Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

"Πουτάνα Αριστερά, σκέτη πουτάνα." (Γράφει ο Ντάνης ΦΩΤΟΣ)

 

Στον Γιώργο Γκίκα

 

Ένα βιβλίο εξέδωσα τον Οκτώβρη τού 1995, το «Ελένης νήσος». Ήταν το πρώτο μου μυθιστόρημα που μέσα σ' επτά μήνες έγινε ανάρπαστο, πουλήθηκαν και οι τρεις – μοναδικές – εκδόσεις του κι έκτοτε χάθηκε απ' την πλουμιστή αγορά, εξαφανίστηκε απ' το μπουχτισμένο κοινό, σβήστηκε απ' την θηλυπιτσιλωτή λογοτεχνία. (Μια-δυό φορές τον χρόνο κάποιο πολυδιαβασμένο και τσαλακωμένο αντίτυπο εμφανίζεται στα παλαιοβιβλιοπωλεία, κοστίζει ακριβά κι εξαφανίζεται αμέσως.) Ας είναι.


Και για τούτο το «Ας είναι» που γράφεται εύκολα και φαίνεται απλό έφτασα τον θάνατο κατάματα-μέσω-κάννης εγώ να κοιτώ, να μη δύναμαι καν στο Λαύριο να κατεβώ, να μην τολμώ το ίδιο μου το βιβλίο να πιάσω. Πέρασαν πολλά χρόνια έκτοτε: άλλα από πάνω μου, άλλα από μέσα μου. Άλλα ξυστά ανεπαίσθητα και άλλα κατάσαρκα και καρκινικά, άλλα πικρά και λίγα γλυκά – δεν θα πω πάλι με την στυφή μα σοφή γεύση ήττας – «Ας είναι». Όποιος δηλώσει πως έμαθε στην ζωή, πως έμαθε την ζωή, την ίδια στιγμή η ίδια εκπλήξεις τρελλές και τεκτονικές τού επιφυλάσσει: χτυπάει το παιδί του ένα αυτοκίνητο ή πιάνει την γυναίκα του με την μάνα του αγκαλιά, κερδίζει το ΛΟΤΤΟ μα έχει πάθει ήδη εγκεφαλικό ή τον γουστάρει η Λολίτα μετά την αφαίρεση τού προστάτη.


Δεν έχω διαβάσει ποτέ έκτοτε το «Ελένης» μου «νήσος». (Για πρώτη φορά έτσι το αποκαλώ και τ' ομολογώ τούτο.) Γιατί δεν μπορώ να το διαβάσω και να το απολαύσω ή να πικραθώ, να χαρώ ή να τσακωθώ όπως με κάθε-ένα-άλλο-όποιο βιβλίο (μου). Το βιβλίο αυτό την δική μου ζωή μάλαξε άλλαξε, έστριψε και συνέτριψε αφού τότε δεν διέθετα την γονυπετή πείρα, τις θαλασσινές αντοχές και τα πνευματικά χιλιόμετρα που απέκτησα με «τα τρία μι», αργότερα βαθύτερα και σκληρότερα πάντως! Είμαι έτοιμος όμως τώρα να το αδράξω να το διαβώ, τις σελίδες του να ανοίξω και να βουτήξω στον βούρκο τού Θορικού, τα καστανά μαλλιά τής Ελένης ν' αγγίξω, τα μπινελίκια μου τα πολιτικά ν' αναμιμνησθώ. Πώς και γιατί; Ίσως επειδή μόλις τέλειωσα το τρίτο ξαναδιάβασμα τού ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ τού Τσίρκα. Ίσως επειδή στο σκοτεινό ξέφωτο που σήμερα βρίσκομαι, είναι η κατάλληλη κι απροκάλυπτη ώρα να κλείσω τής σπηλιάς τα ρολλά, να ξεπριζάρω μηνύματα ηλεκτρονικά και εκ χώματος κι άλατος, υετού και δακρύων να εκκινήσω. Και ίσως επήλθε πλέον η στιγμή που πρέπει να επιστρέψω στα δικά μου γραπτά, για να συνεχίσω την ζωή μου μπροστά, ώστε σ' εμένα να πέσω να εξαφανισθώ να επιφανώ.



Πώς ξεκινά λοιπόν το βιβλίο ετούτο; Στο πρώτο κεφάλαιο – που τιτλοφορείται μάλιστα «Η αρχή» – στην πρώτη σειρά, οι πρώτες τέσσερις λέξεις του είναι «Πουτάνα Αριστερά, σκέτη πουτάνα»! (Μια στάση εδώ κρίνω ότι είναι απαραίτητη, ώστε να εικονογραφήσω το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο εκείνων των ετών και να παινέψω την συγγραφική-προσωπική μου ματιά αυτών των αιώνων.)


Σημειώσεις για κάτι άμορφο και απροσδιόριστο, ένα βαρβάτο διήγημα ή αχανές μυθιστόρημα, είχα αρχίσει να συγκρατώ ήδη απ' το 1990. Όλο και κάποια πρόσωπα μάζευα, συγκεκριμένους χαρακτήρες σημάδευα, φάκελλους άνοιγα και κουβέντες κατέγραφα. Συνέχεια, παντού, πάντα. Θυμάμαι μάλιστα ότι την υπερσεξουαλική τελική σκηνή την είχα κεντήσει στο γραφείο μου στην πρεσβεία Χαρτούμ, όπου τότε υπηρετούσα! Γνώριζα ήδη έναν Απόστολο, ήμουνα φίλος με σέρφερς κούκλους-τρελλιάρηδες και στο Λαύριο κατέβαινα συχνά για βόλτα-γκάζια-καφέ, με όποιαν απ' τις πολλές μου μοτοσυκλέττες. (Όσον αφορά στην ιστορία τής ελληνικής Αριστεράς, όχι μόνο τσάτρα-πάτρα κάτι ψίχουλα κάτεχα, μα μετά τής Νομικής τ' αμφιθέατρα και τα «ΚΝΑΤ» των διαδηλώσεων, ξέρναγα καλαπόδια.) Διάβαζα πολύ τότε, γλεντούσα σπάταλα και γυμναζόμουν προσεκτικά, μα παράλληλα είχα αρχίσει μανιωδώς την συλλογή στοιχείων κοινωνικοπολιτικών, με είχε τσιμπήσει για τα καλά το φίδι τού ιστοριοδίφη, καταχώριζα λοιπόν οτιδήποτε στον δρόμο των αυτιών μου ενέπιπτε και στο βαθύ κουτί τού αρχείου μου φώλιαζα και επώαζα, δίχως σημασία να δίνω. (Άμα είσαι τριάντα-καί, διαθέτεις λεφτά και δουλειά, μέλλον στρωμένο παχιά και παρόν μπουκωμένο χαρά, καις το κρεββάτι σου με μια κούκλα που της χύνεις μέσα της κάθε βράδυ ένα βρεφοκομείο και ένα ορφανοτροφείο παιδιά – ε, τότε είσαι ευτυχισμένος. Απολύτως. Για πάντα.)


