμο πάνω ή μέσα ή γύρω από ένα αντικείμενο και στην περίπτωση τής μοτοσυκλέττας τούτο μπορεί να γυρίσει ως μπούμερανγκ, επιμένω λοιπόν εγώ σταθερά ότι δεν είναι όλα για όλους. Ενώ οι Ιταλοί π.χ. και οι Βρεττανοί εδώ σε κοιτάνε στα μάτια και λένε: «Κοίτα φιλαράκο, εμείς ΑΥΤΟ φτιάχνουμε, ΕΤΣΙ το φτιάχνουμε, γιατί ΕΤΣΙ εμάς αρέσει. Εμείς λοιπόν που το πιστεύουμε – το φτιάχνουμε άριστα κι εσύ, αν συμφωνείς και το θες και σου πάει, TOTE αγόρασέ το». Στρέητ εξηγήσεις και τίμιες, όχι βολεύω τον πιτσιρικά μαζί με την γιαγιά, τον ταγμένο μαζί με τον νυσταγμένο, τον μαχητή των δρόμων αγκαλιά με τον φλώρο των διαδρόμων. (Ρε Ντανάκο, να μην κεντούσες συνέχεια το κείμενό σου με ακαταλαβίστικες ατάκες και μεταφορές, τί λαμπρός διπλωμάτης τελικά θα γινόσουν, τί λαμπρός συντακτάκος-παραπαίδι μαγαζιών και τζόβενο αντιπροσωπειών τελικά θα στηνόσουν.) Και τα βράδυα που έβγαινα μόνος στην πόλη – καθώς συνεπιβάτης στο ST απαγορεύεται αν δεν είναι φυσική ξανθιά, με δερμάτινο τζάκετ κατάσαρκα και σιλικόνη στο στήθος για το αγιάζι, μίνι φούστα και μπόττες μέχρι το γόνατο, κρίκο στον αφαλό, πείρο στην γλώσσα και δέκα νύχια βαμμένα-φωτιά να σου κεντούν αμαρτωλές υποσχέσεις στα νεφρά σου επάνω – έψαχνα βιτρίνες φωτισμένες για να καθρεφτιστώ, φανάρια έρημα για να αυτοκοντραριστώ, ευθείες σε Αύρες και Γούβες για να τελικιάσω. Θα το πω λοιπόν αγγλικά, και το κρίμα δικό μου: «Τhis bike makes your dreams – dry and wet – come true» και εάν εσείς εξακολουθείτε να ονειρεύεστε και μάλιστα ξύπνιοι, η μετάληψη και η ανάληψη, η σωτηρία και η ανάπαυση είναι κοντά. Πάρτε 13.990Ε μαζί σας (τόσο το 2011 κόστιζε), πηγαίντε όπου διάολο βρίσκεται κάάάποιο Triumph μαγαζί κι όταν τσουλήσετε έξω το 1050 σε κόκκινο ή λευκό χρώμα, ανάψτε κι ένα κεράκι για πάρτη μου. Γιατί μόνο μετά από ΠΟΛΛΕΣ χιλιάδες χιλιόμετρα – αν στο μεταξύ δεν σας έχει σβήσει απ' τον ανθρώπινο χάρτη η προαναφερθείσα και επακριβώς περιγραφείσα ξανθιά – θα καταλάβετε γιατί ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ τολμά να γράφει τούτα για το Speed-Triple και ελάχιστοι τον Ντάνη ΦΩΤΟ διαβάζουνε. Να την πω λοιπόν εδώ την πρέπουσα και χρήσιμη κουβεντούλα, να μην σέρνονται φήμες κι αδενοπάθιες, ζήλειες και κοντοψωλιές τρελλαμένες. Κόπτονται και μανουριάζουνε ότι η πέννα μου έχει «πουληθεί», δυό κατηγορίες ανθρώπων και μόνο: αυτοί που τα 'χουν τσεπώσει χοντρά και θέλουν να κρύβονται (ενώ η τσιφούτικη χαρά δεν τους αφήνει), και αυτοί που ενώ ψοφάνε για να τα πάρουνε, έχουν με την πείνα ξεμείνει. (Δεν συνεχίζω. Γιατί ΚΑΙ δεν αξίζει, ΚΑΙ δεν το αξίζουνε.) Ας πεταχτούνε ασυγκράτητα λοιπόν όσο θέλουνε τα χολεριασμένα πληκτρολόγια και τα ανώνυμα μπλόγκια να με αποκαλέσουν «μίσθαρνο όργανο του Ηλιόπουλου», όπως «υπάλληλο του Σαρακάκη» με βάφτισαν όταν έγραψα, ό,τι έγραψα, για το γαμάτο το Varadero. (Κι ένα θα απαντήσω θα πω, ίσως λαϊκιστί και χυδαϊστί, για να τελειώνουμε μια για πάντα: «Στις λειψές τις λωλές, φταίνε τα χαρέμια των άλλων».) Τώρα βέβαια, το γιατί η αντιπροσωπεία - ΠΑΝΤΑ κατά την ταπεινή και πτωχή γνώμη μου μεν, περήφανη και παμπλούσια γνώση μου δε - έχει η ίδια η δύστυχη "θάψει" μη προωθώντας λυσσαλέα και παθιασμένα ΤΟΥΤΗΝ την ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΤΑΡΑ, τούτο αναζητήστε το "στα σκουριασμένα μυαλά των αρμοδίων" που είπε η Τίνα Σπάθη, σε μία απ' τις τσόντες της! Και δεν συνεχίζω επ' αυτού, επ' αυτών πόσω μάλλον...
