Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

Πενήντα χρόνια Enduro. (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)


 

(Οι παλιές και βαθιές, δεμένες και δίτροχες αγάπες δεν θα χαθούνε ποτέ.) (05.12.21)

 

Πέρασαν πενήντα (50) ολόκληρα και ατελείωτα, μεστά και πολύ δυνατά χρόνια από τότε που πρωτοπάτησα τα αττικά χώματα, με την πρώτη μου μοτοσυκλέττα. (Το θυμάμαι άριστα: ήτανε στην Πεντέλη, φθινόπωρο τού 1971 και οδηγούσα την YAMAHA μου 175 CT1.) Από τότε το endurο ποτέ δεν το ξέχασα, δεν το πρόδωσα, δεν το αντάλλαξα – όχι μόνον εμείς οι Παρθένοι πιστά ζώδια είμαστε, όχι μόνον ο ΦΩΤΟΣ εκεί που αγάπησε ποτέ δεν ξενοκοίταξε, μα ο Ντάνης άπαξ και τάχθηκε, εραστής σαν αυτόν δεν υπάρχει.

Η τελευταία enduro μοτοσυκλέττα μου ήταν ένα δίχρονο – πάντα – HUSQVARNA 250 WR. Την αγόρασα ως γενέθλιων-δώρο μου τον Σεπτέμβρη τού 2019 και όλον εκείνον τον χειμώνα – παρ' όλες τις κακοτεχνίες και βλάβες της, τα υψηλά κόστη και το σώμα μου που δεν υπακούει εμέ πια – έβγαινα στην λασπωμένη και χιονισμένη, βροχερή κι ηλιόλουστη Αττικοβοιωτία, δύο και τρείς φορές την εβδομάδα τουλάχιστον! (Μέχρι που έβγαλε μια τόσο σοβαρή ζημιά στον κινητήρα της, που την έφτιαξα και την πούλησα, αφού είχε φτάσει κι ετούτης η ώρα.)

Ξυπνούσα χαράματα, η σπηλιά ευωδίαζε απ' τον δυνατό γαλλικό καφφέ, άναβα μια λάμπα υγραερίου – γι' ατμόσφαιρα – κι ετοιμαζόμουνα για την εκδρομική και αθλητική, μοτοσυκλεττική-φυσιολατρική, προπονητική κι ανατασιακή «δίτροχη» μέρα μου. Κάλυπτα τα τριάντα-ασφάλτινα-βαρετά χιλιόμετρα μέχρι τις πίσω-υπώρειες τής Πάρνηθας κι εκεί, στην αρχή τής ευθείας που πάει στα Σκούρτα έκανα δεξιά και χωνόμουν στους χωματόδρομους, στα χαντάκια, στο δάσος. (Συνάντησα ήρεμα αγριογούρουνα, φουντωτές αλεπουδίτσες-μουρίτσες, μέχρι και μιαν ομάδα από ελάφια βασιλικά ράθυμα, μ' εκείνα τα αμυγδαλωτά μάτια τα κάθυγρα, μ' εκείνα τα ευαίσθητα ρουθούνια και τις ουρίτσες να σπαθίζουν την πρωϊνή πάχνη.)

Η διαδρομή είχε γενική κατεύθυνση άλλοτε τις Ερυθρές και άλλοτε τις Πλαταιές, άλλοτε το Σχηματάρι και την Αυλίδα και άλλοτε τα Λεύκτρα ή την πεδιάδα τού Ασωπού. Οδηγούσα αναλόγως καιρού και κεφιού, καιρικών συνθηκών και κατάστασης χώματος, οδηγούσα δίχως να σκέφτομαι, οδηγούσα σχεδόν χωρίς να υπάρχω. Η μαγεία τής off-road οδήγησης μίας ημιαγωνιστικής μοτοσυκλέττας είναι ανεπανάληπτη: απαιτεί τεχνική γνώση, βαθιά εμπειρία, κραταιή ταχύτητα, κοφτερή αποφασιστικότητα, και δύναμη και αντοχή – άμα μιλάμε για ημερήσια 250χλμ. τουλάχιστον – και χαρίζει αναψυχή και γυμναστική, γκαζερή ανάσταση και φρενιτιώδη πανικό, μιαν απελευθέρωση από οτιδήποτε καθιζάνει μέσα στον άνθρωπο και τον αφήνει σιωπηλό στον προαύλιο χώρο ενός ξωκλησσιού, να μασουλά αμέριμνα ένα σάντουϊτς.