Ώσπου ένα αιφνίδιο πρωινό τού Ιούνη 1993 – όπως ακριβώς έγινε 17 χρόνια μετά, ΚΑΙ με «τα τρία μι»! – έκατσα στο τραπέζι τής πυρακτωμένης κουζίνας μου στην φλεγομένη Κυψέλη και σε 45 μέρες μέσα έγραψα το 80% τού «Ελένης νήσος» σερί, χωρίς διακοπή, από κάθε πρωί έως απογεύματος και βαθείας νυκτός, σταματώντας όταν δεν είχα να πω άλλο τί και ξεκινώντας την επομένη ημέρα γεμάτος φρέσκες σελίδες να γράψω. (ΑΥΤΗ είναι ευλογία και ταλέντο είναι ΑΥΤΟ, ΑΥΤΗ είναι μαγεία και βιβλίο είναι ΑΥΤΟ.) Φρέναρα όμως κάποια στιγμή την χειμαρρώδη μου συγγραφή, γιατί το μολυβένιο και διονυσιασμένο χειρόγραφο ξέφευγε απ' το παχύ και θολό, βαρύ και πυκνό υλικό που είχα μαζέψει. Τα πρόσωπα τού βιβλίου – καθώς είχαν πάρει από εμένα ζωή – απειθούσαν κι επαναστατούσανε, καβαλλούσανε ασυλλόγιστα την ξέφρενη μυθιστορηματική πλοκή και προσπερνούσαν ατίθασα τα υποχρεωτικά ιστορικά γεγονότα, στο τέλος εμένα όχι «στη σέντρα» θα βγάζανε, όχι στις κερκίδες θα με αφήναν, μα θα κλειδώναν το γήπεδο κατεβάζοντας και τον διακόπτη!


Για όσους δεν το έχουν διαβάσει οφείλω να πω ότι «Ελένης νήσος» ονομαζότανε η Μακρόνησος – το βραχώδες μαρτυρίου-μνημείο αυτό έναντι Λαύριου και προ Τζιάς – όπου η ωραία Ελένη σταμάτησε ανάσα να πάρει, απ' του Πάρι το παπάρι, κοπανώντας την απ' την Σπάρτη με πλώρη τα παλάτια τού πεθερούλη μικρασιάτη! (Έτσι κι έγραφα εγώ τούρκικα σήριαλ, δακτυλογράφο την Μαντά θα 'χα και μανικιουρίστα την Δημουλίδου... καταπώς υπαγορεύει το κρυόμπλαστο χιούμορ μου.) Το θέμα τού βιβλίου όμως είναι πρωτίστως πολιτικό, δευτερευόντως ερωτικό και «τριτευόντως» (sic) κοινωνικό, καθώς ήταν ακόμη ζεστό «το βρώμικο '89». Τότε που η Αριστερά τού Κύρκου και του Φλωράκη τα «έκανε πλακάκια» με την Δεξιά τού «νοικοκύρη» τού Μητσοτάκη, προκειμένου να διαμοιράσουνε τα πλέον-ρετάλια τού ΠΑΣΟΚ, να διαπομπεύσουν τα βυζοελευσίνια ξεφτιλίκια τού Αντρέα, ν' αρπάξουν εξουσία και γκουβέρνο ταυτόχρονα, προτού βυθιστούνε κι αυτοί στην κοινοβουλευτική κωμωδία και την οικονομική τραγωδία. (Αυτό είναι το πολιτικό μέρος τού μυθιστορήματος.) Το ερωτικό μέρος και μάλιστα σούπερ-καυλωτικό είναι η φανταστική ιστορία μιας λαυρεωτικής κόρης, της Ελένης, η οποία «ανδρώνεται» στην πόλη της, μεταφέρεται για σπουδές στην Αθήνα και παλουκώνεται από κάτι τσόλια σέρφερς – ποιά αυτή, η αγνή μα ατυχήσασα μήτρα ενός θανατωθέντος-σ'-αυτοκινητιστικό λαύρου κομμουνιστή, μια κούκλα εντελώς λαϊκή που παρ' ολίγον παντελώς να ξεφτιλιστεί απ' τα γαμήσια τα παρτουζιάρικα ενός σανιδοποσειδώνα νεοσμυρνιώτη. (Και το κοινωνικό;) Αυτό είναι ο «πίσω-καμβάς» των βήτα και γάμμα ηρώων, τα παρατσούκλια επώνυμων που σουργελευτικά παρελαύνουνε, τα ονόματα ανωνύμων που σέρνονται ταπεινά, οι πράξεις και παραλείψεις των ανθρωπίνων κτηνών όπως μας τις παρέδωσε η τζάμπα βασανισμένη και μαλακισμένα αποτυχημένη ιστορία τής ελληνικής Αριστεράς... αφού πρώτα έθαψε επιμελώς τα αιματοβαμμένα σκατά της! (Σταματάω εδώ, γιατί όπως λέει ο Ζήκος, «δε μ' αρέσει να κουτσομπολώ»!) Και επιγραμματικά πυροβολώ:


Όπως ξέσκισε μετεμφυλιακά η Δεξιά την Αριστερά το '49, έτσι ξεφτίλισε η Δεξιά μεταπασοκικά την Αριστερά ΚΑΙ το '89 – εξ ού το «Πουτάνα Αριστερά, σκέτη πουτάνα» τού βιβλίου μου, και αυτό το «πουτάνα» δεν φέρει καμμιά χροιά πορνική καμτσικιά σεξουαλική, βρισιά κριτική ή σφραγίδα καταγγελίας. Γιατί δεν μπορεί – στην στοιχειώδη ανθρώπινη σύλληψη και αντίληψη, θεωρία προπαντός και πράξη ιδίως – να τα 'χεις ΟΛΑ στα χέρια σου κι επειδή ο Ζαχαριάδης τον Μάρκο υπέβλεπε, ο Σιάντος τον Ζέβγο, Βλαντάς και Τσιριμώκος σε «καρέκλες» αστικής «δημοκρατίας» ψοφάγαν να κάτσουνε, στείλαν στο χώμα έναν Κλάρα Θανάση, στην Μακρόνησο έναν Στέφανο Σαράφη και στα «γουναράδικα θυμαράκια» τον εύπιστο μα γενναίο, αφελή και ηρωικό, μανιασμένο μα συντετριμμένο ανθό τής ελληνικής νιότης. Να είσαι ΔΙΑ ΤΩΝ ΟΠΛΩΝ «αρχόντισσα και κυρία» εφ' όλης σχεδόν τής ελληνικής επικράτειας και να σε κάνουν κάτι Παπανδρέου και Έβερτ, άκαπνοι Σκόμπυ και άκαμπτοι Λήπερ, SΟΕ και Intelligence «μία χόρτα» μέσ' στην Αθήνα μάλιστα, όπου ΑΔΙΑΝΟΗΤΑ διάλεξες να ΜΗΝ δώσεις ΕΓΚΑΙΡΩΣ την ύστατη μα ΒΑΣΙΚΗ μάχη. Γιατί ανάποδα και στραβά μωρή χαζοβιόλα Αριστερά μάσησες το μαρξιστικό-μεν, γραικό-δε ΚΕΦΑΛΑΙΟ: δεν ήταν στην Ψωροκώσταινα το ανύπαρκτο βιομηχανικό προλεταριάτο που οργανώθηκε κι αντιστάθηκε, εξοπλίστηκε και πολέμησε, νίκησε κι επικράτησε αλλά η «καθυστερημένη και αργοκίνητη, οπισθοδρομική φιλοβασιλική, συντηρητική και κατσαπλιάδικη» αγροτιά. Τα τσοπαναριά ταΐσανε τού ΕΛΑΣ τα παιδιά, οι χωριάτες προσέφεραν αίμα και υλικά, μαζέψαν τροφές και κρύψανε πυρομαχικά, οι αρειμάνιοι ορεσίβιοι στηρίξανε το ΕΑΜ και όχι οι εμμονικοί ασπάλακες τής κομματικής παρανομίας στις πόλεις. Και υπερπηδώντας 377 σελίδες άκρατου πάθους και σπηνταριστού σεξουαλισμού, ιστορικά αιματοβαμμένων «κορδονιών» και πολιτικά σιχτιρισμένων «σεντονιών», φτάνει ο αναγνώστης μου στην τελευταία κουβέντα τού ήρωα, στου μακρονησιώτη Απόστολου την μοιραία μα γενναία υπογραφή του: «Σταματήστε μωρέ. Σταματήστε την ουτοπία»!


Γιατί όμως τα λέω αυτά;


Διότι τίποτε ΠΛΕΟΝ ΠΡΟΦΗΤΙΚΟ, ΠΙΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟ και ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ απ' τις δυό προτάσεις μου τούτες: «Πουτάνα Αριστερά, σκέτη πουτάνα» και «Σταματήστε την ουτοπία»! Σήμερα, επαναλαμβάνω. (Και ας όψεται εκειός ο «εκδότης»-τρομάρα του που μου «πέταξε» το βιβλίο «στα μούτρα» επειδή δεν άντεχε την έντασή μου και την επιτυχία του... αυτός που όλο χειρόγραφα τάχα-μου περίφροντις διάβαζε κι όλο δεν ξεκολλούσε απ' την οθόνη των trash εκπομπών τότε! Και χάθηκε, εντός και εκτός εισαγωγικών το βιβλίο αυτό, αφού ουδείς τότε άντεχε να επανεκδόσει το βιβλίο ετούτο.) Ρεφραινάρω, τίποτε πλέον προφητικό... και αυτό σημαίνει να είσαι άριστος συγγραφέας: Γιατί πρώτα είσαι ευαίσθητος άνθρωπος, μετά καταγράφεις ειλικρινά κι ανοικτά αυτό που πιστεύεις και έχεις ζυμώσει εσύ, κατόπιν σπεύδεις πρόθυμα να πληρώσεις προκαταβολικά και τοις μετρητοίς την όποια τυπωθείσα θέση και έκφρασή σου και τέλος έχεις την απάνθρωπη υπομονή και επιμονή, ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ. Από κανέναν, και δη έλληνα, και δη άντρα, και δη αληθινό. (Η ακεραιότητα και αξιοπρέπεια, η διορατικότητα κι ειλικρίνεια είναι άγνωστες λέξεις στο ελληνικό μας αλφάβητο και ομιλώ πάντα και μόνο για την συντριπτική την πλειοψηφία.)


Θα το χοντρύνω λοιπόν, ειδοποιώ. Πως μόνον εγώ μπορώ τούτα να πω, γιατί μόνον εγώ έχω γράψει έναν τέτοιον 378 σελίδων ύμνο αποσοδομητικό στον προδομένο και συλλημένο, εκπεσόντα και σφαγιασθέντα κόσμο τής Αριστεράς, μόνον εγώ και μέσα στο «Ελένης» μου «νήσος».