Οι κολακείες τώρα
1/ Το προγραμματιζόμενο shift-light αποτελεί άλλη μία φανταστική προσφορά και οργασμική ντανιά τού Hinckley. Δεν ξέρεις πού να πρωτοκοιτάξεις καθώς οδηγείς: την άσφαλτο ή αυτό, τα συννεφάκια λόγω σούζας ή το παμφάγο apex τής στροφής που γέρνει για να σε χαϊδέψει; 2/ Τα αξεσσουάρ είναι καλοφτιαγμένα και πανέμορφα, αν και ολίγον τι ακριβά: η καρίνα είναι αισθητικά δεμένη και λειτουργικά ταιριαστή, το καπάκι μονοσελλίασης (sic) είναι αρκούντως σκληρό και σταθερό, έχει δε και μια πινελιά ιταλικής κοψιάς κι άποψης – bravissimo cari Inglesi! 3/ Η κάτω πλάκα τού πειρουνιού είναι τριπλόβιδη και ψαρωτική, το μονόμπρατσο ψαλίδι χονταντουκατίζει (sic) και οι ζάντες του είναι για να πλέξει νήμα ο Μαχάτμα Γκάντι!! 4/ Επιτέλους και immobilizer ρε γαμώτη μου!!! 5/ Το μασκάκι-μπικινάκι είναι και αισθητικά must και κόβει αέρα υπολογίσιμο, αλλιώς τα όργανα φαίνονται άσχημα ξεμπροστιασμένα και χωρίς μια ζεστή αγκαλιά. 6/ Συγχαρητήρια στην Metzeler: Αργούνε λίγο να ζεσταθούν τα ελαστικά μα κρατάνε παντού μετά, εκτός από τις πλαστικές λουρίδες διαγράμμισης. (Όπου δυστυχώς τίποτα εκεί δεν κρατάει, υπάρχουν όρια και στην πρόσφυση.) Προσοχή όμως, όχι παραφουσκώματα: μια πίεση 34-36 ήταν η βέλτιστη για εμένα, τα κιλά μου, την δική μου οδήγηση και τον γητευτή φθινοπωρινό ήλιο σε Αράχωβα-Δελφούς-Μπράλλο και τούμπαλιν - δις.) Οι εργοστασιακά προτεινόμενες πιέσεις είναι πολύ τσιμεντέ, πομπάρουν κορώνα μεν μα κόβουν καρπούς και αφρίζουν ανάρτηση δε – κρατείστε τις εσείς ίσως για την πίστα των ονείρων σας. Και τούτο πάλι το προκλητικό μου θα πω: τα ελαστικά στον ψαγμένο μοτοσυκλεττιστή, είναι σαν τα προφυλακτικά στον προχωρημένο εραστή. Έκαστος έχει τις προσωπικές του προτιμήσεις, ιδιοτροπίες και ιδιότητες, δεν κάνουν όλα για όλους. Το ότι εγώ είμαι ένας βαπτισμένος PIRELLI-man, και μάλιστα της κατηγορίας Diablo Rossο Corsa λέει ελάχιστα, λόγω όμως ΚΑΙ αυτών των ελαστικών εξακολουθώ τώρα εγώ και σας γράφω. Από ΤΟΥΤΟΝ τον κόσμο εδώ, στην Κυψέλη μου και όχι απ' τον αξιομακάριστο και υψιπετή άλλον!)