Ετούτα όμως τα δυό χρόνια τού κορωνοϊού που μεσολάβησαν, ενώ αγόρασα και πούλησα πέντε δίκυκλα (συν το ΜΧ5 μου), enduro μοτοσυκλέττα δεν αξιώθηκα. (Οι τιμές τους – και δη των δίχρονων – απογειώθηκαν κερδοσκοπικά και πρόστυχα τόσο πολύ, που αρνήθηκα στο ευρωόργιο τούτο να συμμετάσχω και το 'ριξα στις αγορές των super-motard.) Το «μικρόβιο» κι ο «ιός» τής λάσπης και της μυρωδάτης γκαζιάς όμως δεν μ' άφησαν και έτσι, μετά ένα μάταιο ταξίδι για μη-αγορά μιάς στην Πάτρα, η νήσος τού «Μπόμπολη» – η Αίγινα δηλαδή – μού προσέφερε την καινούργια-25ετίας μοτοσυκλέττα enduro μου, ένα SUZUKI 250 RMX σε πολύ μέτρια-μεν κατάσταση, μα εντούρο-μοτό παλιάς κοπής: με το απλωτό και μακρύ πεντάρι κιβώτιο, το μεγάλο ντεπόζιτο, τις ψηλές αναρτήσεις και τα μαλακά φρένα, συν αριθμό κυκλοφορίας και ΚΤΕΟ...


Κι έτσι, σήμερα, ξαναμπήκα στο χώμα, την γνωστή διαδρομή την ξανάκανα και γύρισα στην Κυψέλη μου γεμάτος χαρά σιωπηλή, σωματική κόπωση διπλή και τριπλή ευωχία. Και έκλεισα την ημερησία μου προπόνηση-εκδρομή με έναν espresso διπλό στην πλατεία Κυψέλης, στο παλιό καφφενείο ΒΙΟΛΕΤΤΑ, εκεί στην αρχή τής οδού Κρίσσης.

Ελαχιστότατα πράγματα στην ζωή μένουνε σταθερά, απαράλλαχτα, ίδια. Συγκεκριμένα, αποδοτικά, προσφερτικά. Απολαυστικά μηδέποτε μειούμενα, χαρωπά παρ' όλες τις αναπόφευκτες πτώσεις, ψυχοανατασιακά όταν μάλιστα κάτω απ' τα πόδια μου ο δίχρονος κινητήρας φρουμάζει και τραγουδά, ξελαρυγγιάζεται και μού τεντώνει τα χέρια. Το χάρηκα απ' την πρώτη στιγμή και αισθάνομαι πολύ τυχερός που μπορώ – και το κυνηγώ – να το χαίρομαι ακόμα. (Χα! Άμα δεν έχεις γυναίκα στο κρεβάτι να σε κρατά, άμα δεν είσαι αλκοολικός να σε βουλιάζει η μπάρα, άμα δεν είσαι πατέρας να πηγαίνεις την κόρη πρωΐ Κυριακής για αθλητισμό, άμα δεν είσαι γιός-τής-μαμμάς σου να την σέρνεις αυτήν εκκλησία από τα χαράματα – τότε ο εργένης έχει άπλετο χώρο και χρόνο, ζωή και πνοή να χαρεί την μέρα του όπως θέλει κι αποφασίζει.)