Πάντα και μόνο πουτάνα ήταν, είναι και θα 'ναι η Αριστερά – τέλος. (Για την ελληνική Αριστερά αποκλειστικά ομιλώ, οι ξένες ας κόβανε τον λαιμό τους... αφού τούς τον κόψανε τελικά, λίγο αργότερα βέβαια.) Δεν μπόρεσε η κακομοίρα μωρέ, δεν θέλησε η βαριόμοιρη βρε, δεν την αφήσαν την άτυχη την παιδούλα τς τς τς. Γιατί όχι μόνον οι ιδέες της μπάζαν από παντού, όχι μόνον οι ερμηνείες τους κάναν το ιδεολόγημά της ελληνικό-αυθαίρετο-σκέτο και μάλιστα προ του νόμου περί νομιμοποίησής του, αλλά κυρίως γιατί τα πρόσωπα που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας την πραγμάτωσή της ήτανε φονικά «λίγα». Διατρανώς συμπλεγματικά ταξικά και πολιτικά, πανηγυρικώς ανίκανα για τα ιστορικά τότε μεγέθη και αιματηρώς αδιάφορα, προκειμένου τον ιδεολογικό προαγωγό τους ντούρο και χορτασμένο να έχουν. Πρόσωπα βαρύγδουπα και παντογνώστριες μάσκες, «κομμένες κεφαλές» κατά Τσίρκα και «με ένα νόμο και ένα άρθρο» κατά Τσίπρα – οι ίδιοι είναι και σήμερα, απλώς με αδήλωτα ακίνητα και κακοβαλμένες pochettes, αεροκοπανολάγνοι καθηγητάδες εξ Εσπερίας και ημεδαποί πανεπιστημιακοί δια τας ωρίμους κυρίας. Τότε σπάταλοι με το αίμα των αλλωνών μα τσιγκούνηδες με το κάτουρο το δικό τους, τότε εφιάλτες αυτοκτονικοί τής Αθήνας και κοκκόρια ναπολεόντεια τού Γράμμου, τότε παίκτες ενώπιον Τσώρτσιλλ και Στάλιν και παπατζήδες ενώπιον Βεντήρη και Παπάγου. Και σήμερα χουβαρντάδες με τους κόπους-ιδρώτα-λεφτά πολιτών, σήμερα χεσμένοι υποθηκοφύλακες συνόρων και σαχλοί μακιγιέρ εθνικών γραμμών, σήμερα ανίκανοι τόσο ενώπιον των ψηφοφόρων τους πρεζονιών, όσο και πρεζέμπορων διεθνών Τραπεζών και Οργανισμών, αρχιδάτων κρατών κι βασιβουζούκων ηγετών. (Πάρτε ανάσα αναγνώστες γενναίοι μου, επιστρέψατε στην αρχή τής παράγραφου και διαβάστε την ξανά και ξανά όλη – έτσι ίσως δεν χρειαστεί να κυλήσετε παρακάτω εσείς, να προβληματιστείτε, να τσαντιστείτε.)


Ναι, εχθροί πολλοί κι ελάχιστοι φίλοι μου. Εάν βρείτε πουθενά το βιβλίο μου τούτο διαβάστε το, λυσσάξτε και κλάψτε, σφραγίστε και λησμονήστε – απολύτως ιστορικά τεκμηριωμένα βέβαια – πώς και γιατί η ελληνική Αριστερά, και να μην πουτάνα γεννήθηκες, θα σε κάνει πουτάνα εκείνη. (Εκτός αν χύνεις μόνο για πάρτη της και για μιά τού Ζαχαριάδη ματιά, μια του Κουτσούμπα κλανίτσα.) Της χειρότερης υποστάθμης μάλιστα, που ακόμη κι η Τρούμπα και τα Βούρλα θα τείνουν ευήκοον ους, η Συγγρού και η Βριλησσού θα σε συμπονέσουν, η διεθνής εμπορία λευκής σαρκός σήμερα carta bianca θα σου εκδώσει αυθωρεί. Αλλοπρόσαλλα μονολιθική και κολλημένη ξερόλα, νταβατζοεξαρτημένη ιδεολογικά και πολιτικά εθελότυφλη, επανειλημμένα ατυχηματική και ισόβια αποτυχημένη, όλο «πενταετή πλάνα» καταστρώνει και ονειρεύεται κι όλο «πλουραλιστικό, ολιστικό κι αναπτυξιακό σχήμα» κορνάρει. Μα τέτοια υστερόβουλη κότα λαός που κάθεται και τ' ακούει αυτά κι επιπλέον τα εγκρίνει-ψηφίζει, είναι δυνατόν να μην κάνει κυβέρνηση – τί ειρωνία για «πρώτη φορά Αριστερά» – ΤΟΥΤΗΝ την βουτυρόκωλη κι αμπλαούμπλικη, αμφιθέατρου-ταβερνειακή και κομματικά-καφενειακή «νέα» Αριστερά, εν έτει επικινδύνω 2015; Επειδή μάλιστα πάλι εκείνη τού έταξε ό,τι δεν τόλμησε να ψιθυρίσει η «έχω-χεσμένη τη φωλιά μου, γι' αυτό βγάζω εγώ το σκασμό» Δεξιά, άσε δε να του ξαναστάξει η αμαρτωλή κι αποψιλωμένη ΠΑΣΟτσοΚαρία που τόσα χρόνια τον τάϊσε; Και πήγε τούτος ο ηθελημένα τυφλός, δανειακά καλομαθημένος και αιωνίως πορνοβοσκούμενος λαός και ψήφισε Τσίπρα και Βαρουφάκη; Το 2015 ξαναλέω, με άπαντες τούς γύρω να βράζουνε να καταπιούν την Ελλάδα που το παράκανε, που το παράχεσε, που απ' το πολύ «βγαλμένο» χρήμα ήτανε αδιάφορα μουλαρωμένη κι αυτοκτονικά ικανή ν' ανατινάξει τα πάντα; (Εκπνεύστε τώρα λοιπόν αναγνώστες μου, εδώ δεν διαβάζετε δημοσιογράφους πολύφερνους με πισινόβιλλες κατασχεμένες μπροστά τους και πτωχευμένα «συγκροτήματα» πίσω τους, εδώ διαβάζετε την πέννα ενός άγνωστου, ελεύθερου και τολμηρού συγγραφέα.)


Η Αριστερά δεν μπόρεσε να κρατήσει και να στήσει την Ελλάδα που την είχε σχεδόν-όλη στα χέρια της ΔΙΑ ΤΩΝ ΟΠΛΩΝ μεταπολεμικά, και πιστεύετε εσείς ότι ΑΥΤΗ η Αριστερά – «ντεν έκουμε άλλη καρντιά μου» – είναι ικανή να κρατήσει και να σώσει όλη την Ελλάδα ΔΙΑ ΤΩΝ ΨΗΦΩΝ μετασαμαροβενιζελικά; Εδώ οι ικανοί-μόνο-για-κομματικές-αλληλομαχαιριές αριστεροί «ηγέτες» πέσανε τότε με τον κώλο στην Βάρκιζα, θα αντιμετωπίσουνε σήμερα τα μαμμόθρεφτα, αυθάδικα και ολικώς δουλικά εγγονάκια τους τα γεράκια Αμερικής (ΔΝΤ) και τους γύπες Ευρώπης (ΕΕ); Πόσο μαλάκες πρέπει να είναι – και ΕΙΝΑΙ – οι ψηφίσαντες «Αριστερά» το 2015 συνέλληνες, ιδιαίτερα μετά την αιματηρή αποτυχία τής Αριστεράς μόλις-εβδομήντα-χρόνια-χοντρικά, προτού καταφέρει να κάνει ΕΝΑ πράγμα σωστά; Μωρέ ΜΟΝΟΝ ένα;!