Τα ολίγα αρνητικά εδωνά
1/ Το ανύπαρκτο πίσω φτερό θα κάνει τον ιδιοκτήτη να κλειδώσει το 1050 του στο γκαράζ, μόλις ανοίξουν οι ουράνιες στέρνες. Γιατί είναι τέτοιο το λούσιμο κι η πρωκτική πλύση που θα "φάει", που δεν διανοούμαι να διανοηθώ τί μπινελίκι θα ρίξει! 2/ Το extra μασκάκι κουνά στα πολλά χιλιόμετρα. (Οποία ατασθαλία μωρέ, να κρεμαστεί ο υπεύθυνος στο μεσιανό κατάρτι αμέσως.) 3/ Τα μεταλλικά σωληνάκια μπροστά, έτσι όπως τα έχουν «δρομολογήσει», στα φρεναρίσματα ξύνουνε το φτερό και το ξεβάφουν λιγάκι. (Λεπτομέρεια θα μου πείτε, εμ γι' αυτό διαβάζετε Ντάνη ΦΩΤΟ σάς απαντώ.) 4/ Και ένα γενικό αρνητικό στοιχειό των «γυμνών»: το πλύσιμό τους, είναι μαρτύριο σκέτο. Καθώς δεν διαθέτουν στρέμματα επικαλυπτικών πλαστικών, οι σκόνες και λάσπες, τα έντομα και τα πετραδάκια πάνε και σφηνώνουν παντού και άπαξ και είστε σωστοί και δεν χρησιμοποιείτε την τεμπέλα και καταστρεπτική μάνικα πίεσης καυτού νερού, τότε θα γδάρετε μεν τα χεράκια σας, θα 'χετε όμως χαϊδέψει σύγκορμη την θεά σας. (Και κάτι τέτοιο αυτή θα σας το επιστρέψει στο πολλαπλάσιο, καθώς οι γυναίκες μπορεί να ξεχνάνε, οι θεές όμως ποτέ.)
Και ολίγα λιμά
1/ Μέτρηση κατανάλωσης πια στις δοκιμές μου έχω καταντήσει να μην τολμάω να κάνω. Γιατί έχω σημειώσει τόσες και τέτοιες αποκλίσεις στην ποσότητα στα συγκεκριμένα βενζινάδικα που χρόνια τώρα υδρογονανθρακεύω (sic), που κοντεύω να τρελλαθώ! Παράδειγμα: είναι δυνατόν, ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΟΔΗΓΗΣΗ ΑΚΡΙΒΩΣ, αλλού να κάνω 180χλμ και να βάζω 12 λίτρα και αλλού να κάνω 247χλμ και να βάζω τα ίδια 11,8; (ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα ακριβότερα βενζινάδικα τής διαδρομής μου είναι α/ στην είσοδο τής Ιτέας όπου - εν έτει 2011 - το λίτρο κοστίζει 1,719Ε, β/ στο «έμπα» των Δελφών από Ιτέα, όπου το λίτρο έχει 1,78 και γ/ η αποθέωση: προ Αράχωβας ένα λίτρο σαουδαραβικό ζουμί σάς καίει την τσέπη κατά 1,796 ευρουλάκια το λίτρο!) Όσον αφορά στο Speed-Triple, εξαρτάται απ' το πώς θα το οδηγήσετε. Άμα το δουλέψετε γλυκά-τεμπέλικα-οικονομικά, θα δείτε και κάτω από 6λ/100χλμ. Ξυπνήστε εσείς και σκάψτε το ημιάγρια και θα περάσει αυτό τα 7, πιείτε του το αίμα κοινώς και αμέσως θα ερωτοτροπήσει με τα αφροδισιακότατα μεν, πτωχευτικότατα δε, 9λ/100χλμ! 2/ Το ST είναι βαρύ ή απλώς όχι ελαφρύ; 214 κιλά είναι πολλά ή σχετικά; Θα πήγαινε καλύτερα αν ζύγιζε 170 ή θα 'κανε τότε έναν σκασμό λεφτά; (Ερωτήσεις για εγκυκλοπαιδισμό, τις κρύες νύχτες τού χειμώνα.) 3/ Μέσα στην πόλη, είναι κοντό σε μήκος, χαμηλό σε ύψος, στριφτερό από χαρακτήρα και πολύ μανιτζέβελο, αρκεί να μην πάτε μ' αυτό σε πορεία σαλιαρογερόντων τού ΠΑΜΕ. (Μερικοί διαφωνούν και γκρινιάζουν ότι δεν κόβει-λέει το τιμόνι, δεν είναι-λέει ψηλά πολύ ισχυρό, ανάβει-λέει το βεντιλατέρ συνεχώς και τους θερμαίνει-λέει τα πόδια – ε, δεν μπορούμε να καθόμαστε και ν' ακούμε ό,τι τού καθένα η κούτρα ενέγραψε. Δεν αντέχω και θα το ξαναπώ, για τελευταία φορά σάς υπόσχομαι: δεν είναι όλα για όλους.)