Πενήντα ολόκληρα κι αχόρταστα χρόνια η αίσθηση και η χαρά τής endurο μοτοσυκλέττας «κυκλοφορεί» μέσα μου και με γεμίζει, χωρίς να μ' αδειάζει. Ακόμα κι όταν θα μού σκάσει το λάστιχο ή θα πέσω στις πηχτές λάσπες, ακόμα κι όταν θα σταματήσω στην κορφή ενός λόφου και θα σβήσω μοτέρ, θα πιώ από το θερμός λίγο καφφέ και θα κάνω ένα τσιγάρο δίπλα σε κάτι σεινάμενες-κουνάμενες, κουκλάρες πανέξυπνες, επιδημητικές και αεροδυναμικές καρακάξες. Καμμιά άλλη δραστηριότητα ΜΕΣΑ στην Φύση δεν είναι – για μένα – τόσο ΜΟΝΑΔΙΚΗ όσο η γρήγορη και προσεκτική, τεχνική κι απολαυστική, ενίοτε λυσσασμένη κι ενίοτε βασανιστική οδήγηση enduro μοτοσυκλέττας. Και σήμερα που διέκοψα την διετή διακοπή(!) και «χαρμάνα» μου τούτη, γύρισα με την ΙΔΙΑ αίσθηση πίσω στο σπίτι μου, που ΠΑΝΤΑ απερίγραπτη είναι. (Γι' αυτό κι εκλεκτή.)

Οδηγώ τα πρώτα 30χλμ και σταματώ για νερό και μπανάνα. Οδηγώ άλλα 50χλμ κι αφού έχω διπλοπιεί νερό, τρώω κι ένα μήλο. Μετά τα επόμενα 40χλμ είναι η ώρα για κολατσιό: σάντουϊτς σπιτίσιο ή λίγα κρύα ζυμαρικά, σαλάτα-υπόλοιπη από χθες ή τυρόπιττα-και-μπουγάτσα απ' τον φούρνο στο Κριεκούκι. Μέχρι τώρα έχω «γράψει» 120χλμ. και μ' αναμένουν άλλα-τόσα τής επιστροφής – που γίνονται λιγότερα ή περισσότερα αναλόγως κεφιού και διαδρομής, καιρού και δυνάμεων... μέχρι να κλείσει η ημέρα μου στην πλατεία Κυψέλης ως προανέφερα, με καφφέ και τσιγάρο.

Θα επιστρέψω λασπωμένος-ιδρωμένος και βροντημένος-κοπανημένος στην σπηλιά, θα απιθώσω κράνος-σακκίδιο και η πρώτη μου δουλειά είναι δυό: άναμμα θερμοσίφωνου και λάδωμα αλυσίδας. Θα βγάλω τις μπόττες στην είσοδο, θα τακτοποιήσω στην θέση του τον εξοπλισμό – αφού βέβαια πρώτα τον καθαρίσω – και μετά το καυτό μπάνιο μου, θα κάτσω ετούτα να γράψω.

Ναι, καλός ο έρωτας και το σεξ, μα και το enduro – κι αυτό μια αγάπη παλιά είναι. Ναι, καλός ο διαλογισμός κι οι Πολεμικές Τέχνες, μα και η off-road οδήγηση – κι αυτή μια αγάπη παλιά είναι. Ναι, καλός ο γάμος και η γυνή, μα και η ανδρική και μοναχική δραστηριότητα – κι αυτή μια παλιά αγάπη μου είναι. Γιατί ΑΛΛΗ αξία και σημασία έχει εργένης-ων σπίτι σου-μόνος σου να γυρνάς και να διαφυλάττεις και να κρατάς την σιωπή σου αμόλευτη και ανόθευτη, αμοίραστη και ακοινοποίητη [sic] – εκτός εάν πρόκειται εδώ, τούτα, να γράψεις.

Ας το πω ένα είδος ευχολόγιου μνήμης το κείμενό μου αυτό, με αφορμή τα πενήντα χρόνια-χιλιόμετρα με την Μοτοσυκλέττα μέσα στην Φύση. Και με χαροποιεί ιδιαίτερα που Αυτό και Αυτή μένουνε σταθερά σ' έναν κόσμο που έχει επιεικώς τρελαθεί, έχει παρεκτραπεί και δεν ξέρει ποιός είναι, τί κάνει, πού πάει. (No small thing this: ένα ταπεινό μηχανάκι να σού δίνει τόση χαρά σιωπηλή, κόπωση πτητική και λήθη ειδική – έτσι εγώ νιώθω και λέω.)

Να είμαι καλά και για το μέλλον δεν εύχομαι. Το ζω ήδη, όπως έκανα/κάνω/θα κάνω μου πάντοτε.


 


 

 

 

 


 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright © Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2022

Διαβάστηκε 282 φορές Τετάρτη, 22 Ιουνίου 2022 13:30