Όλα τα λόγια για την «καρέκλα» τα λέγανε, όλα τα λάθη απ' τον «λαουτζίκο» τα κρύψανε κι ας «βροντούσε η Γκιώνα» τρομάρα τους... μέχρι που ψιλοακούστηκε ένα απονενοημένο μπαμ περιστρόφου εκεί στην Μεσούντας χαράδρα. (Και τούτο το μπαμ οι «καθαρά χέρια, όσο κιτάπια κλειστά» μουνίτσες στα κομματικά στέφανα ΑΚΟΜΑ δε νογάνε να το καρφιτσώσουνε, με δυσκοίλια και κωλικούς η Αλεκάρα ψιλοξέρασε την διορθωτική – πολιτική μεν, ουχί κομματική δε – αποκαταστασούλα τους για τον Άρη.) Εδώ το ίδιο το κόμμα έχει πλασσάρει την χονδροειδή κι εγκληματική ήττα του ως νίκη θεριεμένη και παινεμένη, κυρίως ηθική προπαντός ιδεολογική, διασώζοντας το κοινοβουλευτικό υπόθετό του κλειδωμένο στο 5% προκειμένου την κρατική επιχορήγηση να λαμβάνει(1), το πιεστήριο τού Περισσού να τυπώνει από αστικά έως ημιπορνό έντυπα(2) και το οπιοτραφές ΠΑΜΕ να κάνει block out στα κινέζικα(!) θηριόπλοια που «λυμαίνονται το λαϊκό εργατικό και αδέσμευτο» λιμάνι τού Πειραιά, το γονατισμένο κι αποκλεισμένο βέβαια ήδη απ' την ΠΝΟ(3).



Απ' το 1993 εγώ έγραψα – βάζοντάς την στο στόμα τού μακρονησιώτη Απόστολου – την λαμπρή, άγνωστη και μοιραία τούτη δική του κουβέντα: «Σταματήστε την ουτοπία». Είκοσι πέντε (25) ολόκληρα και ατέλειωτα χρόνια έκτοτε πέρασαν και ορίστε πού και πώς χαροπαλεύει ΞΑΝΑ η Ελλάδα: στα ίδια αριστερά σκατά, με μόνο απομεινάρι ως σκουπάκι κοιμίσικο έναν Κουβέλη! Έναν πρησμένο Κοτζιά γιαρουζελσκικό υπό τας διαταγάς ενός ινστρούχτορα Φλαμπουράρη, έναν δυσλεκτικό Τσακαλώτο υπό την σκιά ενός σιλικονούχου Σκουρλέτη και έναν puffy σύντροφο-Μπαζιάνας με έρπη απ' το διαπραγματευτικό άγχος που του δημιουργούν τα διεθνή αφεντικά, στα οποία είναι αναγκασμένο το «αριστερό παιδί» τούτο να τους προσπέσει «στα τέσσερα» και τελικά να τους κάτσει. Μπας και κρατήσει το μπουρδέλλο τούτο το ελληνικό ανοιχτό, που πλέον δυό κατηγορίες πελατών ΜΟΝΟ αναγνωρίζει: τουρίστες και πρόσφυγες. (Όπου ΚΑΙ οι πρόσφυγες, τουρίστες είναι που όμως δεν αφήνουν στα ελληνάκια λεφτά, καθώς σιτίζονται και ποτίζονται άπαντες κι ευτυχώς-αποκλειστικά απ' τους ευρωπαίους που κάάάποτε θα τους υποδεχθούνε κι αποδεχτούν, ενσωματώσουν και στις φάμπρικες λειώσουνε, για να θυμηθούν και να ψάλλουν κάάάποια στιγμή και ξανά τούτοι οι δυστυχείς τα ονόματα των Σαντάμ Χουσεΐν, Γκαντάφι και Άσσαντ.)


Πουτάνες φίλοι κι εχθρές δεν είναι όμως οι ιδέες, οι άνθρωποι είναι. Πουτάνες δεν είναι φίλες κι εχθροί μόνον οι γυναίκες, οι άντρες είναι πρωτίστως. (Για να μην πω πως τούτοι είναι οι πλέον λυσσάρηδες, καθώς τούς απαγορεύει το «πεζοδρόμιο» το περίτρανο μα δυσβάσταχτο πέος! Το οποίο «παρεπιπτόντως» – που λέει ο Ζήκος ως μόνος κι αιώνιος, πιστός κι αψεγάδιαστος εκπρόσωπος τούτου τού κοκο-ρευόμενου έθνους – τούς το 'χει κόψει η μαμά από παιδάκια νωρίς, για ν' αποφύγει εκείνη το λυσσωδώς ποθητό τσιμπούκι τού οιδιπόδειου, το αισχρό πρωκτικό τού Λάϊου οίκου...) Για πρώτη φορά έχει απαντηθεί ΕΔΩ κι από ΕΜΕ το μεταφυσικό κι άλυτο ερώτημα «ποιός έκανε το αυγό και ποίος την κότα»: Είναι οι άνθρωποι που τις ιδέες παράγουνε, και τις κόβουνε μάλιστα όχι μόνον «παρουσία του πελάτου» μα ορισμένοι μάλιστα άνθρωποι και δη οι αριστεροί, σε κιμά κόβουνε και τον ίδιο τους τον «πελάτη»! Υπέρ του οποίου βεβαίως και τάχα-μου κόπτονται... μα άντε κάτσε εσύ να ξεμπλέξεις μετά τα προαιώνια και εκ του πονηρού μπερδεμένα ελληνικά μπούτια.