Notam προσωπική
Γράφω, γράφω και δεν έχω σταματημό. (Από τα καλά τού Διαδίκτυου, το ότι ουσιαστικά μπορείς να γράψεις όσο θες, έχεις κι αντέχεις.) Γράφω και σκέφτομαι: όταν είσαι μικρός, τρέχεις συνέχεια, καθώς βιάζεσαι να μεγαλώσεις. Όταν μεγαλώσεις, κόβεις ρυθμό και ταχύτητα καθώς δεν βιάζεσαι πια, έχεις ήδη ωριμάσει κι όσο και να τρέξεις, δεν ξαναγίνεσαι τζόβενο. Γι' αυτό πολλοί «το ρίχνουν» στα classics, (όσοι δεν το 'χουνε ρίξει εντελώς-επενδυτικά στις Φέης-τσιμπουκο-σελίδες, μειράκια φρέσκα και πιόνια χαζά να μαζέψουνε). Κρατάνε στα χέρια μοτοσυκλέττες των νειάτων τους και πάνε αργά πλέον, γονατίζουν ντάνες παϊδακιών και μιλάνε συνέχεια γι' αυτές κολλημένα. Εγώ δεν προσχωρώ με τίποτα στο ανωτέρω τους κίνημα, αφού με ζεσταίνει ένα αδιαπραγμάτευτο όνειρο - να κατείχα δυό μοτοσυκλέττες τής Triumph: μια Speed-Triple 1050 λευκή τού 2012 και μία Speed-Triple 900 μαύρη τού 1994 - έτσι θα διέθετα το άριστο και των δύο αυτών κόσμων! (Γιατί κλασσικό μπορεί να είναι και κάτι απολύτως σημερινό, όχι μόνον τα «κόκκαλα» και οι «μάντρες» τού κολλημένου κι αυνανιστικού, αυτοαναφορικού και σαχλού παρελθόντος.)
And the verdict is
Είναι αληθινά πολύ δύσκολο να κάνεις το άριστο, καλύτερο. Και για το 2012 που η Triumph φόρεσε στο Speed-Triple της σουηδικές ζαρτιερούλες – θα κλάψουνε μάνες, κι αυτές για καλά/ό. Εύχομαι στην βρεττανική εταιρεία να μην την χαλάσει ΠΟΤΕ τούτη την μοτοσυκλέττα, να μη με ποτίσει κι εμένα με τέτοιο φαρμάκι αείποτε, ώστε να προλάβω να μαζέψω τα χρειαζούμενα κι αρκετά ευρουλάκια για ν' αποκτήσω το «δωδεκάρι» – σαν ηλικία παλαίωσης ενός malt δεν ακούγεται τούτο; – που θα φορά υπερσύγχρονες OHLINS αναρτήσεις, σφυρήλατες ζάντες απ' την PVM κι ακτινικές monoblock BREMBO. Και θα 'χει κι εκείνο το fire-red υποπλαίσιο τυλιγμένο μ' εκείνο το crystal-white σύννεφο που θα με μεταφέρει απ' τα όνειρά μου στην γη, όποτε κι όπως εγώ θέλω.