Ποιά είναι όμως η τραγική πλάκα και η κωμική ειρωνεία, με μια λέξη η αλήθεια; Ότι «ουτοπία» είναι ΜΟΝΟ η Αριστερά (αφού η θεωρία κι η πάρλα έχουν πάντοτε χρόνο ατέλειωτο), ενώ η Δεξιά έχει χρόνο ΜΟΝΟ για «εργασία», στρώνει κώλο γαμάτο για αυτήν και φέρνει αποτέλεσμα πρόντο. Η Δεξιά πάντοτε ήταν ειλικρινής: «Θα γαμάω τον κάθε αντίθετο, θα πηδάω τον κάθε αδύνατο και θα γλύφω τον κάθε νταβά μου» – έχει κανείς απορίαν τινά, να του τηνε κατουρήσω ευθέως; Η Δεξιά πάντοτε για τους από πάνω της κοβότανε και νοιαζότανε – ε, είπε και η Αριστερά να νοιαστεί για τους από κάτω! (Λες κι είναι ελληνική πολυκατοικία ρε η Ζωή, όπου τα υπόγεια τσακώνονται με τα ρετιρέ, για τα κοινόχρηστα πάντα!) Επειδή λοιπόν το πανεπιστημιακό πτυχίο μου είναι στις Πολιτικές Επιστήμες – τις οποίες σπούδασα στην Αμερική όπου ΜΟΝΟΝ ΕΚΕΙ ορθά και βαθειά σπουδάζεις ΚΑΙ τον καπιταλισμό ΚΑΙ τον κομμουνισμό – ένα θα πω: το διηνεκές ιστορικό «προτσές» έδειξε-απέδειξε-κατέδειξε ότι η Αριστερά, ούτε τον εαυτούλη της δεν είναι ικανή να κοιτάξει. Να φροντίσει. Να μακροημερεύσει τουλάχιστον και στοιχειωδώς να προκόψει. ΚΑΙ το «Σιδηρούν» ντουβάρι(τρομάρα του) έπεσε, ΚΑΙ η πολύκλαυτη Σοβιετία στα χέρια τής ρώσσικης μάφιας κούρνιασε, ΚΑΙ η Κίνα τώρα τελευταία έχει εξελιχθεί στον καλύτερο πελάτη των FERRARI και BENTLEY! Ο Ραούλ Κάστρο σε «θαυμαστή των Beatles» το τιμόνι τού απισχνασμένου κουβάνικου σκάφους παρέδωσε, το δύστυχο Βιετνάμ απ' τον τουρισμό ζει κι αγωνίζεται να μην γίνει παιδεμπορική Ταϊλάνδη και τώρα τελευταία, ούτε ο σύντροφος Μαδούρο αισθάνεται πολύ καλά. (Μόνο του Πολάκη μην τού το πείτε, γιατί θα εκσπερματώσει πάλι το ασυγκράτητο Twitter του.)


Η Αριστερά είναι άριστη για αέρα κοπανιστό, για «ουτοπία» αβέρτα, για «δεκαεφτάωρες διαπραγματεύσεις όπου αγωνιστήκαμε»... να μην πονέσουν αυτοί, για να μείνουν σκυμμένα και ξεσκισμένα επί δύο γενιές και διακόσια μνημόνια τα δικά μας παιδάκια. (Που δεν τα λένε Ερνέστους, που δεν πάνε στο fluffy κολχόζ τής Σχολής Χιλλ, που δεν έχουν κατηγορηθεί για ουσια-στικά αδικήματα, ούτε να προσληφθούν πρόκειται σε διάφορα υπουργεία.) Η Αριστερά ΜΟΝΗ ΤΗΣ το ΑΠΕΔΕΙΞΕ ότι ούτε για το ΑΠΛΟΥΣΤΑΤΟ ΤΙΠΟΤΑ κάνει. Ρε για τα παροιμιώδη «δυό γαϊδάρων άχυρα» είναι μόνο ικανή τούτη να συστήσει μια δημοσιοπληρωνόμενη-φυσικά τριμελή επιτροπή από οκτώ άτομα, με δεκάξι σύμβουλους ειδικούς, τριανταδυό στελέχη ως ομάδα υποστήριξης, έναν περιφερόμενο παραληρηματικό μα πετυχημένο γαμπράκο by the name of Gianis ως κράχτη σε οικονομικά καλιαρντά και καναδυό γκομενάκια συνοφρυωμένα τσαχπίνικα, μανουριάρικα και ζημιάρικα, με τα βαρύγδουπα μα ανένσημα ονόματα π.χ. Νοτοπούλου και Αχτσιόγλου. (Τα βαριά πυροβολικά τύπου Ραχήλ και στυλ Ζωής τα παρακάμπτω, γιατί ποιός είμαι εγώ να αντιπαρατεθώ και έμπροσθέν τους πεοκοπτικά να σταθώ;)


Βρε εδώ οι έλληνες Δημόσιοι Υπάλληλοι – και όχι μόνον αυτοί – σούμπιτοι κι αύτανδροι και πάλι ΣΥΡΙΖΑ θα ψηφίσουνε, εξ αυτής και μόνης τής δαμόκλειας σπάθης που «αξιολόγηση» λέγεται, και με ρωτάτε εμένα και απορείτε ταυτόχρονα γιατί οκτακόσιοι εν-ενεργεία ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι (χαχαχα), το «Ελένης νήσος» και «τα τρία μι» δεν εκδίδουν; Κι αμέσως θα σπεύσουν οι καθ' έξιν ακράτητοι και τζάμπα γλωσσοκοπάνες να πουν, «ρε Φώτο, μ' εσένα θ' ασχολούμαστε τώρα;» και δίκιο πάάάλι δεν θα 'χουνε. (Μια φορά ρε πούστηδες να σας πιάσω δίκιο να έχετε, «και τί στον κόσμο όλο» που ο κολλημένος σημαιοφόρος σας Ζήκος υπογράφει και κραταιά σάς εκφράζει. Μα θα σας το πω στ' αγγλικά, αυτά που τώώώρα εσείς στράτα-στρατούλα με τον Κλίντον σε ρόλο δασκαλίτσας μαθαίνετε, αυτά που επιτέλους ο μυστακοκνίτης Ανδρουλάκης μπόρεσε να στρώσει πάνω απ' τα κομσομόλσκαγια ρώσσικά του: «Εάν ΔΕΝ ασχολείστε ΜΕ τον καθένα εδώ ΜΕΣΑ στην χώρα μας, θ' αναγκαστείτε ν' ασχοληθείτε ΓΙΑ τον καθένα εκεί ΕΞΩ απ' την χώρα μας» – do you catch my drift ή πρέπει να τα κάνω κουμουνδουριώτικα πενηνταράκια;)


Γιατί ρε «πουτάνα» Αριστερά σε πηδάει αιωνίως και βασανιστικά η «παρθένα» Δεξιά; Διότι πολύ απλά η δεύτερη, την θέλει πολύ την δουλειά. Την ξέρει καλά την δουλειά. Και την κάνει ασυζητητί κι απνευστί τούτην. (Τhis way that way, any way no way δεν έχει σημασία γιατί όπως λες και εσύ, «τούτη η γάτα πιάνει όλα τα ποντίκια, γιατί δεν φορά γυαλιά μονοχρωματικά».) Ναι, για πάρτη της βέβαια – σιγά μη σε λάβει εσένα υπ' όψιν την ευαισθητούλα και σκούζουσα μειοψηφία, μια λιγδοπατρόνα στην αντιπολίτευση και μια παρθενοπιπίτσα κυβερνητικιά. Η Δεξιά – ας πούμε λόγω στυγνών εντολών και στεγνών στόχων τού καπιταλισμού – την δική της δουλειά ΠΑΝΤΟΤΕ σε πέρας και ΒΕΒΑΙΩΣ επιτυχές την έφερνε και την φέρνει, και για την πάρτη των δικών της αφεντικών απολύτως. Εσύ όμως μωρή ξεφωνιάρα Αριστερά, με τις παντιέρες τις παρελάσεις και τα λιλιά, τα καλάσνικοφ τις μολότωφ και τις πηγάδες – ΟΥΤΕ για τ' αφεντικά σου ποτέ τίποτα έκανες, ΟΥΤΕ για τον λαουτζίκο τα πελατάκια. Τα φτωχαδάκια, τα ψηφαλάκια. (Το επιγραμματικό και σοφό «άπαντες κρινόμεθα εκ του αποτελέσματος» δεν το 'πε ο Μπιλ Γκέητς ο Στηβ Τζομπς, η Λαγκάρντ ο Γιουνγκέρ, ο Προβόπουλος ο Στουρνάρας αλλά αυτός τούτος ο σοφός μας λαός... όταν παίρνει μαστόρικη θέση για να γυρίσει σωστά το πασχαλιάτικό του αρνί και να μη μείνει πεινάλας με την λιπαρή σούβλα στο χέρι.)


Δεν θέλησε ο Απόστολός μου – πώς λέει η άλλη η κολλημένη, «ο Άρης μου»; – να πει ανοικτά ότι «Εμείς οι αριστεροί είμαστε για να μας κλαίνε κι οι ρέγκες» όπως κατάμουτρα μού 'σταξε ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ εκεί, στ' Αγιαντρέα τ' ανεμοδαρμένα υψώματα. Κι αντ' αυτού τού πονεμένου μα ειλικρινούς θέσφατου, εγώ ανέλαβα την ευθύνη – και την ποινή φυσικά – να το μεταγράψω σε «σταματήστε την ουτοπία». (Για τον απλούστατο κι εύπεπτο λόγο ότι τότε κυβερνούσε την χώρα η Λιάνη και ο Λαλιώτης, ο Τσοχατζόπουλος και ο Πέτρος Κωστόπουλος, ο Λάκης Λαζόπουλος και ο Μίστερ Εθνικά Μπούτια.) Και εάν εξαιρέσει κανείς τούς 2.986 αγοραστές και ολιγοπολλαπλάσιους απ' αυτούς αναγνώστες τού «Ελένης νήσος», ουδείς επιθυμεί αποφασιστικά σταθερά, με «τέτοια πράματα» ν' ασχολείται. Τέτοια "ξεχασμένα" πράγματα να θυμάται, τέτοια "πονεμένα" πράγματα να συλλογάται, πόσω μάλλον να τ' αλλάξει επιθυμεί.


Γιατί η πρέζα ως «παραμύθα» νοείται, ονομάζεται και διακινείται; Διότι ΚΑΙ η νεοελληνική ψήφος ως πρέζα εκλαμβάνεται, κόβεται και μοιράζεται. Επάνω σε όλη την ελληνική επικράτεια, μόνο δυό άτομα ομολόγησαν τις «αυταπάτες» τους: ο Τσίπρας και η δική μου μανούλα. (Ο πρώτος για να ξωπετάξει από πάνω του πάσα ευθύνη πολιτική και η δεύτερη πάσα ιδία προσωπική. Μην παίξει καμμιά κομματική καμαρίλα και χρεωθεί τούτος υπογραφές, μη στηθεί καμμιά οικογενειακή νυρεμβέργη και αυτή χρεωθεί υπαναχωρήσεις.) Όποιος λέει στην Ελλάδα τα περισσότερα λόγια – άσε δε ΜΟΝΟ λόγια – ΑΥΤΟΣ είναι η πουτάνα τής όλης ιστορίας κι υπόθεσης! (Ρε ακόμη κι οι πουτάνες οι πραγματικές παρ' ημίν, μουγκές είναι, τεμπέλες και δύστροπες, μανουριάρες και άσκημες, ξινές και ξεπέτες. Γι' αυτό λοιπόν φέραν τα μαφιόζικα τα αρσενικά βουλγάρες και ρουμάνες τού σανιδιού, τσέχες και ουγγαρέζες τού κουφετιού, αλβάνες και σέρβες κονσέρβες. Και αφήσαν τις μουτρωμένες-νομίζουσες ελληνίδες για κάνα εργατάκι πακιστανό, για κάνα ινδάκι εναλλαχτικό, για κάνα μπανγκλαντεσιανό μόρτη!)


Τα ενώνω τα γεφυρώνω, ώστε επιτέλους στο ξέφωτο να βγούμε να στεγνώσουμε στον ήλιο όλοι μαζί.


Με «Πουτάνα Αριστερά, σκέτη πουτάνα» δεν ξεκίνησα; Με «Σταματήστε την ουτοπία» δεν τέλειωσα; Ε αρκούνε αυτά να σκεφτείτε εσείς το γιατί φτάσαμε έως εδώ σήμερα, τώρα. (Όσο κι αν μασημένο σανό σάς έχει ταΐσει η ροδόχρωμη ελληνική Πολιτική Ιστορία, όλο και κάτι πρέπει εσείς να μηρυκάσετε για ν' αντιληφθείτε «καταπού δεν προχωράμε»!) Το «κακό» (χαχαχα) δεν ξεκίνησε το 2015 στην σαλταρισμένη Αθήνα, δεν ξεκίνησε το 1946 στο πυρπολημένο Λιτόχωρο, ουδέποτε ξεκίνησε συγκεκριμένα καρφιτσωμένο πάνω στο άμεμπτο κι άσπιλο, διαρκώς κουρσεμένο μα αιώνια άμαθο σκήνωμα τής Νεοελληνικής Ιστορίας. Το «καλό» θα ξεκινήσει ΜΟΝΟΝ από την στιγμή που ο ΚΑΘΕ Έλληνας θ' αφήσει τις στημένες πουτανιές και τις εύκολες ουτοπίες, τις προαιώνιες διχόνοιες και τις συνήθεις δολοφονίες και θ' αρπάξει με Ζορμπάδικη τρέλλα και Καραγατσική καπατσιτά τον διπλανό του Έλληνα και θα του σκάσει, μέσα στο στόμα, ένα φιλί δυνατό και βαθύ, με γλώσσα σάλια και χνώτο, κρεμμύδι ρετσίνα καπνό. Και μόλις δώσει και ξεκολλήσουν τα χείλια τους θα κάνει ο ένας ό,τι τυφλά τον προστάξει ο άλλος δίχως αντίρρηση και συζήτηση, διαπραγμάτευση και διαδήλωση, απεργία και προδοσία. Δίχως να τσακωθούν ποιανού πρώτο το δικό του θα γίνει ή ποιανού τελευταίο το παιδί του θα διοριστεί, (γιατί θ' αρχίσουν οι κουβέντες πάλι οι γνωστές βαρετές οι αριστερές).