Το Triumph Speed-Triple 1050 είναι μια άριστη και βελτιωμένη, άψογα στημένη και γενναία λατρεμένη μοτοσυκλέττα. (Με μια λέξη, αρσενικώς κομπλέ.) Κι όποιος δεν μπορεί να την ξεζουμίσει, ας την αγοράσει για να την κοιτάζει απλώς, να την βάζει μπροστά και να την οδηγεί όπως εκείνος επιθυμεί – οι γυναίκες όταν ξέρουν ότι τις λατρεύεις εσύ, μεταμορφώνονται από δούλες σε κυρές, από καλόγριες σε μαινάδες, από μαθήτριες σε μαμμάδες και από θνητές σε θεές. (Δεν θα μπορούσα να το πω καλύτερα.) Η Triumph πρέπει να είναι υπερήφανη για τούτη την μοτοσυκλέττα της, όσο περήφανος ήμουν εγώ που κατείχα τις δυό προηγούμενες Τρίπλες. So ladies and gentlemen, τούτη η μοτοσυκλέττα είναι η καλύτερη, ωραιότερη, οργασμικότερη και απολαυστικότερη γυμνή μοτοσυκλέττα, εκτός από το APRILIA Tuono V4 που "παίζει" σε άάάλλα λεφτά, είναι για άάάλλα κορμιά και αφορά σε άάάλλα μυαλά. (Αυτά βέβαια λέω εγώ, μα εγώ δοκιμάζω και γράφω εγώ.) Και κινδυνεύω άμεσα να την αγοράσω, όσο κι αν το λειψό υπόλοιπο τού τραπεζικού μου λογαριασμού διαμαρτύρεται, μαζί με τον συνοφρυωμένο Τσακαλώτο που με κοιτά, (λες και μαζί το 'χουμε το πουγγί, που μνημονιακά, μαζί το 'χουμε πλέον). Γιατί όλα τα υπόλοιπα και σημαντικά, ζωτικά και προσωπικά – καρδιά δηλαδή και νεφρά, ψυχή δηλαδή και ανάσα μου για πάρτη της καίγονται και δη επειγόντως. «Speed-Triple και ξερό ψωμί» δηλοί δαγκωτά ο φίλος σας δοκιμαστής-συγγραφέας κι ας βγει να πει ό,τι θέλει ο καθείς. Αυτό όμως που εγώ θα το ξαναπώ είναι: παρακαλώ, αγοράστε αυτήν την μοτοσυκλέττα. Και αναγκάστε την Triumph να μην την βγάλει ποτέ απ' την γκάμα της, (προτού την χαλάσει βελτιώνοντάς την ακόμα). Γιατί αν την κρατήσετε και την αγαπήσετε – θα σας λατρέψει κι αυτή, θα σας επιστρέψει ό,τι δεν φαντάζεστε καν στις πλέον άγριες και ανύποπτές σας στιγμές μέσα. Η νομή και κατοχή μίας μοτοσυκλέττας είναι πρωτίστως υπόθεση ψυχική, δηλαδή συναισθηματική, οπότε βάλτε το χέρι σας στην καρδιά κι εσείς προχωρήστε. Δεν ρισκάρω μόνον εγώ εδώ την υπογραφή και την πείρα μου, δεν εκτίθεμαι μόνον εγώ εδώ με τούτα που έχω γράψει. Έχω πίσω μου να με στηρίζει να με κρατά μια μηχανή, μία μοτοσυκλέττα που εγώ αγάπησα κι αγαπώ – άσχετα αν οι δρόμοι μας έχουν χωρίσει πλέον. Και σπεύδω να κλείσω την δοκιμή μου αυτή, αφού αρκετά κράτησε για μένα το βασανιστήριο τούτο. Γιατί πρέπει και να την επιστρέψω σε λίγα λεπτά, να την δώσω πίσω στην αντιπροσωπεία, να παραδώσω το κλειδί της και τα χαρτιά και να περπατήσω – ναι, να περπατήσω μόνος μου με τις σκέψεις μου... από την Λυκόβρυση στην Κυψέλη, όπως για αποσυμπίεση και "αιμοκάθαρση" αληθώς έκανα. Γιατί μόνον έτσι θα μπορέσω κάπως να της ετοιμάσω την υπόσχεση ότι σύντομα κοντά της πολύ κοντά της και πάνω της, πάλι ξανά εγώ θα 'μαι.
(ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Oι "ζωντανές-κίνησης" φωτογραφίες είναι τού Χρήστου Καραγεωργάκη και τον ευχαριστώ για αυτές.)
Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2013