Όσο κι αν η Ελλαδίτσα αυνανίζεται και κορνάρει πως ψοφάει να επαναστατεί, είναι ΑΥΤΗ ΑΚΡΙΒΩΣ που αντί για τον Άρη, Μπαλαούρα γουστάρει. Είναι ΑΥΤΗ ΑΚΡΙΒΩΣ που αντί για Κωστή Καραγιώργη, Ζουράρι ζητά και στην θέση ενός Αλέξανδρου Σβώλου, Λεβέντη εγκαθιστά. Όχι λοιπόν άλλα λιμοκοντόρικα προκαταρκτικά ρε, ας αρχίσει αμέσως ο παλαβός ο παραδομένος ο έρωτας, η βαθεία απονενοημένη διείσδυση και η ηφαιστειακή καταιωνιστική εκσπερμάτωση – για την καύλα και μόνο! Και έέέχουμε χρόνο μετά για «παιδιά», για έργα λαμπρά και θαύματα αληθινά, για όνειρα τρανά και δημιουργήματα εκπληκτικά... μα μόνο εάν στέρξει κι ανοίξει η μήτρα γερά πλούσια και ξανά, μπροστά στο αποφασισμένο κι ασυγκράτητο για την ΠΡΑΞΗ ΤΟΥ πέος. (Μόνον έτσι «θα βγούμε απ' την κρίση» ρε σεις, γιατί αλλιώς θα ξαναστήσετε το σαρακατσάνικο χορευτικάκι των «αγανακτισμένων» στο Σύνταγμα, των δημοσιοδιψών αγάμητων μάλιστα, των ανίδρωτων λογάδων τεμπέληδων πάντα.) Και πού 'στε; Εάν σας ρωτήσουν ποτέ, πού ακούσατε πού διαβάσατε για τούτην την «θεαματική στροφή τού Ρωμέϊκου», για τούτο το αποτελεσματικό και όχι βερμπαλιστικό άλμα τού Ελληνισμού – δυο λεξούλες εσείς μόνο ψελλίστε και μνημονεύστε.



«Ελένης νήσος»


Ο βράχος εκείνος όπου απέβη η πολύφερνη πόρνη και έδυσε πάσα λύπη και οδυρμός. Η πέτρα αυτή όπου η πουτάνα βασίλισσα αντελήφθη τί έκανε και κυρίως τί δεν πρόκειται ποτέ της να κάνει. Εκεί όπου απεδέχθη κι αντήλλαξε ισοβίως την ελληνική μοίρα της με κισμέτ οθωμανικό κι αντί η τσούλα των Μακάρων την νήσο Σούλι κι Αρκάδι να κάνει αυτοστιγμεί, μπαρκάρησε η σκρόφα με τον παρφουμέ τζε της για του πεθερούλη την προστασία και αραξιά... κι ας αφανιστεί των Ελλήνων το άμωμον άνθος κάτω απ' του αιδοίου της τα γλυκά χείλη μα κοφτερά τείχη.


«Ελένης νήσος»


Το βιβλίο αυτό όπου υμνείται η Αριστερά, επειδή ακριβώς καταυγάζει τα λάθη της τα εγκληματικά. Ξεκινά απ' το Λαύριο, περνά απέναντι στην Μακρόνησο, ξυπνά τον Σκαλούμπακα και τον Κάππο αινεί, περιχύνει σπερματικά την Ελένη και προοιωνίζεται εκκωφαντικά κι αποστομωτικά ποιά θα είναι τα επόμενα, ολόϊδια και ανίκανα, τής Ελλάδας παιδιά. Δεκάδες άγνωστοι ήρωες μέσα στο ΙΕΡΟ κι ΑΚΡΙΒΟ βιβλίο ετούτο σιωπηλά ως νεκροί παρελαύνουνε, χιλιάδες άταφοι ήρωες μέσα στο ΑΜΕΜΠΤΟ και ΘΑΜΜΕΝΟ τούτο βιβλίο σπαρακτικά πάντα ουρλιάζουνε, αφού βρέθηκε ένας πτωχός, δυνατός και αδέσποτος κάτοχος μολυβιού εκείνες τις λέξεις στην πέτρα επίμονα και στο χαρτί επίπονα χαράξει.


Και η ΒΙΒΛΟΣ ετούτη τής αθεράπευτα και μαζοχιστικά κωμικής, της ανασκολοπισμένα κι αιμομικτικά τραγικής, της αιωνίως αμάθητης και ισοβίως ξεσκιζομένης Αριστεράς τελειώνει με την προφητική κραυγή τού ήρωα, που έσπευσε η μικρά και αδύναμος Ελλάς η σιδηροδέσμια απ' την Μεγάλη Παρθένα τής Δεξιάς, να παραχώσει να θάψει. ΚΑΙ τον συγγραφέα αυτόν ΚΑΙ το βιβλίο του τούτο, ΚΑΙ τα πολλά «λάθη» τής Αριστεράς μα ΚΑΙ τα πολλά «σωστά» τής Δεξιάς που θα κυβερνά πάντα τ' ανθρώπινα όσο τούτα θα ξεχνούν ακριβώς, πώς και πόσο ανθρώπινα είναι.

 

 

ronin-danis-fotos-stampsdanis-fotos-signature

Copyright (c) Ντάνης ΦΩΤΟΣ 2018

Διαβάστηκε 2005 φορές Δευτέρα, 23 Απριλίου 2018 10:07